Του Κώστα Βαξεβάνη
Τη μεγαλύτερη ζημιά την έχουν κάνει οι επικοινωνιολόγοι του. Μάζεψαν φύκια από τους βάλτους της οικογενειοκρατίας, της συντήρησης, του αυταρχισμού και κυρίως της παθογενούς ανικανότητας και τα εμφάνισαν σαν μεταξωτές κορδέλες με τις οποίες οφείλουμε να στολίσουμε την καθημερινότητά μας. Τον παρουσίασαν ως άλογο κούρσας που θα αναμετρηθεί με τις δυσκολίες, για να αποδειχθεί όμως «μουλάρι ο Αστραχάν». Φόρτωσαν το βιογραφικό και την προσωπικότητά του με επίθετα που δεν μπορούσε να υπηρετήσει και με ιδιότητες που ουδέποτε είχε. Αλλά δεν απευθύνθηκαν μόνο στο κοινό που επιχειρούσαν να ξεγελάσουν. Δημιούργησαν και στον ίδιο την πεποίθηση ότι μπορεί και τον άφησαν απροστάτευτο να θαλασσοδέρνεται μέσα στην επικοινωνιακή εικονικότητά του.
Ο Μητσοτάκης σήμερα δεν απολογείται μόνο στην εικόνα μεγάλης προσδοκίας που δημιούργησαν για το πρόσωπό του, αλλά αυτοεκτίθεται και αυτογελοιοποιείται παίζοντας ρόλους που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Σαν να παίζει ο Καραγκιόζης στην Επίδαυρο.
Στην προσπάθεια των επικοινωνιολόγων να απομακρύνουν τον Μητσοτάκη από το δύσκολο τερέν της καθημερινότητας τον διοχέτευσαν από την πίσω πόρτα στη διεθνή σκηνή, ελπίζοντας ότι έτσι θα αλλάξει την επιβαρυντική ατζέντα. Αυτό όμως που έκαναν στην πραγματικότητα ήταν ότι τον έθεσαν σε άμεση σύγκριση με τους άλλους ηγέτες της Ευρώπης και πολύ περισσότερο με τον Ερντογάν. Δύο εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Μητσοτάκης φαντάζει σαν καρτούν της γεωπολιτικής, ένας ηγέτης που δεν καθορίζει τις εξελίξεις αλλά σπεύδει να δώσει διαπιστευτήρια υποταγής ακόμη και για πράγματα που δεν του ζήτησε κάποιος να υποταχθεί.
Ο Μητσοτάκης έστειλε δυο κοντέινερ με καλάσνικοφ στην Ουκρανία, για να πυροβολήσει τελικώς τα πόδια του και τα πόδια της χώρας εμπλέκοντάς τη στην εμπόλεμη σύρραξη. Δεν είναι η πρώτη φορά που ανατρέπει την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας όπως παγιώθηκε επί δεκαετίες με διάφορες κυβερνήσεις. Σε δύο φάσεις της ιστορίας της η Ελλάδα επέλεξε εμπλοκή σε πόλεμο τρίτων, πληρώνοντας τις αυταπάτες της. Η πρώτη φορά ήταν το 1919 με την εκστρατεία στην Κριμαία (πάλι πόλεμος στην Ουκρανία) και η δεύτερη με την εκστρατεία στη μακρινή Κορέα. Με την εκστρατεία της Κριμαίας ο Ελευθέριος Βενιζέλος φιλοδοξούσε να εξασφαλίσει τη στήριξη της Γαλλίας στο εθνικό θέμα της Θράκης. Το μόνο που πέτυχε ήταν να καταστήσει τους Ρώσους (Σοβιετικούς τότε) υποστηρικτές του Κεμάλ Ατατούρκ στη Μικρασιατική Καταστροφή. Με τον πόλεμο της Κορέας η κυβέρνηση Νικολάου Πλαστήρα και Σοφοκλή Βενιζέλου ήθελε να θέσει υποψηφιότητα ως μέλος του νεοσύστατου ΝΑΤΟ. Και στις δύο περιπτώσεις η Ελλάδα πήρε σκληρό μάθημα και δεν επανέλαβε την τακτική του εύπιστου και βολικού συμμάχου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έσπασε την παράδοση και επέλεξε διαφορετικά. Μόνο που δεν είχε κανένα λόγο να το κάνει, ούτε προσέβλεπε σε απολαβές για τη χώρα. Επέλεξε την εμπλοκή στον πόλεμο θεωρώντας ότι το προφίλ του στρατηλάτη ή του απουσιολόγου της Δύσης θα είχε θετικό αποτέλεσμα για τον ίδιο και θα τον απομάκρυνε από τα προβλήματα της καθημερινότητας.
Επέλεξε την εμπλοκή, θέτοντας μάλιστα μέσα στη διακεκαυμένη ζώνη των χειρισμών του τους 100.000 Ελληνες ομογενείς στην Ουκρανία. Για να το κάνει μάλιστα είπε ψέματα στον ελληνικό λαό από το βήμα της Βουλής ότι δήθεν ήταν απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σήμερα μόνο δέκα από τις 27 χώρες της ΕΕ έχουν στείλει πολεμικό υλικό στην Ουκρανία.
Τα αποτελέσματα της κίνησης Μητσοτάκη είναι ορατά στις αγαπημένες του δημοσκοπήσεις. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων είναι κατά της συγκεκριμένης εμπλοκής. Κυρίως είναι ορατά στο διπλωματικό πεδίο. Η Ελλάδα στέλνει όπλα, αλλά ο Ζελένσκι ευχαριστεί τον Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος συνομιλεί με τον Μπάιντεν και με τον Πούτιν, φιλοξένησε τη διαπραγματευτική συνάντηση στην Αττάλεια και περιμένει τον Γερμανό καγκελάριο Σολτς τη Δευτέρα για συνομιλίες. Ολα αυτά όντας απομονωμένος, όπως θέλει να τον αποκαλεί η ελληνική κυβέρνηση. Σήμερα θα έχει γεύμα με τον Ελληνα πρωθυπουργό, στο οποίο πολύ φοβάμαι ότι ο Μητσοτάκης θα είναι το επιδόρπιο. Τολμώ να προβλέψω ότι μετά το γεύμα θα διαρρεύσει από τον Ερντογάν ότι «με τον Μητσοτάκη συζήτησε όλα τα διμερή θέματα Ελλάδας και Τουρκίας» για να επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά ότι μεταξύ των δύο κρατών δεν υπάρχει μόνο το θέμα ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, αλλά και θέματα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, αμφισβητούμενων περιοχών και άλλα πολλά.
Η αγωνία του Μητσοτάκη δεν είναι γεωπολιτική ή εθνική αλλά προσωπική. Να μπορέσει να μπει η φωτογραφία του στο άλμπουμ των επαφών που γίνονται αυτές τις μέρες για να την εμφανίσει ως διεθνή πρωτοβουλία.
Ταυτόχρονα, ο Μητσοτάκης διαπράττει για μία ακόμη φορά την απρέπεια να κρατά μακριά από τις διαδικασίες τον καθ’ ύλην αρμόδιο υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια.
Εξω δεν πάμε καλά, αλλά μέσα πάμε χειρότερα. Ο Μητσοτάκης παλεύει να αποδράσει από την πραγματικότητα που περιγράφουν οι λογαριασμοί του ρεύματος και οι αντλίες των καυσίμων. Δεν μπορεί να απαντήσει (και δεν μπορούν να τον βοηθήσουν ούτε οι σύμμαχοι καναλάρχες σε αυτό) γιατί επί μήνες η Ελλάδα είναι στο έλεος της αισχροκέρδειας. Πώς η βενζίνη που φεύγει από τα ελληνικά διυλιστήρια για να πάει στην Κύπρο καταλήγει να στοιχίζει φτηνότερα από αυτήν στην Ελλάδα; Πώς η χώρα βρίσκεται ανοχύρωτη μπροστά στην ακρίβεια και στον πληθωρισμό;
Φυσικά έχει ενεργοποιηθεί και πάλι ο κοινωνικός αυτοματισμός. Φταίνε όσοι κυκλοφορούν με το αυτοκίνητο, όσοι δεν αντιλαμβάνονται τις επιπτώσεις του πολέμου, φταίνε όσοι δεν φταίνε αλλά είναι οι συνήθεις φταίχτες. Την ίδια ώρα τα golden boys του ΔΕΔΔΗΕ δίνουν μπόνους στον εαυτό τους και ο προκλητικός υπουργός Αδωνης Γεωργιάδης κάνει επίθεση στην κοινωνία έχοντας το θράσος να πει ότι δεν του φτάνουν οι μισθοί του (θα είχε ενδιαφέρον να μας πει αν του φτάνουν τουλάχιστον τα «αδιευκρίνιστα»).
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι σε ελεύθερη πτώση και αναζητά παράθυρο χρόνου και αφήγημα για να πάει σε εκλογές προτού να είναι πολύ αργά. Κάθε μέρα που περνάει τον φέρνει σε χειρότερη θέση, αλλά θα τον κάνει όλο και πιο επιθετικό. Ο,τι έχει πει μέχρι στιγμής, όπως λένε και στις ταινίες, θα χρησιμοποιηθεί σε βάρος του.