Αιχμηρή ανακοίνωση, για την κυβέρνηση, εξέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τη νέα γυναικοκτονία στο Μενίδι.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η δολοφονία της 40χρονης καταδεικνύει ότι «υστερούμε, ως Πολιτεία, στο ζήτημα της πραγματικής προστασίας των γυναικών από φαινόμενα έμφυλης βίας, τα οποία συχνά καταλήγουν σε τραγωδίες».
Παράλληλα, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καλεί την κυβέρνηση «να αφήσει στην άκρη την επικοινωνιακή διαχείριση και τον αυτοθαυμασμό για τις υψηλές επιδόσεις της στην ασφάλεια των πολιτών, που έτσι κι αλλιώς δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα, και να λάβει μέτρα για την καλύτερη αντιμετώπιση των καταγγελιών, με εξειδικευμένο και επαρκή προσωπικό».
Επίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καλεί την κυβέρνηση να δεχτεί τη νομική κατοχύρωση του όρου γυναικοκτονία, «ως μια ελάχιστη συμβολή στη συνολική κοινωνική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας» και «να λάβει μέτρα για την ανάδειξη της κοινωνικής διάστασης του προβλήματος και μια εκτεταμένη συζήτηση με στόχο την αλλαγή αντιλήψεων».
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ για τη γυναικοκτονία στο Μενίδι:
«Η νέα γυναικοκτονία, περίπου ένα μήνα μετά τη δολοφονία της 28χρονης Κυριακής έξω από το αστυνομικό τμήμα Αγίων Αναργύρων, έρχεται να καταδείξει πόσο συνεχίζουμε να υστερούμε, ως Πολιτεία, στο ζήτημα της πραγματικής προστασίας των γυναικών από φαινόμενα έμφυλης βίας, τα οποία συχνά καταλήγουν σε τραγωδίες.
Μια γυναίκα βρέθηκε δολοφονημένη στο Μενίδι, στη μέση του δρόμου, με ένα μαχαίρι καρφωμένο πάνω της. Έγινε γνωστό ότι είχε κάνει καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία, με την τελευταία στις 7 Μαΐου.
Η κυβέρνηση οφείλει να δεχτεί τη νομική κατοχύρωση του όρου γυναικοκτονία, ως μια ελάχιστη συμβολή στη συνολική κοινωνική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας.
Η κυβέρνηση οφείλει να αφήσει στην άκρη την επικοινωνιακή διαχείριση και τον αυτοθαυμασμό για τις υψηλές επιδόσεις της στην ασφάλεια των πολιτών, που έτσι κι αλλιώς δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα, και να λάβει μέτρα για την καλύτερη αντιμετώπιση των καταγγελιών, με εξειδικευμένο και επαρκή προσωπικό.
Οφείλει, επίσης, να λάβει μέτρα για την ανάδειξη της κοινωνικής διάστασης του προβλήματος και μια εκτεταμένη συζήτηση με στόχο την αλλαγή αντιλήψεων».