Η πρόοδος στο NPLs, η ισχυρή κεφαλαιακή βάση και η υστέρηση στις χορηγήσεις
Σημαντική βελτίωση κατέγραψε το τραπεζικό σύστημα το πρώτο εξάμηνο του 2025 στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ωστόσο η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το ποσοστό των κόκκινων δανείων διαμορφώθηκε στο 2,73% στο τέλος Ιουνίου, έναντι 2,90% το προηγούμενο τρίμηνο, όταν ο μέσος όρος του SSM για τις ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκεται στο 1,90%.
Η εικόνα καταγράφει σαφή πρόοδο, αλλά και την απόσταση που παραμένει ως προς τη σύγκλιση με το ευρωπαϊκό μοντέλο διαχείρισης κινδύνου, ένα ζήτημα που εξακολουθεί να απασχολεί την αγορά και να θέτει υψηλές απαιτήσεις εποπτείας.
Ισχυρή αποδοτικότητα σε ευρωπαϊκό περιβάλλον πιέσεων
Παρά τις διαφορές στα NPLs, οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζουν υψηλότερη αποδοτικότητα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αξιοποιώντας την κερδοφορία της τελευταίας διετίας. Ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων (ROE) άγγιξε το 13,2%, όταν το σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών κινείται στο 10,11%.
Η βελτίωση αυτή αποδίδεται κυρίως στις αυξημένες καθαρές λειτουργικές επιδόσεις, καθώς και στη συνεχιζόμενη αποκλιμάκωση των προβληματικών δανείων, παράγοντες που ενισχύουν τη σταθερότητα του συστήματος στο πλαίσιο της Ευρωζώνης.
Κεφαλαιακή επάρκεια από τις υψηλότερες στην Ευρωζώνη
Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες – Εθνική, Πειραιώς, Eurobank και Alpha Bank – βρίσκονται ανάμεσα στις πλέον κεφαλαιακά ισχυρές της Ευρώπης. Ο δείκτης CET1 ανήλθε στο 16,09%, έναντι 15,88% το πρώτο τρίμηνο. Ο μέσος όρος των ευρωπαϊκών τραπεζών ανέρχεται στο 16,12%, γεγονός που τοποθετεί τις ελληνικές τράπεζες ουσιαστικά στο ίδιο επίπεδο.
Η ισχυρή κεφαλαιακή βάση αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς για την αξιολόγηση του κινδύνου από τον SSM, ειδικά σε μια περίοδο μεταβαλλόμενων επιτοκίων και αυξημένων εποπτικών απαιτήσεων.
Μεγάλη υστέρηση στις χορηγήσεις δανείων
Παρά τα θετικά μεγέθη σε κερδοφορία και κεφάλαια, η ελληνική τραπεζική αγορά παρουσιάζει σημαντικό έλλειμμα δανειοδοτικής δραστηριότητας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις βρίσκεται μόλις στο 62,37%, όταν ο μέσος όρος της Ευρωζώνης υπερβαίνει το 102%.
Το συγκεκριμένο στοιχείο υπογραμμίζει ότι, παρά τη σταθερή βάση καταθέσεων και τη βελτιωμένη εικόνα κινδύνου, οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν ακόμη επανέλθει σε πλήρη κανονικότητα όσον αφορά τη ροή χρηματοδότησης προς την οικονομία — ένα ζήτημα κρίσιμο για την πραγματική ανάπτυξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
