Ανάπτυξη 4,5%-5% προβλέπει το ΙΟΒΕ, στο βασικό σενάριο για το 2022, που περιλαμβάνεται στην τριμηνιαία έκθεση που παρουσιάστηκε σήμερα, σύμφωνα με οποίο δεν αναμένονται γενικευμένα, ισχυρά μέτρα προστασίας, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, περυσινοί και φετινοί, θα αξιοποιηθούν σε μεγάλο βαθμό και αποτελεσματικά, ο διεθνής τουρισμός θα ενισχυθεί σημαντικά και ο πληθωρισμός θα είναι ελαφρώς υψηλότερος από ό,τι το 2021.
Στο εναλλακτικό σενάριο για το 2022, στο οποίο αναμένεται επαναφορά ορισμένων ισχυρών περιοριστικών μέτρων, όχι όμως lockdown, τα οποία θα επενεργήσουν ανασχετικά στον τουρισμό, αλλά θα κάμψουν και τις αυξήσεις στην ενέργεια, ενώ η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης θα είναι παρόμοια με το βασικό σενάριο, η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στην περιοχή του 2,5-3%.
Σε ό,τι αφορά το 2022, στο βασικό σενάριο το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να διαμορφωθεί στην περιοχή του 13,5%, ενώ στο εναλλακτικό σενάριο γύρω από το 14,0%.
Υπό το βασικό σενάριο μακροοικονομικών προβλέψεων για το 2022, στο οποίο δεν θα επιβληθούν ισχυρά περιοριστικά μέτρα σε τμήματα της οικονομίας και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, προβλέπεται πληθωρισμός στην περιοχή του 1,5-1,8%, λόγω της νέας ενίσχυσης της ζήτησης και της νέας, σαφώς ηπιότερης από πέρυσι ανόδου των τιμών στα ενεργειακά προϊόντα. Εφόσον κλιμακωθούν τα μέτρα προστασίας, με στοχευμένο χαρακτήρα, χωρίς να επιβληθεί lockdown (εναλλακτικό μακροοικονομικό σενάριο), σε συνδυασμό με τις αναμενόμενες τάσεις στους υπόλοιπους παράγοντες που επηρεάζουν τον εγχώριο ΔΤΚ, προβλέπεται πως η μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή θα διαμορφωθεί φέτος στο 0,7% με 1%, λόγω της ηπιότερης ενίσχυσης της ζήτησης και της μικρότερης ανόδου των τιμών των ενεργειακών προϊόντων.
Όπως ανέφερε επίσης, κατά την παρουσίαση της Έκθεσης, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, η ελληνική οικονομία καταγράφει θετική δυναμική. Ταυτόχρονα, υπάρχουν λόγοι ανησυχίας, ενώ από ορισμένες κρίσιμες πλευρές της οικονομίας, οι εξελίξεις δεν έχουν ακόμη σαφή κατεύθυνση.
Ο ρυθμός πραγματικής μεγέθυνσης το 2021 εκτιμάται ιδιαίτερα υψηλός, επιβεβαιώνοντας πρόσφατες αναλύσεις τού ΙΟΒΕ. Αναμένεται μεγέθυνση στην περιοχή 9-9,5% για το σύνολο του έτους.
Για το 2022 επίσης αναμένεται ισχυρή μεγέθυνση, βέβαια σε χαμηλότερο επίπεδο. Συνυπολογίζοντας αναμενόμενες εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, την εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλες ευρωπαϊκές πηγές, ο ρυθμός μεγέθυνσης αναμένεται στην περιοχή του 4,5-5%, είπε ο κ.Βέττας.
Τα δημοσιονομικά ελλείμματα, συνολικό αλλά ιδίως το πρωτογενές, ήταν ιδιαίτερα βαθιά στα δυο προηγούμενα έτη, κατά τα οποία υπήρχε ανάγκη αντιμετώπισης της πανδημίας και χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Για μια χώρα, όμως, με ιδιαίτερα υψηλό δημόσιο χρέος και ιστορικό και τάση δημιουργίας ελλειμμάτων, είναι ουσιώδης συνθήκη η επίτευξη διατηρήσιμης δημοσιονομικής εξισορρόπησης, με τρόπο ώστε να υποστηρίζονται και ισχυροί ρυθμοί μεγέθυνσης.
Η αναμενόμενη γενική αύξηση επιτοκίων θα είναι κρίσιμο να μην συνοδεύεται με αύξηση αλλά με μείωση του διαφορικού κόστους χρηματοδότησης (spread) που χωρίζει την ελληνική οικονομία από άλλες ευρωπαϊκές, επισήμανε επίσης ο κ.Βέττας,
Ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ εκτίμησε επίσης:
– Η εξέλιξη του πληθωρισμού θα έχει κεντρική οικονομική και πολιτική σημασία. Αυξήσεις τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες είναι αναμενόμενες όταν οι οικονομίες ανακάμπτουν έντονα μετά από βαθιά ύφεση και η ζήτηση αυξάνεται. Μπορεί, όμως, να οδηγήσουν σε ισχυρή και επικίνδυνη ανοδική περιδίνηση τιμών και μισθών που θα υποσκάψει την πραγματική ανάπτυξη και να μειώσει τα πραγματικά εισοδήματα.
– Ένα δεύτερο ζήτημα είναι πως η εξέλιξη της δημοσιονομικής πορείας στη χώρα έχει ασφαλώς μια κρίσιμη ευρωπαϊκή διάσταση για το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης.
– Κομβικό ζήτημα είναι η στροφή του παραγωγικού υποδείγματος στη χώρα, ειδικότερα με ενίσχυση των εξαγωγών και των επενδύσεων. Σχετικά, υπάρχουν θετικά σημάδια, όπως το ενδιαφέρον ξένων επιχειρήσεων και επενδυτών για την ελληνική οικονομία, η ανθεκτικότητα που επέδειξε ο τουρισμός και η συνεχιζόμενη σημαντική αύξηση των εξαγωγών αγαθών από κρίσιμους τομείς τής μεταποιητικής βιομηχανίας. Αντίρροπα όμως, πιέζει το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενισχύθηκαν, από πολλές απόψεις ακραία, ο ρυθμιστικός ρόλος και η σημασία των κρατικών παρεμβάσεων.
– Η πανδημία δεν έχει ακόμη κοπάσει και ενώ υπάρχουν βάσιμες ελπίδες πως αυτό θα συμβεί προς την άνοιξη, το κόστος της είναι ακόμη βαρύ. Ταυτόχρονα νέες κρίσεις, με υγειονομική, χρηματοοικονομική, γεωπολιτική ή άλλη πηγή δεν μπορεί να αποκλείονται.
– Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικής βάσης, της προσαρμοστικότητας της οικονομίας και μαζί τής αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα αποκτούν λοιπόν επείγοντα χαρακτήρα.
– Αξιολογώντας συνολικά τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας από τη νέα χρονιά, κανείς ξεκινά από την ισχυρή ανάκαμψη και την ομαλή πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Όμως, οι συνθήκες αυτές δεν διασφαλίζουν πως λύνονται τα συστηματικά προβλήματα που χαρακτηρίζουν την οικονομία τα τελευταία πολλά χρόνια, σε συνέχεια και της προηγούμενης δεκαετούς κρίσης.