Το νέο πολιτικό αποτύπωμα που άφησε η αναμέτρηση Μητσοτάκη – Τσίπρα στην ΔΕΘ, τα εκλογικά διλήμματα, όπως και τα ρίσκα και τις προκλήσεις για την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ αναλύει, σε συνέντευξή του στο tvxs.gr και στη Νικόλ Λειβαδάρη ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Νίκος Μαραντζίδης.
Στην ΔΕΘ, Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας κατέθεσαν προγράμματα και έβαλαν και τα εκλογικά διλήμματα. Πως διαμορφώνεται το πολιτικό τοπίο μετά από αυτή την αναμέτρηση της Θεσσαλονίκης; Εχετε μιλήσει για έναν νέο «καχεκτικό δικομματισμό» – διατηρείται ακόμη αυτή η εικόνα ή μπορεί να ανατραπεί;
Νομίζω πως τα βασικά στοιχεία του πολιτικού σκηνικού παραμένουν σε γενικές γραμμές αμετάβλητα. Δημοσκοπικά, η ΝΔ είναι μπροστά, ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί από μια σχετική απόσταση, τα μικρά κόμματα παραμένουν μικρά κόμματα, δηλαδή βρίσκονται σε μονοψήφια δύναμη και στασιμότητα. Γενικότερα, παρά τις ρωγμές και τις γκρίνιες, το καταστροφικό καλοκαίρι και το φιάσκο με τον ανασχηματισμό, ο πρωθυπουργός διατηρεί την πρωτοβουλία. Είναι προφανές πως ο έρωτας με την κοινή γνώμη έχει παρέλθει, είναι επίσης προφανές πως εμφανίζονται σημάδια κόπωσης, απογοήτευσης, αισθήματα αποξένωσης από κομμάτια του ακροατηρίου της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση φοβάται σοβαρές διαρροές προς μικρά νέα «αντεμβολιαστικά κόμματα» της άκρας δεξιάς, αλλά προς το παρόν αυτά δεν έχουν δώσει δυναμικό παρόν.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πάλι, παρά την αισθητή προσπάθεια αντεπίθεσης από το καλοκαίρι κι έπειτα, δείχνει προς το παρόν να μην μπορεί να αντιστρέψει το κλίμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Όλα αυτά είναι απολύτως λογικά: είναι πολύ νωρίς ακόμη για να δούμε δραματικά φαινόμενα πολιτικών ανατροπών. Σε γενικές γραμμές, λοιπόν, το κομματικό σύστημα δείχνει να διατηρεί τα χαρακτηριστικά του καχεκτικού δικομματισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε τον Ιούλιο του 2019.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έβαλε, χονδρικά, το δίλημμα «αυτοδυναμία ή επιστροφή στο χάος του 2015». Πολώνει, δηλαδή, το κλίμα. Γιατί; Που στοχεύει;
Προφανώς και πολώνει. Αυτό στοχεύει: να πολώσει για να περιορίσει τις όποιες απώλειες προς μικρότερα κόμματα ή τον ΣΥΡΙΖΑ. Από εδώ και μπρος, ο πρωθυπουργός δεν θα συγκρίνεται με τις προσδοκίες των ψηφοφόρων για την κυβέρνησή του αλλά με τους φόβους τους έναντι της αντιπολίτευσης και της ακυβερνησίας. Ο πρωθυπουργός απευθύνεται στους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του και τους λέει: «εγώ σε κυβέρνηση συνεργασίας δεν συμμετάσχω. Αν δεν έχω αυτοδυναμία, θα γίνουν ξανά εκλογές. Αν δεν σας αρέσω ψηφίστε ΣΥΡΙΖΑ». Η στρατηγική της πόλωσης θα γίνει η βασική στρατηγική της ΝΔ μέχρι τις εκλογές.
Ο Αλέξης Τσίπρας έβαλε, επίσης χονδρικά , το δίλημμα «προοδευτική διακυβέρνηση ή χάος Μητσοτάκη». Υπάρχει αυτή την στιγμή, στο πολιτικό σκηνικό, ρεαλιστική προοπτική για συγκρότηση προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας; Με ποιους θα μπορούσε να προκύψει;
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει το εξής πρόβλημα: πρέπει να είναι συνεπής με την επιλογή της ψήφισης της απλής αναλογικής από τη δική του κυβέρνηση πριν λίγα χρόνια. Αυτό στην πράξη σημαίνει αποδοχή πως εφόσον «δεν βγαίνουν» οι αριθμοί για αυτοδύναμη κυβέρνηση θα πρέπει να διαμορφωθούν οι όροι για προοδευτική διακυβέρνηση. Αυτό «βολεύει» επίσης στη σημερινή δύσκολη δημοσκοπικά συγκυρία όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έπεται στις δημοσκοπήσεις. Καθώς η προοδευτική διακυβέρνηση θεωρητικά τουλάχιστον μπορεί να διαμορφωθεί με «πορτογαλικούς όρους», -δηλαδή κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ του δεύτερου και τρίτου κόμματος, και αν χρειαστεί και τέταρτου κόμματος- επιτρέπει στην εποχή που οι δημοσκοπήσεις απογοητεύουν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να καλλιεργεί ένα κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας στους οπαδούς του κόμματος πως υπάρχει τρόπος να επιστρέψει στην εξουσία και αυτός είναι μια κυβέρνηση συνεργασίας, ακόμη κι από τη θέση του δεύτερου κόμματος.
Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται αλλού. Η απλή αναλογική δεν θα είναι το εκλογικό σύστημα στις μεθεπόμενες εκλογές. Ως εκ τούτου, κάτω από τις σημερινές συνθήκες και με τους παρόντες συσχετισμούς, κανείς δεν βλέπει το ζήτημα των κυβερνήσεων συνεργασίας μακροπρόθεσμα.
Το αποτέλεσμα; Η προοπτική της προοδευτικής διακυβέρνησης μετατρέπει σε πιο χαλαρή την ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ, κάνοντάς τον πιο ευάλωτο στην στρατηγική πόλωσης της ΝΔ. Ενώ δηλαδή η ΝΔ θα συσπειρώνει στη βάση του συνθήματος «ή εμείς ή κανείς», ο ΣΥΡΙΖΑ θα λέει «δεν πειράζει αν δεν με ψηφίσετε, μπορείτε να ψηφίσετε τους φίλους μου».
Το γεγονός μάλιστα πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισε να βάλει το δίλλημα περίπου ως εξής: «αυτοδύναμη κυβέρνηση ΝΔ ή κυβέρνηση Τσίπρα με Βαρουφάκη», δείχνει ξεκάθαρα που θα στοχεύσει ιδιαίτερα: στο σώμα εκείνο των ψηφοφόρων που έχουν ιδιαίτερα αρνητική αξιολόγηση για το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ το 2015.
Μακροπρόθεσμα (δηλαδή στις μεθεπόμενες εκλογές που θα γίνουν με το πλειοψηφικού χαρακτήρα μπόνους) πολύ πιθανόν η στρατηγική της προοδευτικής διακυβέρνησης να ωφελήσει το ΣΥΡΙΖΑ, όταν θα είναι σε θέση να θέσει διλλήματα από διαφορετική θέση και να υποστηρίξει στους ψηφοφόρους των όμορων κομμάτων πως αυτός από την πλευρά του έκανε ότι μπορούσε για να βάλει τη ΝΔ στην αντιπολίτευση. Βραχυπρόθεσμα, όμως, δηλαδή στις προσεχείς εκλογές θα βγει ωφελημένη η ΝΔ.
Βλέπετε ρωγμές στο «αντιΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο; Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πια ορατή φθορά της κυβέρνησης – μπορεί, και πως, να εισπράξει αυτή την φθορά ο ΣΥΡΙΖΑ;
Βεβαίως και υπάρχουν ρωγμές. Ο ΣΥΡΙΖΑ έσπασε εδώ και καιρό την απομόνωσή του. Τώρα είναι η κυβέρνηση που δείχνει να μην έχει πια συμμάχους. Εκτός από τον κύριο Λοβέρδο δεν βλέπω άλλον στην αντιπολίτευση με φιλική διάθεση προς τη ΝΔ. Τώρα, αν θα καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ να εισπράξει αρχικώς δημοσκοπικά και στη συνέχεια και εκλογικά από τη φθορά της κυβέρνησης είναι κάτι πιο σύνθετο.
Το πρώτο που σήμερα απαιτείται για το ΣΥΡΙΖΑ είναι χρόνος και υπομονή. Το δεύτερο μια σαφής, συστηματική, και μελετημένη στρατηγική αμφίπλευρης διεύρυνσης και προς τα δεξιά του και προς τα αριστερά του. Ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται να γίνει ο μεγάλος προοδευτικός πόλος που στο εσωτερικό του θα συναρθρώνονται διαφορετικά ρεύματα και ευαισθησίες του προοδευτικού χώρου: από τους προοδευτικούς φιλελεύθερους, τους σοσιαλδημοκράτες και τους πράσινους έως τα ρεύματα της ριζοσπαστικής και εναλλακτικής αριστεράς. Δεν λέω ότι αυτό είναι εύκολο να γίνει αλλά εφόσον η απλή αναλογική «πάει περίπατο» (όπως δείχνουν τα πράγματα) θα πρέπει να είναι έτοιμος για αυτό το βήμα.
Πρόωρες εκλογές βλέπετε; Και από τι θα εξαρτηθεί τελικά η προκήρυξή τους ή μη;
Νομίζω πως οι πρόωρες εκλογές σχετίζονται με τρεις παράγοντες: το τέλος της πανδημίας (είναι προφανές πως δεν μπορεί να γίνουν πρόωρες εκλογές υπό το φόβο λοκντάουν, κλπ), την ταχύτητα φθοράς της κυβέρνησης και το ζήτημα της συζήτησης του συμφώνου σταθερότητας. Θεωρώ πως είναι πιθανό να δούμε εκλογές εντός του 2022.
Οποτε κι εάν προκηρυχθούν οι εκλογές, που θα κριθούν; Είδαμε και τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα να επικεντρώνουν ευθέως στην μεσαία τάξη…
Πάντα οι εκλογές κρίνονται από ένα σύνολο μακροχρόνιων και συγκυριακών παραγόντων που διαμορφώνονται είτε από πολύ καιρό πριν είτε στην διάρκεια της προεκλογικής καμπάνιας. Είναι ακόμη νωρίς να πει κανείς που θα κριθούν οι εκλογές. Αυτό που μπορεί να πει κανείς με σιγουριά είναι πως σε αυτές τις εκλογές θα υπάρχει ένα φαβορί και ένα αουτσάιντερ.