Για τον Έλληνα ψηφοφόρο κάποτε η κάλπη ήταν μια γιορτή δημοκρατίας, όχι μόνο μια υποχρέωση από τον νόμο. Όλα άλλαξαν από το πρώτο Μνημόνιο και μετά. Έκτοτε τα αντανακλαστικά των πολιτών ατόνησαν. Η πίστη σε μια ψήφο που μπορεί να αλλάξει τα πράγματα έδωσε τη θέση της στην απογοήτευση κι εν τέλει στην αδιαφορία και την παραίτηση για ένα όλο και μεγαλύτερο ποσοστό πολιτών.
Τα δύο μεγάλα ερωτήματα για τις εκλογές της 21ης Μαΐου είναι τα ποσοστά της αποχής και η ψήφος των νέων. Σε ένα τόσο θολό τοπίο, πρόβλεψη δεν χωρά. Μοναδικές βάσιμες κρίσεις προκύπτουν από το πρόσφατο παρελθόν. Και οι αριθμοί δεν είναι καλοί.
Από τη χρυσή χρονιά του 2004, όταν όλη η Ελλάδα έσφυζε από αυτοπεποίθηση, «μεθούσε» από ιστορικά γεγονότα, όπως η κατάκτηση του Euro και οι Ολυμπιακοί Αγώνες και έσπευσε στις κάλπες κάνοντας ιστορικό ρεκόρ προσέλευσης, μεσολάβησαν πολλά.
Σε αυτά τα ούτε καν 20 χρόνια, που φαίνονται τόσο μακρινά, αλλοιώθηκαν συνήθειες, αντιλήψεις και «πιστεύω» ολόκληρων δεκαετιών.
Καθρέφτης είναι οι εκλογικές συμπεριφορές:
- Από το 2004 έως τις εκλογές του 2019, σε μόλις 15 χρόνια, «εξαφανίστηκε» ο 1 στους 4 ψηφοφόρους, συνολικά 1.803.724 πολίτες.
- Το 2004 πήγαν στις κάλπες 7.573.368, ο υψηλότερος αριθμός πολιτών που έχει συμμετάσχει σε εκλογές στην ιστορία της χώρας. Το 2019 ψήφισαν μόνο 5.769.644. Η δραματική πτώση φτάνει στο 23,82%.
- Μόνο σε μια δεκαετία, από το 2009, όταν η Ελλάδα όδευε προς το πρώτο Μνημόνιο, έως το 2019, χάθηκε το 18,1% των ψηφοφόρων. Σχεδόν 1.300.000 πολίτες, ο 1 στους 5, δεν ξαναπήγαν στην κάλπη.
- Από τις 5 Ιουλίου 2015 που έγινε το δημοψήφισμα μέχρι τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, γύρισε την πλάτη στις εκλογές ο 1 στους 10 πολίτες. Μέσα σε 2,5 μήνες καταγράφηκαν απώλειες 594.845 ψηφοφόρων.
- Στις εκλογές από Ιανουάριο του 2015 έως Σεπτέμβριο του 2015 οι απώλειες ξεπέρασαν το 12%. Το χειρότερο απ’ όλα; Οι εκλογές του 2019 δεν «έφεραν» πίσω ούτε κατά διάνοια τη συντριπτική πλειοψηφία των απογοητευμένων ψηφοφόρων.
- Η μείωση προσέλευσης του εκλογικού σώματος επηρέασε, όπως είναι αναμενόμενο, και τα ποσοστά ώστε να εκλεγεί ένα κόμμα πρώτο. Ενδεικτικά, η Ν.Δ. έλαβε 39,85% και αυτοδυναμία με 2.200.000 ψήφους το 2019. Δέκα χρόνια πριν, το 2009, με 2.300.000 ψήφους η Ν.Δ. ήταν 2η με ποσοστό 33,4%.
- Αν και στις φετινές εκλογές αποκτούν δικαίωμα να πάνε στην κάλπη για πρώτη φορά 438.595 νέοι και νέες, οι αριθμοί των συνολικών συμμετεχόντων στην εκλογική διαδικασία δεν αναμένεται να αλλάξουν.
Οι πιο παρατηρητικοί, όμως, θα έχουν ήδη προσέξει ότι η μεταμόρφωση της συμπεριφοράς των πολιτών δεν είναι ανεξήγητη. Αλληλεξαρτάται τόσο από την πολιτική σκηνή της χώρας όσο και από μεγάλα γεγονότα που επηρεάζουν άμεσα τη ζωή του κόσμου. Κανένα ηλεκτροσόκ που επιβάλλεται διά της βίας ή της παρανομίας στην κοινωνία δεν μένει χωρίς συνέπειες.
Το 2004 όλοι ανέμεναν με ενθουσιασμό το πάρτι της μεγάλης διοργάνωσης στην Αθήνα. Ο Σημίτης είχε «κουράσει» και η πλειοψηφία του λαού ήθελε να αλλάξει τα πράγματα, έχοντας καλή ψυχολογία και αυτοπεποίθηση. Για πρώτη φορά πήγαν να ψηφίσουν πάνω από 7.500.000 πολίτες. Τάση που διατηρήθηκε, έστω και με μικρές απώλειες, έως το 2009.
Όμως από το πρώτο Μνημόνιο του 2010 όλα άλλαξαν. Η βιαιότητα των μέτρων φτωχοποίησης από τις ελληνικές κυβερνήσεις και την τρόικα προκάλεσε το πρώτο συντριπτικό σοκ. Ο κόσμος προσπάθησε να αντιδράσει. Αρχικά με τις μεγάλες διαδηλώσεις. Στη συνέχεια «κατέστρεψε» το ΠΑΣΟΚ του Καστελόριζου και επέβαλε μια δομική αλλαγή πολιτικών συσχετισμών. Λίγοι, όμως, πρόσεξαν ή ήθελαν να προσέξουν τότε το πιο ανησυχητικό μήνυμα απ’ όλα. Αυτό για τις δημοκρατικές διαδικασίες.
Στα τρία χρόνια από το 2009 έως το 2012 δεν ξαναπήγαν στην κάλπη 826.855 συμπολίτες μας. Απαυδισμένοι από το πολιτικό σύστημα συνολικά, από την τρόικα, από την ανεργία, από το γεγονός ότι μέσα σε μερικές νύχτες έχασαν τον τρόπο ζωής τους και της οικογένειάς τους ή ακόμα και ότι αναγκάζονταν κάποιοι εξ αυτών να ψάχνουν στους κάδους για να επιβιώσουν.
Την ώρα που οι ελληνικές κυβερνήσεις δέχονταν, ακόμα και υπερασπίζονταν, όλα τα μισάνθρωπα μέτρα που ζητούσε ο Σόιμπλε για να κάνει την αναδιανομή του ελληνικού πλούτου υπέρ γερμανοκίνητων συμφερόντων, ο Βενιζέλος για λίγη εξουσία οργάνωνε με τη Μέρκελ το πραξικόπημα σε βάρος του εκλεγμένου δημοκρατικά Γιώργου Παπανδρέου. Με στόχο να «φυτέψουν» τον χαρτογιακά Παπαδήμο.
Ήταν τότε που με όλα αυτά η δημοκρατία μας έμπαινε στον μεγαλύτερο κίνδυνο από τον οποίο δεν έχει ξεφύγει μέχρι και σήμερα. Όλα τα βρίσκει μπροστά της ένα προς ένα. Η αρχική οργή για τα παιχνίδια στην πλάτη του λαού μετατράπηκε σε απαξίωση και αποχή για 800.000 ανθρώπους από την πρώτη κιόλας τριετία. Το μήνυμα είχε σταλεί πρώτα από αυτούς, αλλά κανείς δεν είχε, μέσα στο τότε χάος, τα αισθητήρια για να το αξιολογήσει έγκαιρα. Δυστυχώς, υπήρξε και συνέχεια.
Είναι απολύτως ψευδές αυτό που ισχυρίζονται, βολικά, διάφορα κόμματα και δημοσκόποι, ότι η αποχή είναι προϊόν των καιρών μας και διεθνές φαινόμενο. Στην Ελλάδα υπάρχουν ειδικές και συγκεκριμένες αιτίες που έχουν να κάνουν με τον τρόπο που το πολιτικό σύστημα αντιμετώπισε εν τέλει την ίδια την ψυχή της δημοκρατίας, δηλαδή τον ελληνικό λαό. Αδιάψευστος μάρτυρας, οι αριθμοί που παρουσιάζουμε σήμερα.
Οι 1.800.000 άνθρωποι που είχαν ψηφίσει το 2004 δεν πάνε σήμερα στην κάλπη για να υπερασπιστούν την κορυφαία δημοκρατική μας διαδικασία. Μένουν απαθείς, περιθωριοποιημένοι, βαθιά αηδιασμένοι, αισθάνονται ότι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα, ότι η ψήφος τους δεν έχει νόημα.
Από τους 400.000 νέους που έφυγαν από τη χώρα λόγω κρίσης το 2013-17, οι περισσότεροι δεν ψήφιζαν καν τη δεκαετία του 2000, οπότε καταρρίπτεται εύκολα ακόμα ένα ρηχό δημοσκοπικό και πολιτικό άλλοθι για τα ποσοστά αποχής.
Έως το 2009 η μεγάλη συμμετοχή των ψηφοφόρων φαινόταν ξεκάθαρα από τους αριθμούς. Τιμούσαν τη διαδικασία. Στα Μνημόνια ήταν που έπαψαν να πιστεύουν ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και αποσύρθηκαν στη σιωπή τους. Έκτοτε δεν στάθηκε τίποτα ικανό να τους παρακινήσει. Το αν θα ενεργοποιηθεί ξανά και πότε αυτός ο κόσμος δεν μπορεί να το προβλέψει κανείς.
Το τσαλάκωμα της ελπίδας στο δημοψήφισμα και μείον ακόμα 764.000 πολίτες
Μια δεύτερη χρονιά-σταθμός ήταν το 2015. Τότε, τον Ιανουάριο, υπήρξε για πρώτη φορά μια μικρή αύξηση της συμμετοχής, έστω και 2% σε σχέση με το 2012. Ο Σαμαράς, που το έπαιζε αντιμνημονιακός αρχικά, μαζί με τον Βενιζέλο πετσόκοψαν κι άλλο τις περιουσίες των Ελλήνων από το 2012, όπως και τα συνταξιοδοτικό τους παρόν και μέλλον.
Ο «άφθαρτος» ΣΥΡΙΖΑ με την ενθουσιώδη αντιμνημονιακή ρητορική του προσέλκυσε ξανά περίπου 120.000 από τους απέχοντες ψηφοφόρους. Υψηλή ήταν και η συμμετοχή στο δημοψήφισμα. Ομως, τον Σεπτέμβριο και μετά το νέο Μνημόνιο, αντί για την απαλλαγή από τα Μνημόνια μετά το «Όχι», υπήρξε καταθλιπτική καθίζηση. Από 6.330.356 πολίτες που πήγαν στην κάλπη τον Ιανουάριο του 2015, τον Σεπτέμβριο ήταν μόλις 5.566.295, μείον 764.000. Η ελπίδα ότι κάτι μπορεί να γίνει απέναντι στη βία των Γερμανών και στα παιχνίδια των συστημικών κομμάτων και μίντια της Ελλάδας συνετρίβη στο δημοψήφισμα.
Ο Τσίπρας πήρε ξανά την πρωτιά τον Σεπτέμβριο, αφού θεωρήθηκε ότι τουλάχιστον προσπάθησε, αλλά υποχρεώθηκε σε οδυνηρό συμβιβασμό, όμως η πίστη των πολιτών στη διαδικασία τσαλακώθηκε. Ανεπανόρθωτα, όπως φάνηκε και το 2019.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποτελείωσε κάθε ίχνος εμπιστοσύνης των πολιτών
Οι φετινές εκλογές είναι απρόβλεπτες. Ομως, είναι διαπιστωμένο μέσα από τόσα σκάνδαλα ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε όσα μπορούσε για να διαλύσει κάθε εμπιστοσύνη των πολιτών στην αξιοπιστία των θεσμών και στις δημοκρατικές διαδικασίες.
Υπέκλεπτε μαζικά, δεν επέτρεψε ποτέ στη Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της, επιχείρησε να χειραγωγήσει τα ΜΜΕ, δεν ήταν ειλικρινής κι έτοιμος να αναλάβει τις ευθύνες του για τα Τέμπη, το σύστημά του εξευτέλισε τις μισές Ανεξάρτητες Αρχές της χώρας, μοίραζε όπου ήθελε χρήμα με απευθείας αναθέσεις.
Όμως, οι πολίτες πλέον είναι πεπεισμένοι ότι όλα ελέγχονται από μια κλίκα για την οποία δεν υπάρχει κανένα θεσμικό αντίβαρο.
Οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη, το 2008, το Σύνταγμα και οι νέοι
Τα γεγονότα του 2008 με τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου έβγαλαν στους δρόμους τη νεολαία, για πρώτη φορά τόσο μαζικά. Ηταν οι ίδιοι πιτσιρικάδες που λίγο αργότερα θα άρχιζαν πια να ψηφίζουν, από το 2009 και μετά. Ακολούθησαν οι μεγάλες αντιμνημονιακές διαδηλώσεις στο Σύνταγμα, που κι αυτές έπαιξαν τον ρόλο τους στη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού από το 2012.
Η τωρινή κυβέρνηση έδειξε να αιφνιδιάζεται και να δυσκολεύεται να ερμηνεύσει το ξέσπασμα με τις καθημερινές μαζικές διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα. Από τις αρχικές αντιδράσεις φάνηκε ότι ο Μητσοτάκης δεν περίμενε όσα ακολούθησαν το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη. Νέοι και εργαζόμενοι θέλησαν να ακουστούν, για πρώτη φορά τόσο έντονα μετά το 2010-12, επειδή νιώθουν ότι οι ζωές τους δεν έχουν καμία αξία μπροστά στις γεμάτες χυδαιότητα και βουλιμία «ευκαιρίες» και «θυσίες» μιας κυβέρνησης καιροσκόπων και πολιτικών τυχοδιωκτών.
Στις φετινές εκλογές αποκτούν δικαίωμα ψήφου 438.595 νέοι, ο δεύτερος μεγαλύτερος αριθμός της τελευταίας 20ετίας. Εκτιμάται ότι οι περισσότεροι απ’ όσους ψηφίσουν θα κινηθούν σε επιλογές εκτός Ν.Δ., όμως δύσκολα μπορεί να προβλεφθεί όχι μόνο σε ποια κόμματα θα πάνε, αλλά και πώς θα συμπεριφερθούν μεταξύ πρώτων και δεύτερων εκλογών. Αν, δηλαδή, αρχικά επιλέξουν μια αντισυστημική ψήφο, αλλά στις δεύτερες εκλογές την αλλάξουν.
Η πρόθεση του Μητσοτάκη να φτάσει την κάλπη μέχρι το καλοκαίρι, όταν γίνεται πιο ευνοϊκή η αποχή στους νέους που σκέπτονται τις διακοπές τους ή στους απογοητευμένους απέχοντες που μάλλον δεν θα ψήφιζαν την κυβερνητική πολιτική, δεν ήταν εξαρχής τόσο αθώα.
Κάθε κόμμα για να νικήσει στις εκλογές χρειάζεται πλέον όλο και λιγότερες ψήφους. Η δεξαμενή των «ενεργών» ψηφοφόρων μικραίνει σταθερά, αλλά αυτό δεν είναι πάντα κακό νέο για ένα κόμμα που κυβερνά και θέλει να παραμείνει στην εξουσία, ακόμα και με λιγότερα «κουκιά».
Νέο χαμένο στοίχημα με τους αποδήμους
Ακόμα και το θέμα των αποδήμων, που διαφήμιζε η Ν.Δ., δεν προχώρησε τελικά όπως προγραμμάτιζε ο Μητσοτάκης. Οι απόδημοι για να αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου πρέπει να εγγραφούν στους ειδικούς καταλόγους το αργότερο 12 μέρες πριν από την προκήρυξη των εκλογών. Οσοι το κάνουν αργότερα χάνουν το δικαίωμα να ψηφίσουν από τον τόπο διαμονής τους. Πλέον, όσοι δεν πρόλαβαν κοιτούν μόνο τις δεύτερες εκλογές.
Έως τον Ιανουάριο, στα δύο χρόνια λειτουργίας της σχετικής πλατφόρμας, είχαν κατατεθεί περί τις 5.000 αιτήσεις, σύμφωνα με τον «Κήρυκα» της Νέας Υόρκης. Έως τα μέσα Φεβρουαρίου, λόγω των συζητήσεων περί εκλογών τον Απρίλιο, άγγιξαν τις 10.000. Απ’ αυτές, όμως, απορρίφθηκαν οι 1.000. Οι αριθμοί παραμένουν απογοητευτικοί…
Η δημοσκόπηση και οι «επαγγελματίες απαντητές»
Τα γκάλοπ αναμένεται να κάνουν τα δικά τους γνωστά «παιχνίδια», πάντα με συμπάθεια προς τη Ν.Δ. του Μητσοτάκη, όμως για όλο και περισσότερο κόσμο είναι αναξιόπιστα. Το κλείσιμο στα τηλεφωνήματα των δημοσκόπων είναι σύνηθες, οι απαντήσεις σπανίζουν. Τα αποτελέσματα δεν γίνονται πιστευτά και θεωρείται ότι είναι χειραγωγημένα.
Ελλείψει απαντήσεων, οι δημοσκοπικές έχουν στραφεί επίσημα σε μια νέα μόδα, άγνωστη ακόμα στο ευρύ κοινό. Επιλέγουν δεξαμενές από «επαγγελματίες απαντητές», τα λεγόμενα και «online panels». Πρόκειται για πλατφόρμες, συνήθως με έδρα στο εξωτερικό, που συγκεντρώνουν μια δεξαμενή από «απαντητές», οι οποίοι είναι διαθέσιμοι ανά πάσα στιγμή να απαντούν σε ερωτηματολόγια δημοσκοπήσεων αντί αμοιβής.
Είναι μια διαδικασία νόμιμη και επίσημη, στην οποία καταφεύγουν όλο και περισσότερες ελληνικές δημοσκοπικές εταιρίες. Κάθε αναγνωρισμένη εταιρία δημοσκοπήσεων μπορεί να απευθυνθεί σε ένα από τα online panels και να αντλήσει από εκεί διαθέσιμους «απαντητές», ώστε να πραγματοποιηθεί μια έρευνα. Οι απαντητές παίρνουν συνήθως από 1-4 ευρώ για κάθε απάντηση ερωτηματολογίου.
Ακόμα ένα πλήγμα στην αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων για τον τρόπο που αλιεύουν απαντήσεις μέσα ακόμα και από ίδιες δεξαμενές.