«Περάσαμε το πρώτο διαγώνισμα, αλλά όχι τις τελικές εξετάσεις. Αυτές οι εκλογές είναι διαφορετικές. Δεν κρίνεται ποιος θα είναι πρώτο κόμμα. Αυτό απαντήθηκε από τους πολίτες», σημείωσε στη συνέντευξή του στο Πρώτο Θέμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμπληρώνοντας πως «αν οι εκλογές του Μαΐου είχαν γίνει με το σύστημα που ίσχυε πριν από την απλή αναλογική ή με το σύστημα που ισχύει σήμερα, τότε δεν θα χρειάζονταν νέες κάλπες, αφού θα είχαμε ήδη κυβέρνηση».
Υποστήριξε πως κεντρικά στοιχεία της πολιτικής της ΝΔ είναι η αύξηση των μισθών, που παραμένουν χαμηλοί σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, η μείωση των ανισοτήτων, η αναβάθμιση του ΕΣΥ και της δημόσιας παιδείας, ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό κράτος και τέλος μια πατρίδα με θωρακισμένα σύνορα και δυνατή φωνή στο εξωτερικό.
T
Σχολιάζοντας το υψηλό ποσοστό που συγκέντρωσε η ΝΔ στον πρώτο γύρο των εκλογών, ο Κυράκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε το αποτέλεσμα ως μια «ευχάριστη έκπληξη» και εστίασε την αύξηση που είχε το κόμμα του στις λεγόμενες «λαϊκές» συνοικίες και στη νεολαία.
Συνεχίζοντας σχολίασε το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας πως είναι μοναδικό φαινόμενο στη Μεταπολίτευση το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να υποστεί τέτοια καθίζηση. «Πρόκειται για μια καθολική απόρριψη από την κοινωνία της άκρατης παροχολογίας, της ατεκμηρίωτης κριτικής, της τοξικότητας και της χυδαιότητας στην πολιτική συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ», υποστήριξε.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, υπογράμμισε την ανάγκη της αυτοδυναμίας και έβαλε τέλος στα σενάρια συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με ακροδεξιά κόμματα όπως η Νίκη. «Από την πλευρά μου, έχω πει ότι δεν θα συνεργαστώ με καμία δύναμη στα δεξιά της Ν.Δ. Από την άλλη πλευρά, προτού ακόμη του ζητηθεί, ο κ. Νίκος Ανδρουλάκης έχει σπεύσει να αρνηθεί τόσο εμένα ως πρωθυπουργό όσο και το πρώτο κόμμα της κάλπης ως κυβέρνηση. Ενώ με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφές ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο συνεργασίας».
Ειδικότερα για τη Νίκη, υποστήριξε πως οι θέσεις που εκφράζει είναι πράγματι σκοταδιστικές και μας γυρνούν σε άλλες εποχές. «Παράλληλα, εργαλειοποιεί ωμά το θρησκευτικό συναίσθημα προκειμένου να υπηρετήσει άλλες, κρυφές πολιτικές ατζέντες. Πρέπει να λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη τη δημόσια δήλωση του Αρχιεπισκόπου. Είναι μια πολύ σοβαρή τοποθέτηση και λέει ξεκάθαρα ότι δεν πρέπει να εμπλέκονται η Εκκλησία και το θρησκευτικό συναίσθημα στην πολιτική. Κάποιοι πρέπει να σταματήσουν να παίζουν ανορθόδοξα παιχνίδια στο όνομα της Ορθοδοξίας», πρόσθεσε.
Στη συνέχεια, ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε και στην υποψηφιότητα του ΣΥΡΙΖΑ στη Ροδόπη, κάνοντας λόγο για ανοιχτή παρέμβαση του τουρκικού προξενείου υπέρ συγκεκριμένου υποψηφίου και αφήνοντας αιχμές κατά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για τη στάση που κρατά.
«Δεν γίνεται μια ξένη χώρα να παρεμβαίνει ανοιχτά υπέρ συγκεκριμένων υποψηφίων που αναφέρονται στο τουρκικό προξενείο και όχι στην ελληνική συνταγματική έννομη τάξη. Είναι θέμα που πρέπει να απασχολήσει πρωτίστως το κόμμα που τον επέλεξε, καθώς καθίσταται συμμέτοχο στην ανάμειξη ενός άλλου κράτους στα εσωτερικά της Ελλάδας. Και προσοχή: δεν μιλώ για όλους τους μειονοτικούς βουλευτές, ούτε για όλη την μουσουλμανική μειονότητα. Εχω, άλλωστε, στηρίξει τη θρησκευτική μειονότητα στα βήματα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη που έκανε πράξη την ισονομία και την ισοπολιτεία. Οι έλληνες μουσουλμάνοι πρέπει να αισθάνονται ότι έχουν ίσες ευκαιρίες με τους συμπολίτες τους Χριστιανούς και κάνουμε ό,τι χρειάζεται γι’ αυτό. Κάποιοι, όμως, θέλουν να τους αντιμετωπίζουν ως μοχλούς για να δημιουργούν προβλήματα στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και κάποια κόμματα όφειλαν να είναι πολύ πιο προσεκτικά στις επιλογές τους», δήλωσε.
Ερωτηθείς, τέλος, για τις δηλώσεις συνεργατών του ότι η ΝΔ επιθυμεί να αλλάξει το Σύνταγμα μόνη της με 180 βουλευτές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε: «Ο αριθμός 180 σε μια Βουλή που μάλλον θα έχει περισσότερα κόμματα είναι ανέφικτος. Αλλά σε κάθε περίπτωση, δεν είχα ποτέ πρόθεση να προχωρήσω σε συνταγματικές αλλαγές μόνο με το κόμμα μου. Αλλωστε, το ίδιο το Σύνταγμα επιβάλλει διακομματικές συνεννοήσεις. Γι’ αυτό απαιτεί και μεγάλες πλειοψηφίες. Θα προσπαθήσουμε, λοιπόν, να εξασφαλίσουμε ευρύτερες συναινέσεις για να κάνουμε τις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα».