Του Νίκου Κοτζιά
Στην εξωτερική πολιτική πάντα χρειάζεται μια νηφάλια ματιά. Δεν βοηθούν οι υπερβολές, ούτε η υποτίμηση του άλλου. Δεν χρησιμεύει η απόρριψη καλών συμβιβασμών, ούτε η υποχώρηση σε πιέσεις και η αποδοχή «σάπιων συμβιβασμών». Στη χώρα μας κάνει κακό τόσο η στάση της αδράνειας, όσο και εκείνη του ενδοτισμού. Εκείνο που χρειάζεται είναι να ακολουθείται η στρατηγική της ενεργητικής δημοκρατικής πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.
Η πολιτική των υποτιμήσεων
Οι πρώτοι 20 μήνες διακυβέρνησης της ΝΔ, ήταν η περίοδος που η ΝΔ υποβάθμιζε τις ενέργειες της Τουρκίας. Όσες προκλήσεις και παραβιάσεις και αν έκανε η τελευταία, οι υπουργοί της ΝΔ έβλεπαν μόνο αποτυχημένες προσπάθειες δημιουργίας τετελεσμένων και μια ξεπερασμένη λογική της «εποχής των κανονιοφόρων». Ειρωνευόντουσαν τις προκλήσεις της Τουρκίας στην Κύπρο και τις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου στις ελληνικές θάλασσες. Απέφευγαν δε, ως ο διάβολος το λιβάνι, να πούνε τη λέξη «Κατοχή» για τη Μεγαλόνησο. Τα τουρκικά πλοία που παραβίαζαν τις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες, άλλοτε λεγόταν ότι τα παρέσυρε ο «στρατηγός άνεμος» (όπως εκείνος των Ιμίων) και άλλοτε ότι τα παρενοχλούν «ο θόρυβος» που έκαναν τα άλλα τουρκικά καράβια. Καταλάμβαναν οι Τούρκοι αμμονησίδα στον Έβρο για μερικές ώρες, δήλωναν, όπως ο Υπουργός Εξωτερικών Δένδιας, ότι η κατάληψη δεν ήταν σοβαρή διότι αφορούσε «μόνο λίγα μέτρα για μικρό χρονικό διάστημα». Έκανε η τουρκική πολεμική αεροπορία για πρώτη φορά παραβιάσεις όχι μόνο πάνω από νησίδες και νησιά αλλά ακόμα και πάνω από ηπειρωτικά εδάφη, όπως στην Θράκη, προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι «δεν συνέβη και κάτι αξιοσημείωτο».
Όλη η πιο πάνω στάση της Κυβέρνησης έδειχνε υποτίμηση των ενεργειών της Τουρκίας και των μακρόχρονων επιπτώσεών τους. Συνδυάστηκε δε, με την υποτίμηση της όποιας πολιτικής ικανότητας της Τουρκίας. «Δεν έχει πολιτική», έλεγαν εκείνοι που αιφνιδιάστηκαν από το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Οι ίδιοι οι οποίοι απέλασαν τον τότε πρέσβη της Λιβύης στην Αθήνα, παρόλο που είναι φίλος της Ελλάδας και δεν άνηκε σε κάποια παράταξη του λιβυκού εμφυλίου. Τι κάνει ο απελαθείς σήμερα; Είναι πρόεδρος της Λιβύης. Πρόσφατα δε, ήρθε δε, φιλικά στην Αθήνα προκειμένου να δει την οικογένειά του που ζει στην χώρα μας. Αναρωτιέμαι, μήπως ήταν ανοησία αυτή η απέλαση; Μήπως ήταν επιπόλαιο να υποταχτεί η εξωτερική πολιτική απευθείας στα αιτήματα τρίτων; Μέχρι σήμερα πολλοί σιωπούν επ’ αυτού που κατά τα άλλα είναι λαλίστατοι.
Πολιτική χωρίς κατανόηση της πραγματικότητας
Η υποτίμηση των πράξεων της Τουρκίας, συνοδεύτηκε από την μη κατανόηση της ουσίας της εξωτερικής πολιτικής της, καθώς και της στάσης των εταίρων μας απέναντί της. Όλοι γνωρίζουν ότι ούτε κυρώσεις υπήρξαν, ούτε αποκλεισμοί της Τουρκίας, ούτε προειδοποίηση ότι δεν θα ανανεωθεί η τελωνειακή ένωση, παρά μόνο από την Κύπρο που έθεσε στην ΕΕ βέτο χωρίς την συνδρομή της Ελλάδας. Κάθε άλλο, η ελληνική κυβέρνηση έχει προαναγγείλει τρεις φορές ότι θα θέσει βέτο για σειρά υποθέσεων που ουδέποτε έθεσε. Για αυτό οι τρίτοι την μετράνε και την βρίσκουν ελαφριά σαν το φτερό στον άνεμο. Συμπεριφέρεται δε και σήμερα όπως συμπεριφερόντουσαν οι ελληνικές κυβερνήσεις επί δεκαετίες ως προς το Μακεδονικό, τότε που δεν είχαν πάρει χαμπάρι τις αλλαγές που εξελίσσονταν στην Γιουγκοσλαβία και στην ΦΥΡΟΜ. Ανάλογα, ως προς την Τουρκία, συμπεριφέρονται ως να μην αντιλαμβάνονται το γεωπολιτικό παιχνίδι. Δεν είναι τυχαίο ότι επί μήνες θεωρούσαν ότι η Τουρκία είναι «απομονωμένη». Ότι ουδείς στην ΕΕ «θέλει να μιλήσει» στους Τούρκους.
Αυτό τον μήνα, κάποιοι κύκλοι στη ΝΔ ανακάλυψαν ότι πρέπει να αντιμετωπίσουν, τουλάχιστον για επηρεασμό της κοινής γνώμης, την Τουρκία διαφορετικά από ότι μέχρι σήμερα. Ασφαλώς η αιτία που έφτασαν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις στο σημερινό σημείο είναι η προκλητική πολιτική της Τουρκίας. Σε εκείνο που ευθύνεται η νυν ελληνική κυβέρνηση είναι ότι με την ανεμελιά που επέδειξε επί 20 μήνες, δεν έκοψε έγκαιρα το βήχα της Τουρκίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στη διάρκεια θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης δεν υπήρξαν περιθώρια να πράξει η Τουρκία τα ανάλογα με τα σημερινά. Όταν ακούω, λοιπόν, κυβερνητικά στελέχη να λένε ότι «επιτέλους πρέπει να τα λέμε στην Τουρκία, να μην τα κρύβουμε κάτω από το χαλί» θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι δεν αναφέρονται στο παρελθόν, αλλά στα ίδια τα δικά τους πεπραγμένα. Και τι να τους κάνουμε σήμερα; Να τους λέμε «μπράβο και μόνο μπράβο» γιατί μας έφτασαν μέχρι εδώ που μας έφτασαν; Στο σημείο, δηλαδή, που δεν αντέχουν ούτε οι ίδιοι τα αποτελέσματα και τις συνέπειες της δικής τους πολιτικής;
Εξωτερική πολιτική δεν γίνεται με το βλέμμα στραμμένο αλλού
Κανένα πρόβλημα δεν λύνεται -ακόμα και αν λέγονται με καθυστέρηση μερικά σωστά- στην περίπτωση που «ο ομιλών» πολιτικός δεν έχει κατά νου την ανάδειξη και την λύση των προβλημάτων, αλλά, αντίθετα, το εσωτερικό της χώρας και του κόμματός του. Θυμίζω, ότι η ΝΔ δεν μπόρεσε να συμβάλλει στη λύση του Ονοματολογικού, παρά τις προσπάθειες του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, διότι οι εσωκομματικοί καυγάδες σκέπασαν τα εθνικά προβλήματα. Διότι από κάποιο σημείο και μετά, όλες οι πλευρές που ήταν σε σύγκρουση εντός της ΝΔ δεν κοιτούσαν μόνο το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της χώρας, αλλά κύρια τους εσωκομματικούς ανταγωνισμούς.
Για αυτό θα πρέπει να μας πει, επιτέλους, ο ΥΠΕΞ της ΝΔ ποιος ήταν κατά τη γνώμη του ο πραγματικός σκοπός του πρόσφατου ταξιδιού στην Τουρκία. Αν αυτός ο σκοπός επιτεύχθει ή όχι; Αν ναι σε τί συνίσταται η επιτυχία και αν όχι γιατί; Αυτά τα ερωτήματα απαιτούν νηφάλιες απαντήσεις και διάλογο ουσίας. Αντ’ αυτού υπήρξε μια άνευ προηγουμένου επίθεση στους ερωτώντες σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί για μια ακόμα φορά μια ατμόσφαιρα παρόμοια με εκείνη για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Οι εξελίξεις δεν τους επιβεβαίωσαν ως προς αυτή τη Συμφωνία. Πολύ φοβάμαι ότι ούτε οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά θα τους επιβραβεύσουν αν συνεχίσουν να εμποδίζουν έναν παραγωγικό διάλογο στην ελληνική κοινωνία και δεν συνέλθουν ώστε να σταματήσουν οι υποχωρήσεις, οι μη παραγωγικές υποτιμήσεις, η κυριαρχία της εσωκομματικής λογικής και η παραπέρα συσσώρευση προβλημάτων σε μια Ελλάδα που κινδυνεύει να τεθεί σε τροχιά παρακμής.