Ακόμα δεν πήρε ψήφο εμπιστοσύνης η νέα κυβέρνηση συνασπισμού στη Γερμανία, ακόμα δεν έχουν γίνει καν γνωστά όλα τα ονόματα των υπουργών, ωστόσο έχουν περισσέψει οι αναλύσεις και οι προφητείες στην Ελλάδα για το ποια θα είναι η πολιτική της κυβέρνησης Σολτς στα θέματα που μας ενδιαφέρουν. Κι αυτά είναι, πρώτον, το εάν θα επιστρέψει και πόσο αυστηρή η δημοσιονομική πειθαρχία στην Ευρωζώνη τώρα που τα κλειδιά του υπουργείου Οικονομικών πάνε στον (νέο-)Φιλελεύθερο Κρίστιαν Λίντνερ, που επιμένει ότι η Γερμανία θα παραμείνει “συνήγορος υγιών δημοσιονομικών”, και, δεύτερον, ποια θα είναι η στάση της νέας Πράσινης υπουργού Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ απέναντι στην Τουρκία.
Κορσές και ευελιξία
Στο πρώτο ζήτημα -και παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις ότι Σόιμπλε θα λέμε και θα κλαίμε, όταν ο Λίντνερ δείξει τον σκληρό εαυτό του- η νέα γερμανική κυβέρνηση επιδεικνύει μια αμφιθυμία. Στην κυβερνητική συμφωνία της επαινεί τόσο το Σύμφωνο Σταθερότητας όσο και την “ευελιξία” που αυτό διαθέτει. Ο Λίντνερ έχει επανειλημμένα ταχθεί υπέρ της αυστηρής εφαρμογής των δημοσιονομικών κανόνων – κι έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να συναινέσει σε μια “Ένωση χρέους”. Ωστόσο, πρώτον, η πανδημία και οι επιπτώσεις της στο δημόσιο χρέος τόσο στη Γερμανία όσο και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης υποχρεώνουν ακόμη και τους… ιδεολόγους Φιλελεύθερους να βάλουν νερό στο κρασί τους και, δεύτερον, ο Λίντνερ δεν αποφασίζει μόνος του.
Το FDP είναι ο τρίτος σε κοινοβουλευτική ισχύ κυβερνητικός εταίρος κι όσο κι αν ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας έχει δικαίωμα βέτο, είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί την πολιτική της κυβέρνησης – και της καγκελαρίας. Υπενθυμίζεται ότι, ελάχιστες μέρες πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ο μελλοντικός καγκελάριος Όλαφ Σολτς είχε πάει στο Παρίσι για να προβάλει την πρόθεσή του να συνεργαστεί στενά με τον Πρόεδρο Μακρόν, ο οποίος θεωρεί ξοφλημένο το Σύμφωνο Σταθερότητας – και επιθυμεί μια ριζοσπαστική αλλαγή των κανόνων του Μάαστριχτ. Η νέα κυβέρνηση του Βερολίνου, που θέλει “να τολμήσει περισσότερη πρόοδο”, αποφεύγει να τοποθετηθεί στο ζήτημα, ενώ καλά καλά δεν έχει ξεκαθαρίσει πώς θα χρηματοδοτήσει το εξαιρετικά φιλόδοξο πρόγραμμα επενδύσεων για την επίτευξη των κλιματικών στόχων και τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό της χώρας, τηρώντας παράλληλα τους δημοσιονομικούς κανόνες.
Κι επειδή η εμπειρία δείχνει ότι οι κανόνες τηρούνται μόνο όταν μπορεί να τους τηρήσει η Γερμανία και η Γαλλία, η πιθανότητα να επιστρέψει η Ευρωζώνη στον δημοσιονομικό κορσέ τού Μάαστριχτ το 2023 είναι μικρή. Εξίσου μικρή είναι η πιθανότητα να κάνει την υπέρβαση η γερμανική κυβέρνηση και να συναινέσει σε μια μόνιμη αλλαγή των κανόνων της Ευρωζώνης, στα πρότυπα του ταμείου ανάκαμψης.
Τουρκία, αγάπη μου…
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, τώρα, δεν αναμένονται σημαντικές διαφοροποιήσεις από την πολιτική της Μέρκελ, παρά το γεγονός ότι το εν λόγω υπουργείο πηγαίνει στα χέρια των Πράσινων που υποτίθεται ότι έχουν μεγαλύτερη ευαισθησία σε θέματα ανθρωπίνων και δημοκρατικών δικαιωμάτων, άρα έχουν μια πιο επικριτική στάση απέναντι σε αυταρχικές κυβερνήσεις τύπου Σι, Πούτιν ή Ερντογάν. Στην κυβερνητική συμφωνία που παρουσιάστηκε την Τετάρτη τονίζεται ότι “παρά τις ανησυχητικές εξελίξεις στο εσωτερικό και τις εντάσεις στην εξωτερική πολιτική η Τουρκία παραμένει ένα σημαντικός γείτονας της Ε.Ε. και εταίρος στο ΝΑΤΟ”.
Καθώς, όμως, “η δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα αλλά και τα δικαιώματα των γυναικών και των μειονοτήτων έχουν σε μεγάλο βαθμό περιοριστεί”, δεν πρόκειται “να ολοκληρωθεί κεφάλαιο ή να ανοίξει καινούργιο” στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ε.Ε. με την Τουρκία. Αυτό δεν σημαίνει τίποτε, καθώς οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία είναι από καιρό παγωμένες. Βέβαια, σε περίπτωση αποχώρησης του Τούρκου Προέδρου από το προσκήνιο ενδέχεται να αλλάξει η στάση αυτή της νέας γερμανικής κυβέρνησης, στην κατεύθυνση που θα ήθελε και η Ελλάδα. Να κρατήσει δηλαδή ζωντανή την ευρωπαϊκή προοπτική τής μετά Ερντογάν Τουρκίας. Όλα αυτά είναι μουσική του μέλλοντος, όπως λένε οι Γερμανοί, η νέα κυβέρνηση των οποίων θα έχει κι έναν υπουργό που είναι persona non grata στην Τουρκία. Πρόκειται για τον Τσεμ Έτσντεμιρ, που αναλαμβάνει το χαρτοφυλάκιο της αγροτικής μεταρρύθμισης – και τον οποίο ο Ερντογάν δεν θέλει να δει ούτε ζωγραφιστό.
Κουλτούρα της μνήμης
Για όσους θυμούνται ακόμη την εκκρεμότητα των γερμανικών επανορθώσεων, η νέα κυβέρνηση προσπαθεί να δώσει ένα άλλο δείγμα γραφής – στο επίπεδο των συμβόλων. Στο κείμενο της κυβερνητικής συμφωνίας εντάχθηκε μια αναφορά στις ελληνογερμανικές σχέσεις σε σχέση με τη γερμανική κατοχή. Οι μελλοντικοί κυβερνητικοί εταίροι δεσμεύονται να κρατήσουν ζωντανή τη μνήμη για ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος. Αντιλαμβάνονται την κουλτούρα της μνήμης “ως προσφορά στη Δημοκρατία και το κοινό μέλλον”. Στο πλαίσιο αυτό, τονίζεται ότι τα τρία κόμματα αισθάνονται “μια ιδιαίτερη ευθύνη για τους Ευρωπαίους γείτονες. Αλλά και η σημερινή συζήτηση, για παράδειγμα, στην Ελλάδα και στην Ουκρανία, δείχνει ότι η από κοινού αντιμετώπιση δεν έχει ολοκληρωθεί”.
Η νέα γερμανική κυβέρνηση αναγνωρίζει, δηλαδή, ότι η γερμανική κατοχή παραμένει ένα ανοιχτό θέμα – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι προτίθεται να συζητήσει για αποζημιώσεις.