Tου Gideon Rachman
Πρέπει οι ΗΠΑ να υπερασπιστούν την Ταϊβάν; Αυτή δεν είναι μια αφηρημένη συζήτηση. Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου το Πεκίνο έκανε προσομοίωση βομβαρδισμών στο νησί, ενώ το ναυτικό του περικύκλωνε την Ταϊβάν.
Ως απάντηση στην σταθερή κλιμάκωση της κινεζικής στρατιωτικής πίεσης στο νησί, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί -τέσσερις φορές- πως οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν την Ταϊβάν από μια κινεζική επίθεση.
Για ορισμένους στην Αμερικη, οι δεσμεύσεις του Μπάιντεν είναι τρέλα. Ο Νταγκ Μπάνταου του think tank Cato Institute, διαμαρτύρεται πως «οι περισσότεροι (Αμερικάνοι) υπεύθυνοι χάραξης πολιτική είναι προετοιμασμένοι να διακινδυνεύσουν την εθνική αυτοκτονία για να προστατεύσουν την Ταϊβάν». Γιατί θα πρέπει η κουρασμένη από τον πόλεμο Αμερική να απειλήσει με πόλεμο την Κίνα, μια άλλη πυρηνικά εξοπλισμένη δύναμη, για να υπερασπιστεί ένα νησί 24 εκατ. κατοίκων που βρίσκεται περίπου 100 μίλια ανοικτά της κινεζικής ακτής;
Ο σκεπτικισμός για την υπεράσπιση της Ταϊβάν είναι ακόμα πιο έντονος σε τμήματα της Ευρώπης. Επιστρέφοντας από μια επίσκεψη στην Κίνα την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν άφησε να εννοηθεί πως η Γαλλία δεν θα κουνήσει ούτε δαχτυλάκι για να προστατεύσει το νησί. Συζητώντας το θέμα της Ταϊβάν, δήλωσε στο Politico πως ο «μεγάλος κίνδυνος» για την Ευρώπη είναι να «εμπλακεί σε κρίσεις που δεν είναι δικές μας».
Στην πραγματικότητα, λίγοι περιμένουν τους ευρωπαϊκούς στρατούς να εμπλακούν άμεσα σε μια σύγκρουση για την Ταϊβάν. Αλλά οι συμπεριφορές Ευρωπαίων πολιτικών όπως ο Μακρόν έχουν σημασία, αφού θα επηρεάσουν τους κινεζικούς υπολογισμούς του οικονομικού και διπλωματικού κόστους οποιασδήποτε επίθεσης.
Οπωσδήποτε θα έκανε ευκολότερη τη ζωή των Ευρωπαίων και των Αμερικανών ηγετών αν δεν είχαν λόγο να ανησυχούν για την τύχη της Ταϊβάν. Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι μια βίαιη κινεζική προσάρτηση του νησιού θα είχε βαθιές παγκόσμιες συνέπειες που θα γίνονταν γρήγορα αισθητές στο Παρίσι, καθώς και στην Πεόρια.
Υπάρχουν τρία βασικά επιχειρήματα για να υπερασπιστούμε την Ταϊβάν. Το πρώτο αφορά το μέλλον της πολιτικής ελευθερίας στον κόσμο. Το δεύτερο αφορά την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων. Το τρίτο αφορά την παγκόσμια οικονομία. Μαζί αποτελούν επιτακτική υπόθεση για να κρατήσουμε την Ταϊβάν μακριά από τα νύχια του Πεκίνου.
Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα υποστηρίζει ότι η μονοκομματική διακυβέρνηση είναι το τέλειο σύστημα για την Κίνα. Οι ΗΠΑ, επιμένει, θα πρέπει να σταματήσουν να προσπαθούν να προωθήσουν τις φιλελεύθερες, δημοκρατικές αξίες – οι οποίες δεν λειτουργούν καλά στη Δύση και οι οποίες θα σήμαιναν καταστροφή για μια κοινοτιστική κουλτούρα όπως αυτή της Κίνας. Αλλά η Ταϊβάν, μια ακμάζουσα και ευημερούσα κοινωνία, είναι η ζωντανή απόδειξη ότι η κινεζική κουλτούρα είναι απολύτως συμβατή με τη δημοκρατία. Η ύπαρξή της διατηρεί ζωντανό ένα εναλλακτικό όραμα για το πώς θα μπορούσε να διοικείται η ίδια η Κίνα μια μέρα.
Το Πεκίνο έχει ήδη συντρίψει τις φιλοδοξίες για δημοκρατία στο Χονγκ Κονγκ. Αν ο Σι Τζινπίνγκ επιτρεπόταν να κάνει το ίδιο στην Ταϊβάν, η απολυταρχία θα εδραιωνόταν σε ολόκληρο τον κινεζόφωνο κόσμο.
Επειδή η Κίνα είναι η αναδυόμενη υπερδύναμη του 21ου αιώνα, αυτό θα είχε ζοφερές πολιτικές συνέπειες για τον κόσμο. Όσοι αντιμετωπίζουν με κυνισμό την προώθηση της δημοκρατίας από τις ΗΠΑ, ίσως απολαύσουν ακόμη λιγότερο την προστασία της απολυταρχίας από την Κίνα.
Η ιδέα ότι η ηπειρωτική Κίνα θα αγκαλιάσει μια μέρα την πολιτική ελευθερία παραμένει μια μακρινή προοπτική. Αλλά η περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού στο σύνολό της έχει αρκετές ακμάζουσες δημοκρατίες, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία. Όλες εξαρτώνται σε κάποιο βαθμό από την εγγύηση ασφαλείας των ΗΠΑ.
Εάν η Κίνα συντρίψει την αυτονομία της Ταϊβάν, είτε με εισβολή, είτε εξαναγκάζοντας το νησί να προχωρήσει σε μια πολιτική ένωση χωρίς τη θέλησή του, τότε η ισχύς των ΗΠΑ στην περιοχή θα υποστεί τεράστιο πλήγμα. Αντιμέτωπες με την προοπτική μιας νέας ηγεμονικής δύναμης στον Ινδο-Ειρηνικό, οι χώρες της περιοχής θα αντιδρούσαν. Οι περισσότερες θα επέλεγαν να διευκολύνουν το Πεκίνο αλλάζοντας τις εξωτερικές και εσωτερικές τους πολιτικές. Η επιθυμία να μην προσβάλουν τον ευέξαπτο νέο ηγεμόνα θα περιόριζε γρήγορα την ελευθερία του λόγου και της δράσης για τους γείτονες της Κίνας.
Οι επιπτώσεις μιας κινεζικής κυριαρχίας στον Ινδο-Ειρηνικό θα είναι επίσης παγκόσμιες, δεδομένου ότι η περιοχή αντιπροσωπεύει περίπου τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού και του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Εάν η Κίνα κυριαρχήσει στην περιοχή, θα είναι σε καλό δρόμο για να εκτοπίσει τις ΗΠΑ ως το ισχυρότερο έθνος στον κόσμο.
Η ιδέα ότι η Ευρώπη δεν θα επηρεαζόταν από αυτή τη μετατόπιση της παγκόσμιας ισχύος είναι παράλογη. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, η Ευρώπη εξαρτάται από την προθυμία της Αμερικής να αντιμετωπίσει τη Ρωσία, τον δεσποτικό σύμμαχο της Κίνας.
Κάποιοι μπορεί να ισχυριστούν ότι αφηρημένες έννοιες όπως η «ηγεμονία» έχουν μικρή σημασία για τους απλούς ανθρώπους. Αλλά μια ιδιορρυθμία της οικονομικής ανάπτυξης της Ταϊβάν σημαίνει ότι ο έλεγχος του νησιού θα είχε γρήγορα σημαντικές επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο σε όλο τον κόσμο.
Η Ταϊβάν παράγει πάνω από το 60% των παγκόσμιων ημιαγωγών και περίπου το 90% των πιο εξελιγμένων. Οι συσκευές που κάνουν τη σύγχρονη ζωή να λειτουργεί, από τα τηλέφωνα μέχρι τα αυτοκίνητα και τα βιομηχανικά μηχανήματα, λειτουργούν με τσιπ από την Ταϊβάν. Αλλά τα εργοστάσια που τα παράγουν θα μπορούσαν να καταστραφούν από μια εισβολή.
Αν τα εργοστάσια τσιπ της Ταϊβάν επιβιώσουν αλλά περάσουν στον έλεγχο της Κίνας, οι οικονομικές επιπτώσεις θα ήταν τεράστιες. Ο έλεγχος των πιο προηγμένων ημιαγωγών του κόσμου θα έδινε στο Πεκίνο τη δυνατότητα να κάνει «κεφαλοκλείδωμα» στην παγκόσμια οικονομία. Όπως έχουν ήδη ανακαλύψει οι ΗΠΑ, η αντιγραφή της βιομηχανίας ημιαγωγών της Ταϊβάν είναι πολύ δυσκολότερη απ’ όσο ακούγεται.
Όλες αυτές οι σκέψεις -οικονομικές, στρατηγικές, πολιτικές- καθιστούν επιτακτική την ανάγκη των ΗΠΑ και των συμμάχων τους να προστατεύσουν την Ταϊβάν. Κανένας που έχει τα λογικά του δεν θέλει έναν πόλεμο μεταξύ της Αμερικής και της Κίνας. Αλλά τώρα, όπως και στο παρελθόν, είναι κάποιες φορές απαραίτητο να προετοιμάζεσαι για πόλεμο –για να διατηρήσεις την ειρήνη.