Του Μενέλαου Ρεντούμη*
Η τελευταία δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε πρόσφατα φέρνει στο προσκήνιο μια πολιτική πραγματικότητα που δεν μπορεί να αγνοηθεί, καθώς η κεντροαριστερά στην Ελλάδα παραμένει καθηλωμένη, ανίκανη να εκμεταλλευτεί τη φθορά της κυβέρνησης. Το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά και το Κίνημα Δημοκρατίας βλέπουν τα ποσοστά τους να κινούνται στάσιμα ή και πτωτικά, αδυνατώντας να βρουν εύηκοα ώτα σε ένα εκλογικό σώμα που εμφανώς αναζητεί διέξοδο, αλλά όχι προς το μέρος τους.
Αντίθετα, μοναδική εξαίρεση καταγράφεται η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία εμφανίζει δημοσκοπική άνοδο τους τελευταίους μήνες, σε μεγάλο βαθμό λόγω της διαρκούς ανάδειξης του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Η σταθερή επιμονή της στο ζήτημα αυτό, της προσφέρει μια αίσθηση αντισυστημικότητας και συνέπειας, την ώρα που τα υπόλοιπα κεντροαριστερά σχήματα πασχίζουν να αρθρώσουν πειστικό πολιτικό λόγο, παρότι η ίδια η Ζωή Κωνσταντοπούλου, δεν έχει ούτε πρόγραμμα, αλλά ούτε και ικανά στελέχη που μπορούν να αρθρώσουν ένα προγραμματικό λόγο αξιώσεων.
Την ίδια στιγμή, η Νέα Δημοκρατία, παρά τις κυβερνητικές φθορές και τις δύσκολες συγκυρίες, δείχνει σημάδια ανάκαμψης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει σταθερά ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός στις εκτιμήσεις των πολιτών, αποδεικνύοντας ότι το κεντρικό πολιτικό αφήγημα της ΝΔ εξακολουθεί να είναι πιο ελκυστικό και κατανοητό για τη μέση κοινωνική πλειοψηφία.
Πλέον το ερώτημα που προκύπτει βέβαια είναι κρίσιμο, το γιατί δηλαδή η κεντροαριστερά δεν μπορεί να ξεφύγει από το τέλμα εδώ και αρκετά χρόνια.
Εν προκειμένω, τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν εγκλωβισμένοι σε μια παλαιά πολιτική ρητορική, χωρίς ξεκάθαρο όραμα για το μέλλον. Το ΠΑΣΟΚ μοιάζει να αναζητά την ταυτότητά του ανάμεσα στη νοσταλγία των χρυσών εποχών και σε μια σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία που όμως δεν καταφέρνει να εκφράσει πειστικά. Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά τις συνεχείς εσωτερικές αναταράξεις και αλλαγές ηγεσίας, παρουσιάζει μια εικόνα αποσύνθεσης και απώλειας κεντρικού αφηγήματος.
Επίσης, υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα αξιοπιστίας. Για μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος, τα σχήματα της κεντροαριστεράς δεν πείθουν ότι αποτελούν ουσιαστική εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Οι πολίτες ζητούν σαφήνεια, σταθερότητα και ρεαλιστικές λύσεις σε θέματα καθημερινότητας και εθνικής στρατηγικής και προς το παρόν δεν τα βρίσκουν εκεί.
Εκτός αυτού, η απουσία χαρισματικών ηγετικών προσωπικοτήτων εντείνει το πρόβλημα. Σε μια εποχή όπου η εικόνα και η άμεση επικοινωνία παίζουν κεντρικό ρόλο, η κεντροαριστερά φαίνεται να στερείται των προσώπων που θα μπορούσαν να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη και να κινητοποιήσουν πλατιά κοινωνικά στρώματα.
Σε κάθε περίπτωση, η κεντροαριστερά θα μπορούσε να ανακάμψει μόνο μέσα από μια διαδικασία βαθιάς ανανέωσης με νέο πολιτικό λόγο, νέα στελέχη και μια τολμηρή, ρεαλιστική στρατηγική που θα μιλά στη σύγχρονη κοινωνία και όχι μόνο με καταγγελίες αλλά με προτάσεις κοστολογημένες για την επόμενη μέρα. Μέχρι τότε, το κενό που αφήνει η αδυναμία της, ενισχύει τη δυναμική της κυβέρνησης και περιορίζει τη δυνατότητα για ουσιαστική εναλλακτική πολιτική αλλαγή.
*Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός