Σε μια κίνηση που μπορεί να προκαλέσει τεράστια προβλήματα στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης με φυσικό αέριο προχώρησε η Ουκρανία. Η διαχειρίστρια εταιρεία του συστήματος μεταφοράς αερίου της Ουκρανίας GTSOU ανακοίνωσε την Τρίτη, 10 Μαΐου, ότι λόγω ανωτέρας βίας θα διακόψει από αύριο Τετάρτη, 11 Μαΐου, τη μεταφορά ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω του σταθμού της Σοχρανίφκα.
Η Ουκρανία παραμένει διαμετακομιστικός κόμβος για το ρωσικό φυσικό αέριο προς την Ευρώπη, ακόμη και μετά τη ρωσική εισβολή στη χώρα, στις 24 Φεβρουαρίου. Η GTSOU υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει τον σταθμό συμπίεσης του Νοβοπσκόφ λόγω «της παρέμβασης των κατοχικών δυνάμεων στην τεχνική διαδικασία».
Ο σταθμός αυτός, στην περιφέρεια του Λουχάνσκ, είχε καταληφθεί από τις ρωσικές δυνάμεις και τους φιλορώσους αυτονομιστές λίγο μετά την εισβολή. Είναι ο πρώτος σταθμός συμπίεσης στο σύστημα διαμετακόμισης στην περιοχή του Λουχάνσκ, σε έναν αγωγό απ’ όπου μεταφέρονται περίπου 32,6 εκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου την ημέρα ή το ένα τρίτο του ρωσικού φυσικού αερίου που μεταφέρεται στην Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας, σύμφωνα με την GTSOU.
«Προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τους Ευρωπαίους εταίρους της και με βάση τους όρους της συμφωνίας, είναι δυνατόν να γίνεται προσωρινά η μεταφορά του φυσικού αερίου από το σημείο διασύνδεσης Σούτζα που βρίσκεται σε έδαφος ελεγχόμενο από την Ουκρανία», πρόσθεσε η GTSOU στην ανακοίνωσή της. Η Σοχρανίφκα και η Σούτζα είναι δύο βασικά σημεία εισόδου στα σύνορα μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας που δέχονται ροές από την Gazprom για τη διαμετακόμιση φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα την Τρίτη, 10 Μαΐου, το 27% των ροών περνούσε από τη Σοχρανίφκα, με τις υπόλοιπες ροές να περνούν μέσω της Σούτζα.
Gazprom: Τεχνολογικά αδύνατο να μεταφερθεί η ροή φυσικού αερίου
Από την πλευρά του ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός Gazprom διαμήνυσε ότι δεν είναι τεχνικά εφικτό να μεταφερθεί η ροή φυσικού αερίου στην Ουκρανία σε ένα νέο σταθμό εισόδου, όπως πρότεινε η GTSOU.
Η Gazprom απάντησε ότι έλαβε την ειδοποίηση από το Κίεβο ότι οι ροές θα σταματήσουν από τις 7 το πρωί, τοπική ώρα και διαβεβαίωσε ότι εκπληρώνει όλες τις υποχρεώσεις της απέναντι στους αγοραστές αερίου στην Ευρώπη. Πρόσθεσε ότι δεν βλέπει καμία απόδειξη ότι υπάρχει ανωτέρα βία, ούτε κάποιο εμπόδιο που να δυσχεραίνει τη μεταφορά αερίου όπως προηγουμένως.
Η ρωσική εταιρεία, που έχει το μονοπώλιο εξαγωγών φυσικού αερίου μέσω αγωγών, διευκρίνισε ότι είναι «τεχνολογικώς αδύνατον» να μεταφερθεί όλος ο όγκος του αερίου μέσω του σταθμού διασύνδεσης Σούτζα, όπως πρότεινε το Κίεβο.
Κομισιόν: Έκτακτο σχέδιο για ενεργειακό μπλακ άουτ με τηλεργασία και Κυριακές χωρίς αυτοκίνητα
Την ίδια στιγμή, σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση ενδεχόμενης διακοπής της ροής φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχει “στα σκαριά” η Κομισιόν, σύμφωνα με την ισπανική εφημερίδα “EL PAIS”.
Η Κομισιόν επεξεργάζεται σειρά προτάσεων για να αποφευχθεί ένα ενεργειακό μπλακ άουτ στην Ευρώπη, τις οποίες αναμένεται να παρουσιάσει στις 18 Μαΐου.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, μεταξύ των προτάσεων που εξετάζονται είναι οι εξής:
Τηλεργασία έως τρεις φορές την εβδομάδα. Αυτό, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Κομισιόν, μπορεί να οδηγήσει σε εξοικονόμηση 500.000 βαρελιών πετρελαίου, καθώς μια ημέρα τηλεργασίας ισοδυναμεί με 170.000 λιγότερα βαρέλια πετρελαίου ημερησίως.
Κοινή χρήση αυτοκινήτου με άλλους ανθρώπους και ήπια οικονομική ενίσχυση σημαίνει 470.000 λιγότερα βαρέλια.
Μείωση ορίων ταχύτητας στους αυτοκινητόδρομους τουλάχιστον κατά 10 χιλιόμετρα ανά ώρα, κάτι που ισούται με 430.000 βαρέλια λιγότερα.
Κυριακές χωρίς αυτοκίνητα στις πόλεις που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα αποφέρει 380.000 βαρέλια πετρελαίου λιγότερα, ενώ η χρήση μονών – ζυγών στις πόλεις εξοικονομεί 210.000 βαρέλια.
Παράλληλα, προτείνεται ο περιορισμός του αριθμού των αεροπορικών ταξιδιών για επαγγελματικούς λόγους καθώς και η χρήση ηλεκτρικών οχημάτων και τρένων αντί για αεροπλάνα.
Στόχος, όπως επισημαίνουν, είναι να διασφαλιστεί η ενεργειακή επάρκεια πρωτίστως για τα νοικοκυριά και τις βασικές δημόσιες υπηρεσίες, όπως επίσης και για τους κλάδους της παραγωγής που έχουν ζωτική σημασία (όπως συνέβη και με τα πρώτα lockdown του 2020, αφότου ξέσπασε η πανδημία της Covid-19).