Τα απομνημονεύματα της Άνγκελα Μέρκελ, με τίτλο «Ελευθερία: Αναμνήσεις 1954-2021», κυκλοφορούν σήμερα, 26 Νοεμβρίου 2024 σε 30 χώρες.
Στο βιβλίο, η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας αναφέρεται σε κρίσιμα γεγονότα της πολιτικής της καριέρας, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεών της με Έλληνες πρωθυπουργούς όπως οι Αλέξης Τσίπρας , Γιώργος Παπανδρέου και Αντώνης Σαμαράς. Το έργο έχει προκαλέσει ήδη αντιδράσεις και έχει γίνει best-seller πριν καν κυκλοφορήσει.
Η Μέρκελ υπερασπίζεται τις πολιτικές της και προσφέρει προσωπικές αναμνήσεις που φωτίζουν την πολιτική σκηνή της Ευρώπης. Το iefimeridaεξασφάλισε αυτούσια αποσπάσματα της ελληνικής έκδοσης που κυκλοφορεί σήμερα και παρουσιάζει τους τρείς Πρωθυπουργούς της χώρας μέσα από τα μάτια της Καγκελαρίου που έχει παίξει κομβικό ρόλο στην σύχρονη Ιστορία της χώρας κατά την διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης.
Αξίζει να σημειωθεί πως όπως προκύπτει απο τα αποσπάσματα εκτενείς είναι οι αναφορές της στη περίοδο των μνημονίων και τις διαβουλεύσεις με τις τρεις εκλεγμένες ελληνικές κυβερνήσεις. Αρχικά με την κυβέρνηση Παπανδρέου στη πρώτη φάση των μνημονίων, την κυβέρνηση του Α. Σαμαρά που ακολούθησε και την κυβέρνηση του Α. Τσίπρα την περίοδο της οποίας υπήρχαν οι δραματικές κορυφώσεις των διαπραγματεύσεων με το Grexit , το δημοψήφισμα, αλλά και η έξοδος της χώρας από την επιτροπεία των μνημονίων.
Δεν υπήρχε σημείο συνεννόησης με τον Γ. Παπανδρέου σε βαθμό… εκνευρισμού
Με μια πρώτη ματιά απο την αφήγηση της Α. Μέρκελ γίνεται φανερό ότι με τον Γ. Παπανδρέου δεν είχαν κοινό σημείο συνεννόησης σε βαθμό… εκνευρισμού. Στην πρώτη κρίσιμη συνάντηση, όπου γίνεται αντιληπτό ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε εξαιρετικά τραγική οικονομική κατάσταση, η Α. Μερκελ αφηγείται το διάλογό της με τον Γ. Παπανδρέου:
«Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα ότι ο Παπανδρέου δεν είχε πει ακόμη τίποτα, οπότε τον ρώτησα ευθέως: «Εσύ τελικά τι θέλεις;». Η απάντηση ήταν ότι δεν ήθελε τίποτα, αλλά πως η Ελλάδα βρισκόταν σε πολύ άσχημη κατάσταση». Στις αναφορές της για το ελληνικό πρόβλημα εκεί στους πρώτους μήνες του 2010 η Α.Μέρκελ απευθύνεται και πάλι στον Γ.Παπανδρέου: «Πότε θα παρουσιάσεις στην Επιτροπή τα σχέδιά σου για την εξοικονόμηση των τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ;» ρώτησα τον Παπανδρέου. «Αυτό προέχει αυτή τη στιγμή, προκειμένου να περάσεις στις χρηματαγορές το μήνυμα ότι μπορούν να σας εμπιστευτούν ξανά». Ο Παπανδρέου απάντησε ότι χρειάζεται χρόνο. Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου. Εν μέσω αυτής της ασφυκτικής πίεσης να γίνει κάτι για την κατάσταση, ο ίδιος συμπεριφερόταν σαν να έχει όλο τον χρόνο του κόσμου μπροστά του. Μιλούσαμε έντονα και ταυτόχρονα, μιλούσαμε αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά. Οι διερμηνείς μετά βίας προλάβαιναν να μας ψιθυρίζουν τα λεγόμενά μας στο αυτί».
Η αποτυχημένη κυβέρνηση του Α. Σαμαρά
Εντύπωση προκαλεί επίσης η εξαιρετική φειδωλή περιγραφή της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά. Η γερμανίδα πρώην Καγκελάριος επεφύλαξε μόνο μια αναφορά και αυτή με καθόλου κολακευτικά λόγια για την κρίσιμη περίοδο Σαμαρά που διαχειρίστηκε το δεύτερο μνημόνιο.
«Η νίκη του (Αλ.Τσίπρα) οφείλεται στην οργή πολλών Ελλήνων πολιτών για τα προγράμματα διάσωσης του ευρώ… Ο προκάτοχός του Αντώνης Σαμαράς είχε αποτύχει να εφαρμόσει πλήρως τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στο δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης».
Το αφοπλιστικό χαμόγελο Τσίπρα
Σε αντίθεση με τους άλλους έλληνες πρωθυπουργούς η Α. Μέρκελ αποτυπώνει τον Α. Τσίπρα με έναν διαφορετικό τόνο. Ειδικότερα περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια την πρώτη επίσημη συνάντηση τους στο Βερολίνο στις 23 Μαρτίου 2015.
«Αδημονούσα, ομολογώ, να δω τι είδους προσωπικότητα θα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω καλύτερα. Ήταν είκοσι χρόνια νεότερός μου. Έως τότε είχαμε μιλήσει δύο φορές στο τηλέφωνο με διερμηνείς και είχαμε δύο σύντομες συναντήσεις σε συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες. Μου είχε κάνει καλή εντύπωση τότε· περισσότερα δεν μπορούσα να πω. Ήξερα από τις πρώτες μας συναντήσεις ότι μιλούσε καλά αγγλικά» τονίζει η Ανγκελα Μέρκελ στο βιβλίο της. «Τον περίμενα στην είσοδο του Έρενχοφ της ομοσπονδιακής καγκελαρίας για να τον υποδεχτώ με στρατιωτικές τιμές. Η άφιξή του καθυστέρησε διότι θεώρησε απαραίτητο να κατέβει από το αυτοκίνητο μπροστά από την καγκελαρία και να χαιρετήσει ο ίδιος προσωπικά τους διαδηλωτές του κόμματος Ντι Λίνκε. Οι φωνές «Ζήτω η διεθνής αλληλεγγύη!» έφτασαν στ’ αυτιά μου από μακριά. Ήλπιζα μόνο η παραμονή του εκεί να μη διαρκέσει τόσο, ώστε να σκιάσει την ατμόσφαιρα της επίσκεψής του πριν καν αρχίσει. Ο Τσίπρας έφτασε πράγματι σύντομα και κατέβηκε από το αυτοκίνητο μ’ ένα φιλικό, αφοπλιστικό χαμόγελο. Τον χαιρέτησα και έκανα μια σύντομη παρατήρηση γι’ αυτό το προκαταρκτικό του πρόγραμμα. Μου απάντησε με αυτοπεποίθηση και διαλλακτικότητα ότι δεν πρέπει ποτέ να λησμονεί κανείς τους οπαδούς του. Συμφώνησα με χαμόγελο. Αμέτρητοι φωτογράφοι έστρεφαν τους φακούς τους πάνω μας. Βρισκόμασταν υπό στενή παρακολούθηση» γράφει η Α.Μέρκελ.
Όπως αναφέρει στη συνομιλία με τον Α.Τσίπρα «τόνισα τη σταθερή βούλησή μου για την παραμονή της Ελλάδας εντός της ευρωζώνης, κάτι που απαιτούσε δουλειά και από τους δυο μας. Ήδη το καλοκαίρι του 2012 είχα σκεφτεί πολύ τα επιχειρήματα όσων ήθελαν να πείσουν την Ελλάδα να αποχωρήσει από την ευρωζώνη. Δεν κατάφεραν να με μεταπείσουν. Έκτοτε, η θέση μου ήταν ξεκάθαρη. Η Ελλάδα έπρεπε να παραμείνει μέρος της ευρωζώνης. Η εξώθηση μιας χώρας να αποχωρήσει από τη νομισματική ένωση θα μπορούσε να έχει απρόβλεπτες συνέπειες. Επιπλέον, από τη στιγμή που μια χώρα αποχωρούσε, θα αυξανόταν η πίεση στην επόμενη. Επίσης, το ευρώ ήταν κάτι περισσότερο από ένα απλό νόμισμα και η Ελλάδα ήταν το λίκνο της δημοκρατίας. Παρ’ όλα αυτά, επισήμανα στον Τσίπρα ότι υπήρχαν όροι που συνδέονταν με την παραμονή της χώρας του στην ευρωζώνη».
«Στη συνέντευξη Τύπου ο Τσίπρας κι εγώ προσφέραμε ένα μικρό επικοινωνιακό έργο τέχνης» Μετά το τέλος της κατ’ ιδίαν συνάντησης η γερμανίδα καγκελάριος θυμάται ακόμη πως με τον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό είχαν μιλήσει εκτενώς για τις οικογένειες τους.
«Η εντύπωση που αποκόμισα ήταν πως ο Αλέξης Τσίπρας ήταν πέρα για πέρα ανοιχτός στη συνεργασία και ήθελε να ψηλαφίσει σιγά σιγά τον δρόμο του σε ένα άγνωστο για κείνον έδαφος. Η προσέγγιση αυτή μου φάνηκε πολύ οικεία και συμπαθητική. Στη συζήτηση με τους συνεργάτες μας και ύστερα, στη διάρκεια του δείπνου, προσπαθήσαμε να βρούμε έναν τρόπο ώστε η νέα ελληνική κυβέρνηση να εκπληρώσει τις απαιτήσεις της τρόικας χωρίς να χρειαστεί να αθετήσει προεκλογικές υποσχέσεις. Κάτι σαν τετραγωνισμό του κύκλου δηλαδή. Πριν από το δείπνο δόθηκε μια συνέντευξη Τύπου, στο πλαίσιο της οποίας ο Τσίπρας κι εγώ προσφέραμε ένα μικρό επικοινωνιακό έργο τέχνης: φιλικό, προσηνές ύφος και οι δύο, καμία υπαναχώρηση από κανέναν απ’ τους δύο. Οι διαφορές ήταν μεγάλες, το ίδιο και η βούληση να βρεθεί λύση στο αδιέξοδο».
Το κρίσιμο Συμβούλιο και η στρατηγική του Α. Τσίπρα
Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος με τον οποίο η Α. Μέρκελ περιγράφει την κορύφωση των γεγονότων της διαπραγμάτευσης του ελληνικού προγράμματος με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015. Παρουσιάζει την στάση του Α. Τσίπρα και ιδιαίτερα την απόφασή του για δημοψήφισμα, που αποτέλεσε και τη κορύφωση του δράματος, ως αποτέλεσμα στρατηγικής που ήταν μάλιστα καλά προσχεδιασμένη όπως λέει .
Στην ουσία η Γερμανίδα καγκελάριος, η βασική αντίπαλος της διαπραγμάτευσης παρουσιάζει το δημοψήφισμα ως αποτέλεσμα ενός αιφνιδιαστικού αλλά προμελετημένου ελιγμού που άφησε άφωνους, τόσο την ίδια όσο και τους σημαντικότερους παίχτες του ‘ευρωπαϊκού ιερατείου’, τον Ολάντ, τον Τουσκ, τη Λαγκάρντ, τον Γιούγκερ.
Έναν αιφνιδιασμό που ήρθε μάλιστα σε μια στιγμή όπου μετά από μαραθώνιες και πολυήμερες διαπραγματεύσεις, η ΕΕ εμφάνιζε για πρώτη φορά ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για την Ελλάδα. Μέχρι τότε η ΕΕ ζητούσε επίμονα από την Ελλάδα να έχει την ιδιοκτησία του προγράμματος, να συνομολογήσει δηλαδή σε μέτρα λιτότητας, ενώ η ίδια απέφευγε να φέρει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης πρόταση για επαρκή χρηματοδότηση της χώρας μας.
Στη Σύνοδο της 26ης Ιουνίου όμως, και ενώ είχε εξαντληθεί κάθε περιθώριο χρόνου, αφού η παράταση του προγράμματος θα έληγε στο τέλος του μήνα, ο Τουσκ παρουσίασε συγκεκριμένη πρόταση. Ήταν η πρόταση που είχαν σχεδόν επιβάλει τις προηγούμενες ημέρες οι τρείς θεσμοί στη διαπραγμάτευση κορυφής με τη συμμετοχή τόσο του Έλληνα Πρωθυπουργού όσο και του Αλέξη Τσίπρα όσο όμως και του Γιούγκερ, της Λαγκαρντ και του Ντράγκι. Μετά την παρουσίαση της πρότασης από τον Τουσκ, ο Α.Τσίπρας, θυμάται η ίδια, απέφυγε διακριτικά να πάρει το λόγο, ώστε να μη καταγραφεί στα πρακτικά του Συμβουλίου η συμφωνία του. Η ίδια το κατάλαβε και έσπευσε από τη θέση της στη θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας για να του ζητήσει να τοποθετηθεί.
Το σχετικό απόσπασμα: «Αλέξη, δεν είπες τίποτα ακόμη. Σκοπεύεις να πάρεις τον λόγο;» «Όχι, ο Ντόναλντ έχει ήδη εξηγήσει τα πάντα». «Και τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα;» ρώτησα έκπληκτη. «Θα πάρω αμέσως το αεροπλάνο για Αθήνα και θα συσκεφτώ με το υπουργικό μου συμβούλιο για το τι θα κάνουμε» απάντησε ήρεμα. Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Έκανα τον γύρο του τραπεζιού και πλησίασα τον Ολάντ. Ήταν κι εκείνος έκπληκτος. Και οι δυο μας, όπως άλλωστε και οι άλλοι, είχαμε αποκομίσει σαφώς την εντύπωση πως ο Τσίπρας είχε αποδεχτεί το αποτέλεσμα των νυχτερινών διαπραγματεύσεων. Ο Τουσκ είχε επίσης μιλήσει στο ίδιο μήκος κύματος. Επέστρεψα στον Τσίπρα και τον ρώτησα: «Και τι φαντάζεσαι πως θα προκύψει από τις διαβουλεύσεις;». «Δεν ξέρω» απάντησε. «Πότε θα ξέρεις;» επέμεινα. «Αυτό θα σου το πω σήμερα, νωρίς το βράδυ». Ο Ολάντ κι εγώ κανονίσαμε να γίνει μια τριμερής τηλεφωνική επικοινωνία. Ο Τσίπρας μάς είπε, στον Ολάντ και σ’ εμένα, ότι το υπουργικό του συμβούλιο αποφάσισε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το συμφωνηθέν πρόγραμμα. Για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα έπρεπε να αποφασίσει ο λαός. Θα το ανακοίνωνε στους πολίτες του σε τηλεοπτικό διάγγελμα το ίδιο βράδυ. Μέχρι εδώ, όλα καλά, σκέφτηκα. Στη συνέχεια ρώτησα ποια ήταν η σύσταση της κυβέρνησής του προς τον λαό. «Όχι, φυσικά» είπε νέτα σκέτα. Απ’ όλα τα τηλεφωνήματα που έχω κάνει ποτέ στην πολιτική μου ζωή, αυτό εδώ μου επιφύλαξε ίσως τη μεγαλύτερη έκπληξη. Προς στιγμήν ο Ολάντ κι εγώ μείναμε άφωνοι». Η παραπάνω μαρτυρία φανερώνει ότι τους έφερε σε σημείο απόλυτου αιφνιδιασμού.
Ωστόσο η Α. Μερκελ φανερώνει και κάτι ακόμη. Ενώ στις μέχρι το δημοψήφισμα διαπραγματεύσεις η ελληνική πλευρά δεν έδειχνε ενδιαφέρον, στη τελική διαπραγμάτευση ο Α. Τσίπρας είχε φέρει μαζί του σοβαρούς εμπειρογνώμονες με αποτέλεσμα να καταλήξουν σε συμφωνία η οποία περιελάβανε ισχυρή χρηματοδότηση από την ΕΕ και αποπληρωμή των δανείων σε μακρύτερο ορίζοντα. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Α. Μέρκελ: Τώρα είχε σωθεί πλέον και η Ελλάδα. Νωρίτερα είχε εξηγήσει πώς η ΕΕ είχε καταφέρει να «σωθεί» από το ελληνικό πρόβλημα ήδη από την περίοδο του πρώτου μνημονίου. Και η μόνη απροστάτευτη απέναντι στην χρεοκοπία ήταν η Ελλάδα και παρέμεινε έτσι μέχρι το καλοκαίρι του 2015.
«Είχε σωθεί πλέον και η Ελλάδα» Στην Σύνοδο Κορυφής της 12ης Ιουλίου όλα είναι διαφορετικά. «Τα πράγματα είχαν σοβαρέψει για τα καλά, ο Τσίπρας είχε στην αντιπροσωπεία του εκλεκτούς τραπεζικούς εμπειρογνώμονες. Το δημοψήφισμα ήταν πια παρελθόν. Το πρωί συμφωνήσαμε στα βασικά σημεία ενός τρίτου προγράμματος διάσωσης με χρηματοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ). Χάριν ευχέρειας στις διεξοδικές διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα αυτό τις επόμενες ημέρες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορήγησε στην Ελλάδα ένα δάνειο-γέφυρα. Στις 19 Αυγούστου 2015 η Μπούντεσταγκ ψήφισε υπέρ του νέου ελληνικού προγράμματος». Με το πρόγραμμα που εγκρίθηκε «είχε σωθεί πλέον και η Ελλάδα» σημειώνει η Α. Μέρκελ και κλείνει τις αναφορές για την Ελλάδα με το ταξίδι της στην Αθήνα στις 10 Ιανουαρίου 2019 όταν πια τα μνημόνια είναι παρελθόν.
«Δείπνησα με τον Αλέξη Τσίπρα σε ένα εστιατόριο θαλασσινών στον Πειραιά. Μιλήσαμε ξανά για τον Ιούλιο του 2015, όταν η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη βρισκόταν «στην κόψη του ξυραφιού», όπως του είπα. Ο Τσίπρας μού εξήγησε πως ήταν σημαντικό να δείξει στους πολίτες με έναν πειστικό τρόπο ότι η νέα κυβέρνηση είχε εξαντλήσει κάθε περιθώριο προκειμένου να απαλλαγεί από τη μισητή τρόικα. Όταν τα άλλα κράτη-μέλη αντιτάχθηκαν σ’ αυτό, κατέστη σαφές ότι επρόκειτο πλέον για ένα ζήτημα που αφορούσε κατά βάση τη στάση των Ελλήνων απέναντι στο ευρώ. Η πλειονότητα των Ελλήνων απέρριψε το πρόγραμμα, ήθελε ωστόσο να παραμείνει η χώρα στο ευρώ. Αυτό έδειξε η επανεκλογή του Τσίπρα στις νέες, πρόωρες εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015. Το ευρώ είχε αποδειχτεί ισχυρότερο» καταλήγει η Α. Μέρκελ.