Ο Ντόναλντ Τραμπ προειδοποιεί ότι το Ισραήλ θα χάσει τη στήριξη των ΗΠΑ αν προσαρτήσει τη Δυτική Όχθη. Η Ουάσινγκτον αντιδρά, ο Νετανιάχου πιέζεται και ο Τραμπ προβλέπει εξομάλυνση με τη Σαουδική Αραβία
Ο Ντόναλντ Τραμπ έστειλε σαφές και αυστηρό μήνυμα προς το Ισραήλ, προειδοποιώντας ότι η Ουάσινγκτον θα αποσύρει τη στήριξή της εάν η κυβέρνηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου προχωρήσει σε προσάρτηση της Δυτικής Όχθης. Η δήλωση αυτή, σε συνέντευξη στο περιοδικό Time, έχει ήδη προκαλέσει διπλωματικό αναβρασμό και ανησυχία στο Τελ Αβίβ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος υπογράμμισε ότι η προσάρτηση δεν είναι αποδεκτή και ότι έχει δεσμευτεί απέναντι στις αραβικές χώρες να αποτραπεί μια τέτοια ενέργεια, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα. Εξήγησε ότι αν το Ισραήλ κινηθεί μονομερώς, θα βρεθεί χωρίς την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Η συνέντευξη δόθηκε τηλεφωνικά στις 15 Οκτωβρίου και ήδη έχει πολιτικές επιπτώσεις στην αμερικανοϊσραηλινή σχέση.
Έντονη δυσαρέσκεια στην Ουάσινγκτον για τα ισραηλινά νομοσχέδια
Η Κνεσέτ άναψε φωτιές, εγκρίνοντας τη συζήτηση δύο νομοσχεδίων που προβλέπουν την επέκταση της ισραηλινής κυριαρχίας στη Δυτική Όχθη, σε παλαιστινιακά εδάφη που καταλήφθηκαν το 1967. Η κίνηση αυτή προκάλεσε έντονη ενόχληση στην Ουάσινγκτον, με τον αντιπρόεδρο Τζ. Ντ. Βανς και τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο να εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους.
Η αμερικανική κυβέρνηση θεωρεί ότι οι ενέργειες αυτές υπονομεύουν την εύθραυστη εκεχειρία στη Γάζα, μετά από δύο χρόνια πολέμου και καταστροφής, και απειλούν την προσπάθεια σταθεροποίησης που έχει ξεκινήσει ο Λευκός Οίκος. Για την Ουάσινγκτον, μια πιθανή προσάρτηση θα αποτελέσει βαρύ πλήγμα στις διπλωματικές ισορροπίες και στην πολιτική αξιοπιστία του Ισραήλ στη διεθνή σκηνή.
Το παρασκήνιο των πιέσεων προς τον Νετανιάχου
Ο Τραμπ αποκάλυψε ότι είχε προσωπικές συνομιλίες με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου με στόχο την αποκλιμάκωση της σύγκρουσης και την αποφυγή μακροχρόνιου πολέμου. Όπως επεσήμανε, η παρέμβασή του απέτρεψε την παράταση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, που θα μπορούσαν να διαρκέσουν για χρόνια.
Η στάση αυτή αποδεικνύει ότι ο Λευκός Οίκος επιχειρεί να περιορίσει την ισραηλινή στρατιωτική πρωτοβουλία, θέλοντας να διαφυλάξει τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών ως εγγυητή σταθερότητας στη Μέση Ανατολή. Η επιλογή Τραμπ να πιέσει άμεσα τον Νετανιάχου ερμηνεύεται ως ένδειξη αποφασιστικότητας και στρατηγικής επανατοποθέτησης της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή.
Πρόβλεψη Τραμπ για εξομάλυνση Σαουδικής Αραβίας – Ισραήλ
Ο Αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Σαουδική Αραβία θα εξομαλύνει τις σχέσεις της με το Ισραήλ έως το τέλος του 2025, εκτιμώντας ότι η ιρανική απειλή έχει υποχωρήσει και πως η Μέση Ανατολή οδεύει προς ειρήνη.
Η εκτίμηση αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο των Συμφωνιών του Αβραάμ, τις οποίες ο Τραμπ θεωρεί κομβικό εργαλείο περιφερειακής σταθερότητας. Στόχος της Ουάσινγκτον είναι να δημιουργηθεί νέα αρχιτεκτονική συνεργασίας μεταξύ Ισραήλ και αραβικών κρατών, με βάση τα ενεργειακά και γεωπολιτικά συμφέροντα της περιοχής. Η προοπτική εξομάλυνσης θεωρείται σημαντικό βήμα για τη μείωση της έντασης και την αναδιαμόρφωση του ενεργειακού χάρτη της Μέσης Ανατολής.
Αναφορά στους Παλαιστίνιους και τον ρόλο του Μαχμούντ Αμπάς
Ο Τραμπ αναφέρθηκε στην παλαιστινιακή πλευρά, τονίζοντας ότι απουσιάζει ισχυρή και αποτελεσματική ηγεσία, αλλά παράλληλα επεσήμανε τη θετική του σχέση με τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς. Εξήρε τη μεταξύ τους επικοινωνία, σημειώνοντας ότι η Παλαιστινιακή Αρχή παραμένει κρίσιμος συνομιλητής για την επόμενη φάση των διαπραγματεύσεων.
Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι θα εξετάσει προσωπικά το ζήτημα της απελευθέρωσης του Μαρουάν Μπαργούτι, στελέχους της Φάταχ, που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης σε ισραηλινές φυλακές. Η αναφορά αυτή ερμηνεύεται ως κίνηση εξισορρόπησης, που δείχνει πως η Ουάσινγκτον επιθυμεί να διατηρήσει ανοικτούς διαύλους και με τις δύο πλευρές, χωρίς να προκαλέσει νέα κρίση.