Η περίπτωση Φλωρίδη αποκαλύπτει τον πιο κυνικό τύπο πολιτικού: εκείνον που αλλάζει στρατόπεδα χωρίς ιδεολογική συνέπεια, υπονομεύοντας τη δημοκρατία και τις αρχές της αντιπροσώπευσης
Periodista
Η ελληνική πολιτική σκηνή έχει γνωρίσει πλήθος μεταπηδήσεων και μεταμορφώσεων, όμως κάποιες περιπτώσεις ξεχωρίζουν για τον πολιτικό τους κυνισμό και τη σημειολογική τους βαρύτητα. Η περίπτωση του Γιώργου Φλωρίδη, πρώην υπουργού στις κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη και στη συνέχεια υπουργού υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας πολιτικής τάξης που αντιμετωπίζει την ιδεολογία ως προσωρινό ένδυμα και την εξουσία ως αυτοσκοπό. Η μετάβαση από το “εκσυγχρονιστικό” ΠΑΣΟΚ στη νεοφιλελεύθερη Δεξιά δεν αποτυπώνει απλώς προσωπική στρατηγική, αλλά συμπυκνώνει τη βαθιά κρίση αντιπροσώπευσης και την υποβάθμιση της πολιτικής σε τεχνική διαχείριση.
Πίσω από τέτοιες μετακινήσεις δεν κρύβεται κάποια ανώτερη συνθετική πολιτική σκέψη, αλλά ένας υπολογιστικός καιροσκοπισμός. Η συγκυριακή συμμαχία με όποιον εγγυάται πρόσβαση στην εξουσία συνιστά το κατεξοχήν γνώρισμα του “τεχνοκρατικού” πολιτικού που επενδύει στην εικόνα της αποτελεσματικότητας, ενώ στην πράξη απογυμνώνεται από κάθε ηθικό ή ιδεολογικό πρόσημο. Όταν ο ίδιος πολιτικός άνδρας παρουσιάζεται άλλοτε ως εκφραστής της σοσιαλδημοκρατικής μεταρρύθμισης και άλλοτε ως διαχειριστής ενός αυστηρού νεοφιλελευθερισμού, αποδεικνύει ότι το μόνο του σταθερό κριτήριο είναι η προσωπική επιβίωση.
Η περίπτωση Φλωρίδη είναι εμβληματική, όχι επειδή είναι μοναδική, αλλά επειδή καθρεφτίζει ευρύτερα φαινόμενα. Εκφράζει μια πολιτική κουλτούρα όπου η συνέπεια θεωρείται αφέλεια και η πίστη σε αρχές γραφικότητα. Όμως αυτή η χυδαία ευελιξία, μακροπρόθεσμα, υπονομεύει τη δημοκρατία, θολώνει τις διαχωριστικές γραμμές και ενισχύει την απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Όταν οι “άνθρωποι του Σημίτη” γίνονται υπουργοί του Μητσοτάκη, τότε το πρόβλημα δεν είναι απλώς η ασυνέπεια – είναι η παραδοχή πως το πολιτικό παιχνίδι έχει χάσει κάθε ειλικρίνεια.