Του Διογένη Λόππα
Η βαρυσήμαντη περιοδεία του προέδρου Biden στην Ευρώπη και η ευκαιρία που του δόθηκε να συνομιλήσει απευθείας τόσο με τους παραδοσιακούς του συμμάχους, όσο και με ώριμους και όψιμους στρατηγικούς αντιπάλους, αν και δεν γέννησε τη μεγάλη είδηση ή κάποια αναμενόμενη ρήξη, ωστόσο ξεκαθάρισε για τα καλά την κατάσταση και ιδιαίτερα στην ανατολική Μεσόγειο. Η κατ’ ιδίαν συνάντηση Merkel – Macron που ακολούθησε αμέσως μετά και ως απόρροια του διπλωματικού μαραθωνίου που είχε προηγηθεί, τοποθέτησε το κερασάκι στην τούρτα.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Γκαστρωμένος Ιούνης
Στην αρχή της περιοδείας του, ο κ. Biden τοποθετήθηκε στη σύνοδο των G7 ανοιχτά εναντίον της Κίνας και με τον τρόπο αυτό ξεκαθάρισε τη στρατηγική ατζέντα των ΗΠΑ για την επόμενη, τουλάχιστον, δεκαετία. Η στρατηγική αυτή στροφή που βέβαια απαιτεί και τη συμπόρευση των υπολοίπων έξι οικονομικών υπερδυνάμεων μοιάζει αμετάκλητη και γεννά κάποια θεμελιώδη παράγωγα, όπως μια περισσότερο ανεκτική προσέγγιση απέναντι στη Ρωσία.
Προκειμένου δηλαδή να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η επέλαση της Κίνας, φαίνεται ότι επιχειρείται η ουδετεροποίηση της Ρωσίας. Με τον τρόπο αυτό μετριάζονται και οι σφοδρές αντιδράσεις των Ευρωπαίων, οι οποίοι έχουν σοβαρές επενδύσεις στην Κίνα. Κατά κάποιον τρόπο λοιπόν η δυνατότητα να ξαναρχίσουν οι μπίζνες με τη Ρωσία θα είναι το καρότο για την απομόνωση της Κίνας. ‘Ετσι, μετά την άφεση αμαρτιών στους Γερμανούς για το project του Nord Stream, άλλοτε κόκκινο πανί για τις ΗΠΑ, κλείστηκε και η κατ ιδίαν συνάντηση Biden – Putin, η οποία έβγαλε τον στριμωγμένο Ρώσο ηγέτη από μια απομόνωση διαρκείας.
Σε μια προσπάθεια να αρχίσει η αποδαιμονοποίηση της Ρωσίας στα δυτικά ΜΜΕ, ο κ. Putin παραχώρησε μια εξαιρετικής ποιότητας συνέντευξη στο δίκτυο NBC. Εκεί ο πολύπειρος Keir Simmons βομβάρδισε τον ηγέτη της Ρωσίας σε βαθμό απρέπειας. Ωστόσο, ο κ. Putin ήταν σωστά προετοιμασμένος, κράτησε την ψυχραιμία του και προσπάθησε, άλλοτε επιτυχώς, άλλοτε όχι, να δώσει εξηγήσεις σε όλα όσα του καταλογίζει η δύση και όταν λέμε σε όλα, εννοούμε σε όλα, από τους Ρώσους χάκερς, ως την Ουκρανία και τον ταλαίπωρο Navalny. Από την εξέλιξη αυτή, κρατάμε όχι τόσο τις αναμενόμενες απαντήσεις – αναμασήματα τις Ρωσικής προπαγάνδας, όσο την διάθεση της Ρωσίας να ξεκινήσει μια ειλικρινή προσέγγιση με τη δύση, προβάλλοντας ταυτόχρονα και τις κόκκινες γραμμές της.
Αμέσως μετά είχαμε μια από τις πλέον παραγωγικές συνόδους του ΝΑΤΟ και τις προγραμματισμένες συναντήσεις ηγετών. Εκτός από την πολυαναμενόμενη συνάντηση Biden – Erdogan, ξεχώρισαν επίσης οι συναντήσεις του Τούρκου δικτάτορα με τον κ. Macron και βέβαια με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Ο κ. Biden, σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές, μετά από μια καταστροφική συζήτηση, ζύγισε σοβαρά το ενδεχόμενο να τινάξει επιτόπου στον αέρα τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Υπήρξαν όμως σοβαρές ενστάσεις στενών συνεργατών του, κυρίως των μυστικών υπηρεσιών που τρέμουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ως αποτέλεσμα ο αμερικανός πρόεδρος προσήλθε στη συνέντευξη τύπου με καθυστέρηση δύο ωρών για να μην πει τελικά τίποτα. Έτσι δόθηκε μια τελευταία ευκαιρία στην Τουρκία να επαναπροσεγγίσει την ατζέντα της, χωρίς όμως ο κ. Biden προσωπικά να ελπίζει πλέον για κάτι τέτοιο και αυτό λέει πολλά.
Η συνάντηση στη Γενεύη με τον κ. Putin έγινε σε πολύ καλύτερο κλίμα. Άλλωστε η συνάντηση αυτή ήταν ένα δώρο διπλωματικής αβρότητας του κ. Biden προς τους ΅Ευρωπαίους (βλέπε Γερμανία και Γαλλία) αλλά και προσωπικά στον κ. Putin, ο οποίος ξαφνικά έγινε το πρόσωπο των ημερών και εμφανίστηκε ως ισότιμος συνομιλητής του πολιτισμένου κόσμου στις οθόνες των δυτικών κοινωνιών αλλά και στο εσωτερικό του ακροατήριο. Πέρα από το γεγονός ότι η σημερινή συγκυρία που έχει να κάνει με την Κίνα απαιτεί μια στοιχειώδη συνεννόηση με τη Ρωσία, η ίδια η Ρωσία είναι μια πολύ μεγάλη μπουκιά για τη δύση, όχι τόσο για τις παρωχημένες στρατιωτικές της δυνατότητες, όσο για το πυραυλικό πυρηνικό της οπλοστάσιο που θεωρείται μη αντιμετωπίσιμο. Και στο τέλος, η δύση κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με το φαινόμενο Morsi: Δηλαδή επικρατεί τρόμος στη σκέψη ότι για παράδειγμα ανατρέπεται ο κ. Putin, αλλά στη θέση του ανέρχεται κάποιος altright εθνικιστής ή κάποιος παράφρων στρατηγός που τυγχάνει να κατέχει κωδικούς πυρηνικών και να διατάζει πυρηνοκίνητα υποβρύχια ανοιχτά της Φλώριδας. Στην ακραία αυτή εκδοχή, ο πολύς Ρώσος ηγέτης μοιάζει με λούτρινο αρκουδάκι. Όπως θα έλεγαν και οι Αγγλοσάξονες, if it works, leave it.
Πώς διαμορφώνεται η κατάσταση στη Μεσόγειο
Είναι τώρα κοινώς αποδεκτό στη δύση ότι η ανωμαλία στην ανατολική Μεσόγειο οφείλεται σε μονομερείς επιθετικές ενέργειες της Άγκυρας, όπως η ευθεία αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής ΑΟΖ, η ανάμειξη (στρατιωτικής φύσεως μάλιστα) σε Συρία και Λιβύη ταυτόχρονα, αλλά και η (πολιτικής φύσεως σε πρώτη φάση, -αν μπορείς κάνε κι αλλιώς-) ανάμειξη στα εσωτερικά ζητήματα του Ισραήλ και της Αιγύπτου. Τι όμως έσπρωξε την Τουρκία σε μια τόσο προκλητική κίνηση και μάλιστα σε πολλά μέτωπα ταυτόχρονα; Λοιπόν αυτή οφείλεται στην αυτοπεποίθηση της Τουρκίας γύρω από τις στρατιωτικές της δυνατότητες καθώς και γύρω από το συσχετισμό δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή, έπειτα από την διαφαινόμενη απροθυμία των Αμερικανών να εμπλακούν σε κοστοβόρες πολιτικές εκεί όπου κάτι τέτοιο είναι εφικτό από συμμαχικές χώρες.
Οι στρατιωτικοί αναλυτές επιμένουν συνεχώς να τονίζουν ότι η υπόθεση του Αιγαίου είναι οριστικά χαμένη για τους Τούρκους, με τις υπάρχουσες ισορροπίες. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για την ανατολική Μεσόγειο, όπου η εγγύτητα των τουρκικών αεροναυτικών βάσεων σε συνδυασμό με την κατοχή της μισής Κύπρου (που διαφορετικά θα αποτελούσε καθοριστική αποτρεπτική παράμετρο) και την υπάρχουσα δυναμική του τουρκικού στόλου, εξασφαλίζουν μια καθαρή στρατιωτική υπεροχή, που θα ήταν αλήθεια παράδοξο να μην μετατραπεί σε χειροπιαστά γεωπολιτικά οφέλη. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ελλάδα εξασφάλισε τα μαχητικά Rafale και ψάχνει εναγωνίως ενδιάμεση λύση (από φρεγάτες έως καταδρομικά) για να εξισορροπήσει την κατάσταση και να προσπαθήσει να σώσει ότι σώζεται.
Με λίγα λόγια οι Τούρκοι γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ότι τη στιγμή αυτή δεν υπάρχει στην περιοχή καμία άλλη δύναμη που θα μπορούσε έστω σε επίπεδο προβολής σημαίας να σταθεί απέναντι στην Τουρκία στη συγκεκριμένη περιοχή (εκτός των ΗΠΑ, που όμως δεν πρόκειται να το πράξουν για πολλούς λόγους).
Έτσι η μόνη περίπτωση να ανασχεθεί η σοβαρότατη τουρκική απειλή είναι η σύμπραξη των ευρωπαϊκών δυνάμεων σε επίπεδο στόλου. Στην υποθετική λοιπόν περίπτωση όπου οι στόλοι Γαλλίας, Ιταλίας και Ελλάδας εμφανίζονταν στην περιοχή υπό την ομπρέλα της Ε.Ε., η Τουρκία θα αποχωρούσε με την ουρά στα σκέλια. Μπροστά σε αυτό το αρκετά πιθανό ενδεχόμενο η τουρκική διπλωματία εργάζεται υπερωρίες σε πολλά μέτωπα και προσπαθεί να διχάσει τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ο πιο σίγουρος τρόπος για να το πετύχει είναι η περίπτωση της Λιβύης, όπου οι μεγάλες Ευρωπαϊκές χώρες έχουν εκ διαμέτρου αντίθετα συμφέροντα: Η Γερμανία δεν θα επιθυμούσε (διπλωματική διατύπωση) να δει τη Γαλλία να καταλαμβάνει (πολιτικά μιλώντας) τις περιοχές της πάλαι ποτέ Γαλλικής εντολής, καθώς κάτι τέτοιο θα ανέτρεπε σοβαρά τις ισορροπίες εντός της Ε.Ε. και ενδεχομένως να περιόριζε τη Γερμανία σε απλό παρατηρητή στα ζητήματα της ευρωπαϊκής άμυνας και όχι μόνο.
Η άλλη μεγάλη ναυτική δύναμη, η Ιταλία, έχει ιστορικούς δεσμούς με τη Λιβύη τόσο σημαντικούς, ώστε θα ήταν αδύνατον να σταθεί κυβέρνηση στη Ρώμη, χωρίς να κάνει ότι απαιτείται ώστε τα ιταλικά συμφέροντα στην αραβική χώρα να μείνουν ζωντανά. Και με την επιβολή των γαλλικών συμφερόντων στην περιοχή, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι κάτι τέτοιο εξασφαλίζεται. Από την πλευρά της η Γαλλία προσπαθεί να πείσει τους εταίρους και συμμάχους της ότι σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί να δράσει στην περιοχή μόνο για τα δικά της αποκλειστικά συμφέροντα, αλλά αντιθέτως ως πρώτο βιολί ολόκληρης της Ένωσης, η οποία επιτέλους θα πρέπει να εξασφαλίσει το δικό της ζωτικό χώρο, πόσο μάλλον όταν η διεκδίκηση του χώρου αυτού συμβαδίζει και με τις νόρμες του δικαίου της θάλασσας, κυρίως χάρη στην Κύπρο, την Κρήτη, τη Ρόδο και στο σύμπλεγμα της Μεγίστης.
Αντίπαστο Λιβύη, πρώτο πιάτο Κύπρος και στο βάθος Κουρδιστάν
Δεδομένου ότι η Τουρκία έχει πια οριστικά λάβει αποφάσεις περί ανασύστασης του οθωμανικού της μεγαλείου και δε διστάζει όχι μόνο να το υπενθυμίζει λεκτικά στους συνομιλητές της (κάτι ανάλογο παίχτηκε και στην πρόσφατη συνάντηση με τον κ. Baiden), αλλά και να το εφαρμόζει στην πράξη εν ψυχρώ, η ατζέντα περί μιας αποτελεσματικής αντιμετώπισης της υπαρξιακής αυτής απειλής έχει αρχίσει να διευρύνεται, ιδιαίτερα από τους Γάλλους (τέθηκε στη συνάντηση Merkel – Macron). Σύμφωνα με τους Γάλλους, θα πρέπει η ΕΕ σε πλήρη συνεννόηση με τα μέλη της και σε σύμπνοια με τις ΗΠΑ, να βάλει σε εφαρμογή ένα αποτελεσματικό σχέδιο ανάσχεσης της νεο οθωμανικής επέλασης το οποίο εδράζεται σε τρεις βάσεις:
Κουρδιστάν
Δεδομένου ότι η Τουρκία έχει πια οριστικά λάβει αποφάσεις περί ανασύστασης του οθωμανικού της μεγαλείου και δε διστάζει όχι μόνο να το υπενθυμίζει λεκτικά στους συνομιλητές της (κάτι ανάλογο παίχτηκε και στην πρόσφατη συνάντηση με τον κ. Baiden), αλλά και να το εφαρμόζει στην πράξη εν ψυχρώ, η ατζέντα περί μιας αποτελεσματικής αντιμετώπισης της υπαρξιακής αυτής απειλής έχει αρχίσει να διευρύνεται, ιδιαίτερα από τους Γάλλους (τέθηκε στη συνάντηση Merkel – Macron). Σύμφωνα με τους Γάλλους, θα πρέπει η ΕΕ σε πλήρη συνεννόηση με τα μέλη της και σε σύμπνοια με τις ΗΠΑ, να βάλει σε εφαρμογή ένα αποτελεσματικό σχέδιο ανάσχεσης της νεοοθωμανικής επέλασης το οποίο εδράζεται σε τρεις βάσεις:
Άμεση αποχώρηση από τη Λιβύη όλων των ξένων στρατευμάτων, ώστε η χώρα να οδηγηθεί σε νόμιμες (νομότυπες έστω) εκλογικές διαδικασίες και κατά συνέπεια να παραδοθεί στη σφαίρα επιρροής της Ε.Ε., με τους ενδιαφερόμενους από εκεί και πέρα να λαμβάνουν θέσεις για την κατανομή των κρατικών συμβολαίων ισότιμα (δηλαδή Γερμανικές, Γαλλικές και Ιταλικές εταιρίες). Φυσικά η Τουρκία αντιδρά λυσσαλέα σε οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ενώσει τις τρεις ναυτικές δυνάμεις και να δημιουργήσει ανεπιθύμητα για την Άγκυρα τετελεσμένα σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο, ενώ το θρυλικό τουρκολιβυκό σύμφωνο θα κινδύνευε με εξαέρωση, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις υπόλοιπες τουρκικές διεκδικήσεις συνολικά επί της ευρωπαϊκής ΑΟΖ.
Επιβολή διπλωματικής λύσης του Κυπριακού με οπωσδήποτε αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, έως το τελευταίο άρμα μάχης, με οποιοδήποτε πολιτικό κόστος. Γιατί στρατηγικά μια ανεξάρτητη Κύπρος, μέλος της Ε.Ε. και πιθανώς του ΝΑΤΟ, άσχετα με την ακριβή θέση της τουρκοκυπριακής κοινότητας, θα λειτουργούσε ως λόγχη στα μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας, κάθε φορά που σήμερα ή στο μέλλον κάποιος λαοφιλής ηγέτης προσπαθούσε να παίξει το οθωμανικό χαρτί. Με απλά λόγια, με την Κύπρο ελεύθερη (χωρίς στρατεύματα και εγγυήσεις), κάθε σκέψη περί τουρκικής υπεροπλίας στην ανατολική Μεσόγειο ακούγεται σαν ανέκδοτο. Φυσικά και στο ζήτημα αυτό οι τουρκικές αντιδράσεις είναι (και θα είναι) λυσσαλέες σε βαθμό παραφροσύνης (απόπειρα προσάρτησης των κατεχομένων ή ακόμα και στρατιωτική εισβολή στις ελεύθερες περιοχές).
Έναρξη των διαπραγματεύσεων για ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν στη Συρία, παράλληλα με την οριστική διευθέτηση του ζητήματος Assad, ένα ζήτημα που ασφαλώς περιλαμβάνει και τη Ρωσία και που θα μπορούσε να αναπτυχθεί παράλληλα με το ουκρανικό και την πολυαναμενόμενη επαναφορά της Ρωσίας σε μια ομαλή σχέση με τη δύση. Και αυτό γιατί οι Γάλλοι θεωρούν σωστά ότι ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν θα ρίξει την Τουρκία σε μια πολυετή εσωστρέφεια και μπροστά σε έναν κίνδυνο για την ίδια την εδαφική ακεραιότητά της, θα έστρεφε σταρτιωτικούς και διπλωματικούς πόρους μακριά από την ανατολική Μεσόγειο. Γνωρίζοντας καλά τον κίνδυνο αυτό, οι Τούρκοι σε συνεννόηση με τους Ρώσους έχουν ήδη όχι μόνο δημιουργήσει στρατιωτικές βάσεις πλησίον του συριακού Κουρδιστάν, αλλά και εργάζονται πυρετωδώς πάνω σε ένα project τουρκοποίησης και τελικά de facto προσάρτησης των περιοχών αυτών.
Στην Αθήνα είναι απλά Κυριακή
Μπορεί όλα τα παραπάνω να είναι απολύτως προφανή και άμεσα διαθέσιμα από τους Γάλλους κυβερνητικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους, ωστόσο στην Αθήνα φαίνεται ότι επικρατούν πιο επείγοντα ζητήματα. Παρόλο δηλαδή που μόλις πέρασε ο τυφώνας Biden και όλοι οι παίκτες επανακαθορίζουν τις θέσεις τους με βάση τα νέα δεδομένα που ανατέλλουν (βλέπε βαρύνουσας σημασίας συνάντηση Merkel – Macron και σχετικές ανακοινώσεις), παρά το γεγονός ότι το ζήτημα των Ελληνοτουρκικών διαφορών είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε ευρωπαϊκό ζήτημα και όσο φασαρία και αν προσπαθεί να κάνει ο ίδιος ο Έλληνας υπουργός των εξωτερικών προσπαθώντας (μάταια) να αφυπνίσει την κυβέρνησή του, σε μια κίνηση ανεπανάληπτης ενδοτικότητας και όπως πληροφορηθήκαμε από τους Τούρκους, οι ελληνοτουρκικές διαφορές στο εξής μετατρέπονται σε αποκλειστικά διμερές ζήτημα και μάλιστα με την εμπλοκή εξωθεσμικών παραγόντων. Σε σημείο που ευλόγως να αναρωτιόμαστε αν όντως ισχύει ο τίτλος αυτού του άρθρου. Αν όχι, περιμένουμε επαρκείς εξηγήσεις.