Ο πρωθυπουργός, σε ακόμη μία δημόσια παρέμβαση, επιχειρεί να απαξιώσει τις κινητοποιήσεις χαρακτηρίζοντάς τες «ακραίες», την ώρα που η κοινωνική δυσαρέσκεια διογκώνεται – Η κυβερνητική ρητορική περί «ανοιχτού διαλόγου» έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την πραγματικότητα που βιώνουν οι αγρότες
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στην εβδομαδιαία ανασκόπησή του, επιμένει να περιγράφει τα αγροτικά μπλόκα ως «ακραίες μορφές διαμαρτυρίας», επιχειρώντας να εμφανίσει τους αγρότες ως υπεύθυνους για την ταλαιπωρία της κοινωνίας. Η επιλογή του όρου δεν είναι τυχαία: εξυπηρετεί μια στρατηγική πολιτικής πίεσης και απαξίωσης ενός κινήματος που έχει μαζικότητα, διάρκεια και ευρεία κοινωνική στήριξη.
Το μήνυμα περί «συντεταγμένου διαλόγου» μετατοπίζει την ευθύνη στους αγρότες, τη στιγμή που η κυβέρνηση είναι εκείνη που δημιούργησε το αδιέξοδο με τις αστοχίες, τις καθυστερήσεις και το μόνιμο χάος στους μηχανισμούς επιδότησης.
Η κυβερνητική αφήγηση περί πληρωμών και το πραγματικό ζήτημα εμπιστοσύνης
Ο πρωθυπουργός επικαλείται ότι «ομαλοποιείται η ροή πληρωμών», παρουσιάζοντας το ποσό των 3,7 δισ. που «θα φτάσει στους αγρότες» ως αποτέλεσμα επιτυχούς διαχείρισης. Ωστόσο, ο ίδιος παραδέχεται ότι οι καθυστερήσεις ήταν τόσο μεγάλες που υπήρχε κίνδυνος διακοπής κοινοτικών πόρων — γεγονός που βαραίνει αποκλειστικά την κυβέρνηση και το επιτελικό της μοντέλο.
Την ώρα που μιλά για «έντιμους αγρότες» και «επιτήδειους», επιχειρεί να μετατοπίσει τη συζήτηση από τα διαρθρωτικά λάθη του ΟΠΕΚΕΠΕ και την πολυμηνική ανασφάλεια χιλιάδων παραγωγών. Το αφήγημα περί «προβληματικού καθεστώτος είσπραξης» λειτουργεί ως άλλοθι για μια κυβερνητική διαχείριση που έχει διαρρήξει πλήρως το κλίμα εμπιστοσύνης στον πρωτογενή τομέα.
Αφηγηματικός αυτοθαυμασμός αντί για ουσία
Η ανάρτηση του πρωθυπουργού εξελίσσεται σε ένα μακροσκελές κείμενο αυτοεπιβεβαίωσης, το οποίο παραθέτει σκόρπιες παρεμβάσεις – από αυτοκινητόδρομους μέχρι ψυχική υγεία και εκπαιδευτικά προγράμματα – επιχειρώντας να επισκιάσει το κεντρικό ζήτημα: τη μεγαλύτερη αγροτική κρίση των τελευταίων ετών.
Ο πρωθυπουργός μιλά για «έργα που παραδίδονται», «ψηφιακές διευκολύνσεις» και «ενίσχυση της περιφέρειας», ενώ αποφεύγει να σχολιάσει την πραγματικότητα:
την αδυναμία της κυβέρνησης να προβλέψει, να αποτρέψει και τελικά να χειριστεί αποτελεσματικά την οργή του αγροτικού κόσμου.
Το επιχείρημα περί κοινωνικής συνοχής ως έμμεση προειδοποίηση
Όταν ο Μητσοτάκης τονίζει ότι οι αγρότες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το «ευρύτερο κοινωνικό σύνολο», ουσιαστικά επιχειρεί να διαμορφώσει ένα κλίμα ενοχοποίησης. Παρουσιάζει τα μπλόκα ως απειλή για την αγορά και για την καθημερινότητα, παραλείποντας ότι η ίδια η κυβερνητική πολιτική έχει διαταράξει την κοινωνική συνοχή πολύ πριν φτάσουμε στις κινητοποιήσεις.
Το μήνυμα της «ανοιχτής πόρτας» φαντάζει περισσότερο επικοινωνιακή άμυνα παρά πρόθεση πραγματικού διαλόγου.
Ένα «wrapped» που αποκαλύπτει αμηχανία και όχι πολιτικό σχέδιο
Η εβδομαδιαία ανασκόπησή του μοιάζει περισσότερο με επιχείρηση προληπτικού αυτοεγκωμιασμού, σε μια συγκυρία όπου το πολιτικό έδαφος τρίζει. Από τις αλλαγές στις οικοδομικές άδειες μέχρι το πρόγραμμα κατά του αυτοτραυματισμού, το κείμενο επιχειρεί να οικοδομήσει εικόνα κυβερνητικής επάρκειας, την ώρα που τα κομβικά κοινωνικά μέτωπα φλέγονται.
Η επανάληψη του μοτίβου «δουλεύουμε, αλλά δεν το βλέπετε όλοι» υποδηλώνει έντονη ανασφάλεια στο Μέγαρο Μαξίμου απέναντι σε μια κοινωνική πραγματικότητα που δεν συμβαδίζει με το κυβερνητικό αφήγημα.
Το συμπέρασμα: στοχοποίηση αντί λύσεων
Ο πρωθυπουργός επιλέγει να περιγράφει τις μαζικές κινητοποιήσεις ως «ακραίες διαμαρτυρίες», αποφεύγοντας να αναμετρηθεί με την ουσία:
το βάθος της δυσαρέσκειας, τα λάθη στον ΟΠΕΚΕΠΕ, τις καθυστερήσεις, την απουσία ολοκληρωμένης πολιτικής για τον πρωτογενή τομέα.
Αντί για συγκεκριμένες δεσμεύσεις, παρουσιάζει έναν κατάλογο κυβερνητικών δράσεων που δεν απαντά στα επείγοντα αιτήματα των αγροτών.
Και όσο συνεχίζει να αντιμετωπίζει την κρίση ως πρόβλημα επικοινωνίας αντί ουσίας, η απόσταση ανάμεσα στην κυβέρνηση και την κοινωνία θα διευρύνεται.
