Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της MYTLINEOS, Ευάγγελος Μυτιληναίος, συμμετείχε σήμερα στις εργασίες του συνεδρίου «Κύκλος Ιδεών, Η Καμπύλη της Μεταπολίτευσης» και συγκεκριμένα στην ενότητα «Η πρώτη και δεύτερη Μεταπολίτευση της ελληνικής οικονομίας».
Συνομιλώντας με τους Νίκο Βέττα, Γενικό Διευθυντή ΙΟΒΕ, Καθηγητή Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κώστα Καλλίτση, Οικονομικό Αναλυτή, KReport, Φωκίωνα Καραβία, Διευθύνοντα Σύμβουλο, Eurobank και Γκίκα Χαρδούβελη, Πρόεδρο του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας, Πρόεδρο της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών και με συντονίστρια τη δημοσιογράφο Ειρήνη Χρυσολωρά, επιχείρησε μία καταγραφή και αποτύπωση της πορείας της βιομηχανίας στα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Στάθηκε ιδιαίτερα στα αίτια που οδήγησαν στην οικονομική κρίση και τις επιπτώσεις που αυτή είχε στο ελληνικό επιχειρείν, τονίζοντας ότι οι εταιρείες εκείνες που στάθηκαν όρθιες, είναι αυτές που σήμερα έχουν κατακτήσει ηγετική θέση και στο διεθνές στερέωμα, όπως η MYTILINEOS.
Καθώς πλησιάζουμε και στις ευρωεκλογές, ο κ. Μυτιληναίος ερωτήθηκε και για την στάση της Ευρώπης σήμερα απέναντι στη βιομηχανία:
«Το Ευρωπαϊκό περιβάλλον είναι αρνητικό. Το momentum για την Ελλάδα διεθνώς είναι θετικό, όχι για την Ευρώπη. Ευρώπη, negative. Ελλάδα, positive»
(…) Να μην ξεχνάμε ότι η Ευρώπη τα επόμενα χρόνια θα επιβαρυνθεί με εκατοντάδες δισεκατομμύρια, για να μην ανεβάσω περισσότερο το νούμερο, με αμυντικές δαπάνες οι οποίες πριν από δύο χρόνια δεν υπήρχαν στον ορίζοντα αλλά τώρα μπαίνουν και μπαίνουν επιτακτικά και επίσης θα επιβαρυνθεί υπέρμετρα με το κόστος της «πράσινης μετάβασης» εάν οι ευρωπαίοι πολιτικοί δεν βάλουν μυαλό και δεν συγχρονίσουν την ενεργειακή μετάβαση, την πράσινη μετάβαση με τις δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας».
Στην τοποθέτησή του ο κ. Μυτιληναίος έκανε μια ιστορική αναδρομή στην οικονομική και πολιτική πορεία της χώρας: «Η βιομηχανική ιστορία της μεταπολίτευσης είναι μια καρδιά πονεμένη. Πού να αρχίσουμε και πού να τελειώσουμε; Όπως ξέρετε, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμαλή διατήρησε μια συντηρητική οικονομική πολιτική. Πολλοί την ονόμασαν και «σοσιαλμανία» του αείμνηστου Παναγή Παπαληγούρα, για όποιον θυμάται τέλος πάντων, με τις κρατικοποίησεις του Ομίλου Ανδρεάδη και τα λοιπά. Δεν μπήκαμε καλά δηλαδή στην μεταπολίτευση από πλευράς προσέγγισης των ευρωπαϊκών standards της οικονομίας. Εν συνεχεία, ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ το 1981, και από ό,τι διάβασα τελευταία σε μια μέτρηση του κ. Φαναρά, ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν, παραμένει ο πλέον δημοφιλής των πρωθυπουργών της μεταπολίτευσης, το οποίο δεν με εξέπληξε καθόλου, διότι ακόμα και σήμερα βλέπουμε ότι οι κυβερνήσεις αναζητούν εναγωνίως στελέχη του ΠΑΣΟΚ για να στελεχωθούν καταλλήλως, που λέμε. Λοιπόν, κάπου ταυτίστηκε η Ελλάδα με το ΠΑΣΟΚ. Κάποια περίοδο ταυτίστηκε. Δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε σε αυτό. Πλην όμως, οικονομικά, ξεκίνησε δειλά-δειλά το ξεχείλωμα της οικονομίας. Η δημοσιονομική πολιτική του ΠΑΣΟΚ έπρεπε να ανταποκριθεί στις λαϊκές προσδοκίες. Δημιουργήθηκε, θυμάμαι τότε το 1983, ο οργανισμός ανασυγκρότησης επιχειρήσεων, προβληματικών επιχειρήσεων, στο οποίο φορτώσανε καμιά τριανταριά, σαράντα επιχειρήσεις, οι οποίες ήταν μεταξύ κλειστές και ανοιχτές, τύπου ΛΑΡΚΟ ας πούμε, αλλά και αρκετές, τριάντα, σαράντα θυμάμαι. Γεμίσανε αυτές τις επιχειρήσεις πρασινοφρουρούς τότε, έτσι τους λέγανε. Ξεκίνησε ένα όργιο διαφθοράς. Και από εκεί ξεκίνησαν διάφορα τέτοιου είδους συμπτώματα, τα οποία φτάσανε στην περίφημη φράση που δεν ήξερα να ελέχθηκε ποτέ, του Ανδρέα Παπανδρέου, «είπαμε να πάρει και κάτι, αλλά όχι και 500 εκατομμύρια». Ανεπιβεβαίωτη. Αλλά άρχισε να δημιουργείται ένα τέτοιο κλίμα στην οικονομία. Η δεύτερη περίοδος του ΠΑΣΟΚ, από το 1985 και μετά, ήταν μια περίοδος που η χώρα άρχισε να μπαίνει σε μια πολιτική αστάθεια. Φαινόταν το πράγμα. Η αντιπολίτευση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν οξύτατη. Ο Ανδρέας Παπανδρέου προσπάθησε κάποια πράγματα να τα κρατήσει, μετά εγκατέλειψε την προσπάθεια. Και φτάσαμε στην πολιτική αστάθεια του 1989-1990, με τα γνωστά αποτελέσματα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ως πρωθυπουργός, κατά τη γνώμη μου, που είναι γνωστό για όσους έχουν παρακολουθήσει κατά καιρούς διάφορα πράγματα που έχω πει, κατά τη γνώμη μου ήταν μια μοναδική πολιτική φυσιογνωμία. Και πολλά χρόνια μπροστά από την εποχή του, όταν ήταν πρωθυπουργός. Γι’ αυτό και απέτυχε. Δηλαδή το timing της πρωθυπουργίας του ήταν λίγο πρώιμο. Έπρεπε να είναι καμιά δεκαριά, δεκαπέντε χρόνια μετά. Για τον κύριο Σημίτη, επίσης, έχω ένα πολύ μεγάλο θαυμασμό. Μου ταιριάζει και σαν χαρακτήρας, αλλά και σαν προσωπικότητα. Νομίζω ότι ήταν για την Ελλάδα ευτύχημα που ήταν πρωθυπουργός 8 χρόνια και χαίρομαι πάρα πολύ ότι αυτό πλέον αναγνωρίζεται. Και είναι σημαντικό, φαντάζομαι και τον ίδιο, ότι αναγνωρίζεται εν ζωή. Να είναι καλά ο άνθρωπος να ζήσει πολλά χρόνια ακόμα, αλλά αναγνωρίζεται εν ζωή. Και οι προσπάθειες που γίνανε, παρόλο που πολλές δεν πετύχανε, όπως το ασφαλιστικό που είπε ο Γκίκας, το οποίο θα το ήθελε αυστηρότερο, αλλά αν είχε γίνει θα ήταν μια τεράστια επιτυχία για τη χώρα. Δυστυχώς δεν έγινε, διότι μέτρησε πάλι το πολιτικό κόστος. Εδώ στον “Κύκλο Ιδέων” είχα πει μια φορά ότι ό,τι μεταρρύθμιση είναι να γίνει, γίνεται ή την πρώτη τετραετία ή στις αρχές της δεύτερης. Μετά το πράγμα αρχίζει και δυσκολεύει.
Εποχή Κώστα Καραμαλή και Γιώργου Παπανδρέου νομίζω ότι δημοσιονομικά, σταδιακά, η κατάσταση εκτραχύνεται. Η βιομηχανία, εν τω μεταξύ, πάλευε σε φουρτουνιασμένα νερά. Είχε αρχίσει το πράγμα και δυσκόλευε, παρότι υπήρχαν παροχές. Οι τράπεζες δίναν λεφτά. Παρ’ όλα αυτά, λίγες επιχειρήσεις ήταν πια ανταγωνιστικές για να μπορούν να σταθούν σε διεθνές επίπεδο. Μετά ξεκίνησε η ιστορία του χρηματιστηρίου, την οποία κακώς δεν αναφέρουμε, γιατί ήταν ένας σταθμός. Και η αναδιανομή του εισοδήματος που έγινε με το μεγάλο κόλπο του χρηματιστηρίου του 1999-2000 δεν μπορεί να μην αναφέρεται όταν μιλάμε για την μεταπολίτευση.
Μετά μπήκαμε στην ΟΝΕ. Όπως είπα και προ ολίγου, φτηνό χρήμα, πολύ χρήμα, είκοσι ποντάκια spread, και βαδίζαμε πλέον πλησίστιοι προς την κρίση του 2008, η οποία μπορεί να έρθει από την Lehman Brothers, αλλά η Ελλάδα ήταν πανέτοιμη να συμμετάσχει στο πάρτι της Lehman. Και μετά νομίζαμε ότι εμείς την γλυτώσαμε, όπως έλεγε ο φίλος μου, ο Γιώργος Αλογοσκούφης, ή ο Γιάννης Παπαθανάσης, ποιος ήταν, φίλοι μου και οι δύο, νομίζω ο Γιάννης, αλλά και ο Γιώργος Αλογοσκούφης, «είμαστε θωρακισμένοι» αν θυμάμαι καλά. Μάλλον το έχει μετανιώσει, φαντάζομαι», ανέφερε.