Το άρθρο του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ Σταύρου Κοντονή στο dikastiko.gr
Η πρόσφατη δήλωση των συνηγόρων του Νίκου Κοτζιά και η έντονα φορτισμένη προσωπική τοποθέτηση του ιδίου «προσπάθησαν να δολοφονήσουν το χαρακτήρα μου και να μου καταστρέψουν τη ζωή» αποτελεί όνειδος για την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και αποκαλύπτει μια κατάσταση σήψης και ιδιοτέλειας που είχε επικαθήσει στο κόμμα που κυβέρνησε τη χώρα για μία πενταετία.
Η δήλωση των συνηγόρων του του Ν.Κοτζιά αποκτά ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα, γιατί σ’ αυτήν διαλαμβάνονται όχι μόνο στοιχεία και γεγονότα, αλλά επιπροσθέτως κατονομάζονται πρόσωπα τα οποία λειτούργησαν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να βρεθεί ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών στο μέσον μιας δικαστικής περιδίνησης.
Όταν μετά την προ έτους διαγραφή μου, εξ αιτίας των όσων δημοσιοποίησα για τη μεθόδευση ψήφισης του νέου Ποινικού Κώδικα τέσσερις ημέρες πριν διαλυθεί η Βουλή, υποστήριξα ότι «οι ανάξιες ηγεσίες γίνονται αδίστακτες» (ΤΑ ΝΕΑ 17.10.2020) ήμουν σίγουρος, ότι η διαπλεκόμενη ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα μας επιφύλασσε νέα «κατορθώματα».
Η προσπάθεια κατασυκοφάντησης του Ν.Κοτζιά με παρένθετα πρόσωπα, τα οποία όπως και στη περίπτωσή μου προσέφεραν γενναιόδωρα τις «υπηρεσίες» τους, ξεπερνά κατά πολύ όσα είχα υποστεί ο ίδιος (είχα προσδιοριστεί ως αχθοφόρος πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων) γιατί στην υπόθεση του πρώην Υπουργού Εξωτερικών μεθοδεύτηκε εκτός των άλλων η δικαστική του εμπλοκή, δηλαδή η εξόντωσή του όχι ως πολιτικής προσωπικότητας, αλλά ως πολίτη.
Ακροθιγώς αναφέρω, ότι η υπόθεση αφορούσε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών με ιδιώτη, για τη συγκρότηση φακέλου αλλοδαπού, ο οποίος ζητούσε την έκδοση βίζας από το κατά τόπους ελληνικό προξενείο, το οποίο τελικώς θα ήλεγχε τα δικαιολογητικά και τελικά θα έκανε δεκτό ή θα απέρριπτε το αίτημα. Σημειωτέον ότι από τη σύμβαση αυτή δεν προέκυπτε καμία οικονομική επιβάρυνση για το ελληνικό δημόσιο, το οποίο επιπροσθέτως θα απέφευγε τη γραφειοκρατική διαδικασία της συλλογής εγγράφου του αλλοδαπού πολίτη. Αντιθέτως ο ιδιώτης θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει υπέρ του ελληνικού δημοσίου το 10% των εισπραχθέντων χρημάτων.
Είναι εντυπωσιακό ότι η παραπάνω διαδικασία, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί συνήθης, περιεβλήθη το μανδύα οικονομικού σκανδάλου και με πρωτοβουλία κυβερνητική απεστάλη στην εισαγγελία διαφθοράς, η οποία επί έντεκα μήνες διερευνούσε την υπόθεση!!!
Η μεθόδευση δικαστικής εμπλοκής του Ν.Κοτζιά στο υποτιθέμενο σκάνδαλο, δια της αποστολής «υλικού» στην εισαγγελική αρχή και η προσπάθεια «εντοπισμού» αναλόγων στοιχείων για όσους υπήρξαμε πολύ ή λίγο «ενοχλητικοί» για την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, συνδυάζεται απολύτως με μια πρακτική, που δεν διστάζει να εμπλέκει πολιτικούς αντιπάλους, αλλά και πρώην μέλη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ σε μία δικαστική περιπέτεια, με βραχυπρόθεσμο στόχο την πολιτική τους δυσφήμιση και ως εκ τούτου την πολιτική τους περιθωριοποίηση και απαξίωση.
Στην προέκτασή της η πρακτική αυτή διασταυρώνεται με τα κίτρινα δημοσιεύματα περιθωριακών εντύπων, αλλά και την προπαγάνδα του κομματικού τύπου, στενού ή ευρύτερου, που αναλαμβάνουν κάθε φορά να δολοφονούν χαρακτήρες και να καταστρέφουν ζωές, όπως εύγλωττα αναφέρει στη δήλωσή του ο Νίκος Κοτζιάς.
Αλλά τι να περιμένει κανείς από μια δράκα τακτικιστών, οι οποίοι δυστυχώς σήμερα επικαθορίζουν την ταυτότητα και την πορεία της ανανεωτικής αριστεράς, όταν κατά την κυβερνητική περίοδο προσελάμβαναν «προς αξιοποίηση» ότι πιο σκοτεινό και απαξιωμένο είχε «ανθίσει» την περίοδο του δικομματισμού Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ.
Αν τα προαναφερόμενα ακόμη και μέχρι τον Απρίλιο τ.ε. δεν ήταν απολύτως σαφή, σήμερα η κατάσταση η οποία έχει πλήρως και απολύτως διασαφηνιστεί δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας των πρακτικών που ακολουθούνταν και ακολουθούνται. Κυρίως δεν αφήνει κανέναν, τουλάχιστον απ’ όσους και όσες συγκροτούν σήμερα την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ εν ευρεία εννοία, να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε την κατάσταση που επικρατούσε.
Αν μάλιστα η πρακτική αυτή συνδυαστεί με τα γνωστά φληναφήματα περί ελέγχου των αρμών της εξουσίας και άλλων παρόμοιων, γίνεται αντιληπτό ότι ένας ιδιότυπος νεοσταλινισμός διαμορφώνει ως ιδεολογικό περίβλημα και ως πρακτική, μια πρωτόγνωρη κατάσταση για τον πολιτικό χώρο που προέκυψε από το ΚΚΕ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ.
Μετά ταύτα το να επιχειρηματολογήσει κάποιος, ότι η τακτική αυτή κινείται εκτός ιδεολογικού και πολιτικού πλαισίου της στρατηγικής του «δημοκρατικού δρόμου» είναι μάλλον απλή πολυτέλεια.