Του Δημήτρη Μπεκιάρη
Όλες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν την έντονη φθορά της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η εγκληματική διαχείριση του κορυφαίου ζητήματος της πανδημίας, η οικονομική κρίση που σαρώνει την αγορά, τα μεσαία και κατώτερα στρώματα, η παταγώδης αποτυχία στην εξωτερική πολιτική (που θα έχει και συνέχεια), η επίθεση του αυταρχικού κράτους στους πολίτες και τα σκάνδαλα παιδεραστίας, σεξουαλικής κακοποίησης, αλλά και οι υποθέσεις διαφθοράς και τέλος τα εσωκομματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Μητσοτάκης γκρεμίζουν τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, είναι κοινή διαπίστωση των δημοσκόπων και των πολιτικών αναλυτών, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας δείχνουν πρωτοφανή – για τα ελληνικά πολιτικά χρονικά – αδυναμία να αποκομίσουν οφέλη από την φθορά του Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του.
Ταυτόχρονα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης βυθίζεται στη δίνη της εσωστρέφειας που λειτουργεί εν τέλει καταστροφικά για την άσκηση αποτελεσματικής αντιπολίτευσης.
Μπορεί να αποτελεί πρόωρη συζήτηση, έστω και αν στην παρούσα συγκυρία κυριαρχούν τα σενάρια πρόωρων εκλογών, αλλά είναι μαθηματικά βέβαιο, καθώς υπόκειται στους νόμους της νομοτέλειας που διέπουν τη λειτουργία των κομμάτων στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας χάσουν έδαφος ή αν ηττηθούν στις επόμενες εκλογές, θα τεθεί θέμα ηγεσίας.
Οι υποστηρικτές του προέδρου, πολιτικά στελέχη, αναλυτές, αρθρογράφοι και δημοσιογράφοι, φροντίζουν να υπενθυμίζουν στέλνοντας μηνύματα σε πολιτικούς και εσωκομματικούς αντιπάλους, αλλά και στα δομημένα συμφέροντα, ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι το ισχυρό χαρτί του ΣΥΡΙΖΑ ή ότι η προοπτική κυβερνητισμού του κόμματος ισοδυναμεί με την ηγεσία Τσίπρα. Κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ και Τσίπρας είναι έννοιες ταυτόσημες στη συλλογική συνείδηση, λένε.
Έχουν δίκιο, αλλά πρέπει να υπογραμμίζεται πάντοτε πως οι νόμοι της νομοτέλειας που διέπουν την αστική δημοκρατία και τα κόμματα εξουσίας είναι αδύνατον να υπερνικηθούν.
Ο Αλέξης Τσίπρας το γνωρίζει αυτό καλύτερα από όλους. Παράλληλα με την εσωκομματική ζωή στον ΣΥΡΙΖΑ, με την ανταγωνιστική ή και συγκρουσιακή σχέση που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στα εσωκομματικά μπλοκ, στις φράξιες και στις ομάδες, και, παράλληλα με τις διεργασίες και το διαδικαστικό πλαίσιο που ορίζουν την μετεξέλιξη του κομματικού μηχανισμού και την αντιστοίχιση του κομματικού με τον κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας και ένας στενός κύκλος προσώπων γύρω από τον ίδιο συζητούν για όλα τα ενδεχόμενα.
Ένα από αυτά είναι τι θα συμβεί στο ενδεχόμενο νέας εκλογικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ. Το ερώτημα που θα τεθεί από εσωκομματικούς αντιπάλους, αλλά και από το αντι – ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο που θα θέλει να ξεμπερδέψει τον πρώην πρωθυπουργό και σημερινό πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση νέας ήττας από τον Μητσοτάκη είναι το εξής: «Πόσες φορές πρέπει να χάσει κάποιος για να αποχωρήσει από την ηγεσία;». Ήδη ο Αλέξης Τσίπρας μετρά τρείς ήττες από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μία στις ευρωεκλογές του 2019, μία στις εθνικές εκλογές του ίδιου έτους και τέλος τη συντριβή στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές.
Πως απαντά, όμως, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σε όλα τα παραπάνω;
Ελιγμός
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι διατεθειμένος να αποχωρήσει ακόμη και αν χάσει τις επόμενες εκλογές. Όπως λέει πολύ καλά πληροφορημένη πηγή που γνωρίζει όσο λίγοι τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και πίσω από τις κλειστές πόρτες στην Κουμουνδούρου, «Ο Αλέξης δεν θα παραδοθεί, ακόμη και αν χάσει έδαφος, ακόμη και αν ηττηθεί ξανά στις εκλογές».
Η συζήτηση δεν πραγματοποιείται φυσικά σε επίπεδο κόμματος ή σε επίπεδο οργάνων, αλλά ανάμεσα σε ομάδες που λειτουργούν στο εσωτερικό και πέριξ του κόμματος ή αν θέλετε σε προσωπικό επίπεδο, σε ιδιωτικές συζητήσεις.
Η απόφαση που έχει λάβει ο Αλέξης Τσίπρας και τα σενάρια που απεργάζονται ο ίδιος και ο στενός κύκλος προσώπων που εμπιστεύεται τον έχουν οδηγήσει στην εξής απόφαση: «Ελιγμός»!
Διαβάστε τώρα το παρασκήνιο:
Τον περασμένο χειμώνα, ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας σε στενό κύκλο προσώπων, άφησε να εννοηθεί ότι προσανατολίζεται προς την κατεύθυνση επικράτησης ενός σεναρίου που αντιστοιχεί στο μοντέλο που έχει υιοθετήσει το γερμανικό SPD, δηλαδή στο μοντέλο της δίδυμης ηγεσίας, που την κομματική εξουσία και διοίκηση ασκούν οι πρόεδρος και ο συμπρόεδρος.
Σε περίπτωση νέας εκλογικής ήττας και εφόσον επιταχυνθούν οι πολιτικές εξελίξεις και οι εσωκομματικές διαδικασίες, με βάση πάντοτε το παραπάνω σενάριο, ο Αλέξης Τσίπρας θα πρότεινε, ως διάδοχο για τη θέση του επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ την πάντοτε διαθέσιμη να κάνει οποιαδήποτε δουλειά της ζητηθεί, Έφη Αχτσιόγλου. Εφόσον οι πολιτικές εξελίξεις ευνοήσουν την επιβεβαίωση ενός τέτοιου σεναρίου, είναι αυτονόητο ότι η πραγματική εξουσία, η εξουσία του ηγέτη, θα παραμείνει στα χέρια του Αλέξη Τσίπρα, με τον ίδιο να κατέχει τη θέση του συμπροέδρου, μέχρι να επανέλθει στην ηγεσία του κόμματος που θα τον οδηγούσε μελλοντικά, ξανά στην πρωθυπουργία (οι «Πυθίες» χρονολογούν μία τέτοια προοπτική το 2025 με 2027).
Ένα δεύτερο, πολύ πιο αδύναμο σενάριο, το οποίο απεργάζονται ο Αλέξης Τσίπρας με το «διευθυντήριο» που τον πλαισιώνει, είναι να καταφύγει στην απειλή προς όλα τα εσωκομματικά μέτωπα πως ακόμη και αν χάσει θα ιδρύσει δικό του κόμμα. Καλά πληροφορημένη πηγή υποστηρίζει πως ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας έχει διατυπώσει τη βεβαιότητα ότι η πλειοψηφία των βουλευτών και των στελεχών θα ακολουθούν τον ίδιο και όχι κάποια άλλη τάση, σε μία τέτοια περίπτωση.
(Αύριο το δεύτερο μέρος για την μυστική συμφωνία με όλα τα ονόματα και το… άγνωστο γραφείο)