Όσo στρογγυλά κι αν προσεγγίζει κανείς την πολιτική, το βράδυ των «περίεργων» εκλογών του 2000, ανήκει σε εκείνες τις στιγμές στην Ιστορία που στιγματίζουν τη διαδρομή μιας χώρας.
Όπως και (τουλάχιστον) μια γενιά…Στις 9 Απριλίου του 2000, μερικούς μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του ίδιου έτους στις ΗΠΑ, όπου οι εκλέκτορες της Φλόριντα έδωσαν την προεδρία της υπερδύναμης στον Τζορτζ W Μπους, ενώ ο Αλ Γκορ ήταν εκείνος ο οποίος είχε επικρατήσει στη λαϊκή ψήφο, η Ελλάδα ζούσε ένα πρωτοφανές για τα μεταπολιτευτικά χρονικά εκλογικό θρίλερ.
Μόλις τρία χρόνια μετά την εκλογή του στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, ο Κώστας Καραμανλής είχε καταφέρει να μετατρέψει το «σκορποχώρι» που παρέλαβε από τον Μιλτιάδη Έβερτ σε υπολογίσιμη δύναμη εξουσίας. Σε ουσιαστικά εναλλακτική λύση διακυβέρνησης.
Με μια προεκλογική στρατηγική που έφερνε στην Ελλάδα αέρα εκσυγχρονισμού ως προς τις μεθόδους τις οποίες μπορεί να αξιοποιήσει ένα κόμμα στο δρόμο προς τις κάλπες, η Νέα Δημοκρατία είχε καταφέρει να ανατρέψει το δημοσκοπικό προβάδισμα που είχε το ΠΑΣΟΚ, όταν ο Κώστας Σημίτης αποφάσιζε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές.
Σύμφωνα μάλιστα με τις τελευταίες μετρήσεις, οι οποίοι δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ, λόγω της σχετικής απαγόρευσης, την Παρασκευή 7 Απριλίου, δηλαδή 48 ώρες πριν από τις εκλογές, οι δημοσκόποι έτριβαν τα μάτια τους, βλέποντας την τότε Αξιωματική Αντιπολίτευση, όχι μόνο να έχει ισορροπήσει το παιχνίδι, αλλά και να έχει περάσει μπροστά. Με τη θρυλούμενη διαφορά να κινείται στα επίπεδα του +2%.
Το τι μεσολάβησε εκείνες τις 48 ώρες, μέχρι περίπου τις 22.00 το βράδυ της Κυριακής, όταν τα πρώτα exit polls τα οποία έδειχναν τη Νέα Δημοκρατία να κερδίζει τις εκλογές, πήγαν… περίπατο, και ο τροχός γύρισε υπέρ του ΠΑΣΟΚ, που τελικά επικράτησε με διαφορά 1%, πιθανότατα δεν θα το μάθουμε ποτέ. Μονάχα θεωρίες συνωμοσίας και προχωρημένες υποψίες έχουν ακουστεί, μαζί με την όχι και τόσο λογικοφανή εξήγηση ότι τη μεγάλη ανατροπή την οφείλει το ΠΑΣΟΚ στη Β’ Αθηνών. Κάτι σαν τη… Φλόριντα στις ΗΠΑ, μερικούς μήνες αργότερα, δηλαδή.
Εκείνο, αντιθέτως που μάθαμε, είναι τι συνέβη στην Ελλάδα επειδή σε εκείνες τις οριακές εκλογές παρέμεινε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη. Η Ελλάδα μπήκε στην ΟΝΕ, με τρόπο που ακόμη και σήμερα παραμένει δαιμονοποιημένος. Και προκαλεί σε όλους τους Ευρωπαίους απέχθεια, ως προς τη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε από την κυβέρνηση Σημίτη.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας το 2004, κινδύνευσαν να μην γίνουν, λόγω των «καρτών» που αφειδώς μοίραζε η ΔΟΕ. Τελικά έγιναν, για να ολοκληρωθούν ωστόσο τα μεγάλα έργα που συνιστούσαν απαραίτητη δέσμευση της χώρας, σημειώθηκαν πρωτοφανείς υπερκοστολογήσεις, που γιγάντωσαν το εθνικό χρέος για ολόκληρες γενιές.
Η κυβέρνηση Σημίτη, αδύναμη, ασθενική και άβουλη, δεν είχε τις προϋποθέσεις για να προχωρήσει στις μεγάλες αλλαγές, τομές και ρήξεις, που απαιτούσε η συγκυρία της εποχής. Με πρακτικό αποτέλεσμα, αυτή η δεύτερη τετραετία του αυτοαποκαλούμενου «εκσυγχρονισμού», να καταγραφεί στις πλέον μαύρες σελίδες του ΠΑΣΟΚ και της χώρας.
Κυρίως όμως, οι «περίεργες εκλογές» του 2000 υπονόμευσαν την επόμενη κυβέρνηση, αυτή του Κώστα Καραμανλή που προέκυψε από τη νίκη στην αναμέτρηση του 2004, και παρεμπόδισαν την έγκαιρη και εις βάθος διερεύνηση εθνικών σκανδάλων, όπως εκείνα του Χρηματιστηρίου και της «Siemens».
Μην έχετε λοιπόν καμία αμφιβολία ότι ο ιστορικός του μέλλοντος, που θα αναζητήσει ψύχραιμα και νηφάλια τις αιτίες για το ξέσπασμα της εθνικής κακοδαιμονίας που οδήγησε στο τραγικό αδιέξοδο του Μνημονίου, θα κοντοσταθεί σε εκείνες τις «περίεργες» εκλογές. Τις εκλογές που έθεσαν τις βάσεις για την εθνική απαξίωση μιας περήφανης χώρας.