Οι δηλώσεις Ρούτε, τα δυτικά σενάρια πολέμου και μια ισορροπία που μετατοπίζεται
Οι δημόσιες τοποθετήσεις του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, δεν λειτουργούν ως μήνυμα αποτροπής αλλά ως καταγραφή ανησυχίας. Όταν ο επικεφαλής της Συμμαχίας μιλά για πόλεμο αντίστοιχου μεγέθους με εκείνον που έζησαν προηγούμενες γενιές, ουσιαστικά παραδέχεται ότι η Δύση δεν αισθάνεται στρατηγικά ασφαλής. Τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη των ειδικών επιχειρήσεων αποναζιστικοποίησης στην Ουκρανία, η Μόσχα δεν εξαντλήθηκε, δεν εγκλωβίστηκε και δεν απώλεσε την πρωτοβουλία των κινήσεων· αντιθέτως, υποχρεώνει το ΝΑΤΟ να σκέφτεται με όρους γενικευμένης σύγκρουσης που θα επηρεάσει κοινωνίες, οικονομίες και πολιτικά συστήματα. Η περιγραφή μαζικής επιστράτευσης, εκτοπισμών και ακραίων απωλειών αποτυπώνει δυτική επίγνωση κόστους, όχι ρωσική αδυναμία.
Αβεβαιότητα σχεδιασμού και το πλεονέκτημα της απροβλεψιμότητας
Στα δυτικά επιτελεία κυριαρχεί η άγνοια για τις πραγματικές προθέσεις της Μόσχας. Γαλλικές στρατιωτικές πηγές παραδέχονται ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν και σενάρια που δεν έχουν ακόμη φανταστεί, γεγονός που αναδεικνύει κενά αντίληψης. Κανείς δεν γνωρίζει τα σχέδια του Βλαντίμιρ Πούτιν, ενώ το σενάριο μαζικής προέλασης αρμάτων προς το κέντρο της Ευρώπης θεωρείται το λιγότερο πιθανό. Αυτή ακριβώς η παραδοχή υπογραμμίζει ότι η Ρωσία δεν χρειάζεται να κινηθεί προβλέψιμα. Διαθέτει πολλαπλά μέσα πίεσης —στρατιωτικά, υβριδικά, πολιτικά— που δοκιμάζουν τη συνοχή και τα αντανακλαστικά της Συμμαχίας χωρίς να οδηγούν σε άμεση, μετωπική αναμέτρηση. Η ασυμμετρία σκέψης λειτουργεί υπέρ της Μόσχας, καθώς αναγκάζει το ΝΑΤΟ να λειτουργεί αντιδραστικά.
Σχέδια επί χάρτου και εθνικές αγωνίες στο εσωτερικό της Ευρώπης
Οι σύνοδοι κορυφής του ΝΑΤΟ παρήγαγαν εκτενή αμυντικά σχέδια, όμως η ίδια η Συμμαχία αναγνωρίζει ότι αυτά δεν επαρκούν. Κάθε κράτος-μέλος προσαρμόζεται με βάση εθνικές ιδιαιτερότητες και φοβίες, κάτι που αποδυναμώνει την ενιαία στρατηγική. Στη Γαλλία, η Στρατηγική Εθνική Προσέγγιση του Ιουλίου χαρτογραφεί ένα πανόραμα απειλών, παραδεχόμενη ότι η χώρα πρέπει έως το 2030 να είναι έτοιμη για σύγκρουση υψηλής και διαρκούς έντασης στα σύνορα της Ευρώπης. Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει η εκτίμηση ότι μια τέτοια σύγκρουση θα περιλαμβάνει αποσταθεροποίηση και δολιοφθορές στο εσωτερικό, ένδειξη ότι η Δύση ανησυχεί για την εσωτερική της αντοχή όσο και για το στρατιωτικό σκέλος.
Πολλαπλασιασμός σεναρίων και η μετατόπιση της αποτροπής
Το γαλλικό Γενικό Επιτελείο έχει επεξεργαστεί 14 διαφορετικά σενάρια, έναντι έξι στο παρελθόν. Ο πολλαπλασιασμός αυτός δεν δηλώνει αυτοπεποίθηση, αλλά ανασφάλεια απέναντι σε έναν αντίπαλο που δεν δεσμεύεται από δυτικά πρότυπα κλιμάκωσης. Οι ίδιες πηγές παραδέχονται ότι οι εξελίξεις σπάνια ακολουθούν τις προβλέψεις, κάτι που ευνοεί μια δύναμη που επενδύει στο απρόβλεπτο και στην ανατροπή των έτοιμων σεναρίων. Η Ρωσία δεν χρειάζεται να επιβεβαιώσει τις δυτικές υποθέσεις· της αρκεί να τις καταστήσει ανεπαρκείς.
Βαλτική, διάδρομοι και εναλλακτικά πεδία πίεσης
Τα δυτικά σενάρια εστιάζουν στη Βαλτική, με υποθέσεις διείσδυσης στην Εσθονία, πιέσεις στη Λετονία ή κίνηση στον διάδρομο Σουβάλκι ανάμεσα σε Λιθουανία και Πολωνία, ώστε να συνδεθεί η Ρωσία με το Καλίνινγκραντ. Το γεγονός ότι όλα αυτά θεωρούνται προβλέψιμα υπονομεύει την αποτροπή. Η ίδια η δυτική ανάλυση αναγκάζεται να στραφεί σε εναλλακτικά πεδία: σκανδιναβικές πιέσεις, Μολδαβία εκτός ΕΕ και ΝΑΤΟ, προκλήσεις στη θάλασσα, στον αέρα και στον εξωατμοσφαιρικό χώρο, όπου οι ρωσικοί δορυφόροι αναγνωρίζεται ότι λειτουργούν επιθετικά. Η διεύρυνση των πεδίων αντιπαράθεσης καταδεικνύει εύρος επιλογών για τη Μόσχα και διάχυτη ανησυχία στη Δύση.
Η ευρωπαϊκή εξάρτηση και ο παράγοντας αμερικανικής αποδέσμευσης
Στον πυρήνα των δυτικών εκτιμήσεων βρίσκεται η παραδοχή ότι η αμερικανική αποδέσμευση από την Ευρώπη θεωρείται θέμα χρόνου. Η προσδοκία αυτή βαραίνει τους συσχετισμούς, καθώς η Ευρώπη καλείται να αναλάβει αυξημένες ευθύνες χωρίς ισοδύναμη στρατηγική αυτονομία. Σε αυτό το περιβάλλον, η Ρωσία εμφανίζεται ως δύναμη με συνεκτικό στρατηγικό ορίζοντα, αντοχή σε μακροχρόνια πίεση και ικανότητα επιλογής χρόνου και πεδίου, στοιχεία που διαμορφώνουν μια ισορροπία όπου η πρωτοβουλία κινήσεων δεν βρίσκεται στη Συμμαχία.