Θύελλα αντιδράσεων προκαλεί η ιταμή δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Άκη Σκέρτσου, ο οποίος, μιλώντας στο τηλεοπτικό κανάλι TRT, αργά την Πέμπτη, ανακοίνωσε, εκτός εθνικής γραμμής, ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θεωρεί ιστορικό αναχρονισμό και ουσιαστικά παραιτείται από τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων προς την Ελλάδα.
Πρόκειται για κατάπτυστη και επαίσχυντη θέση εθνικής μειοδοσίας, με την οποία επιχειρείται να αναθεωρηθεί ριζικά η πάγια εθνική γραμμή όλων των ελληνικών κυβερνήσεων από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Σημαίνει δε, και μάλιστα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, υποστολή σημαίας, άτακτη υποχώρηση και ταπεινωτική παραίτηση από απαράγραπτες διεκδικήσεις της χώρας, που υψώνονται εν ονόματι των θυσιών και του ιερού αίματος των Ελλήνων!
Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε μετά τη χθεσινή εκτενή αναφορά της «δημοκρατίας», η οποία αποκάλυψε στο πρώτο θέμα της ότι ο Α. Σκέρτσος, με αφορμή την παρουσίαση στη Λάρισα του βιβλίου «Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια» του αρθρογράφου της εφημερίδας μας Γιώργου Χαρβαλιά, κλήθηκε να απαντήσει στο ερώτημα αν η κυβέρνηση σκοπεύει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Πολωνίας, που αξιώνει 1,3 τρισ. ευρώ από τη Γερμανία και να επαναφέρει σε εθνική βάση τη δίκαιη απαίτηση καταβολής των αποζημιώσεων.
Η απάντησή του άναψε φωτιές, καθώς ξεκάθαρα, όπως πολλοί στη χώρα φοβούνται, αποκάλυψε μείζονα εθνικό συμβιβασμό της κυβέρνησης Μητσοτάκη στα μαζικά εγκλήματα πολέμου και στη λεηλασία που υπέστη η χώρα από τη ναζιστική Γερμανία.
«Νομίζω ότι πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά και όχι προς τα πίσω. Μιλάτε για μια υπόθεση η οποία αφορά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν την απαξιώνω, ούτε την υποβαθμίζω, αλλά αυτή τη στιγμή η Ελλάδα και η Ευρώπη έχουν να αντιμετωπίσουν πολύ σημαντικές, μείζονες προκλήσεις, που έρχονται από το μέλλον» είπε κυνικά ο εκπρόσωπος, σπεύδοντας να εξηγήσει: «Είναι η κλιματική κρίση, είναι η ψηφιακή επέλαση της Τεχνητής Νοημοσύνης, είναι προβλήματα που έχουν να κάνουν με την προσέλκυση καλών επενδύσεων στην Ευρώπη, ώστε να μη χάσουμε την παραγωγική μας βάση. Νομίζω ότι, αν αναλωνόμαστε σε ζητήματα τα οποία αφορούν το παρελθόν, χάνουμε τη μάχη για το μέλλον. Και πρέπει να αφιερώσουμε όλες μας τις δυνάμεις σε αυτή την προσπάθεια».
«Εμείς» πρόσθεσε «είμαστε μια κυβέρνηση που κοιτάμε προς τα εμπρός και, προφανώς, χτίζουμε με πατριωτική ευθύνη -με υπεύθυνο πατριωτισμό- μια πιο ισχυρή Ελλάδα». Προφανώς, ο «υπεύθυνος πατριωτισμός» των Μητσοτάκη – Σκέρτσου, υπαγορεύει ότι οι θυσίες των Ελλήνων, η μαζική εξόντωση του λαού, οι εκτελέσεις, η πείνα, τα ολοκαυτώματα και η δήλωση της χώρας είναι παρωχημένα και ενοχλητικά θέματα σε σχέση με την «προσέλκυση καλών επενδύσεων από την Ευρώπη».
Ο ορυμαγδός οργισμένων αντιδράσεων υποχρέωσε τον Σκέρτσο σε αναδίπλωση. Η δήλωσή του, ωστόσο, στην οποία αναγνωρίζει «δυσκολίες και νομικές εκκρεμότητες», μαρτυρά κάτω από τις γραμμές ότι δεν ενήργησε αυτοβούλως και με τη συνήθη προπέτεια που τον διακρίνει, αλλά «του ανατέθηκε» να στείλει εν όψει εκλογών μήνυμα υποταγής στο Βερολίνο.
Όπως υποστήριξε, «η θέση της κυβέρνησης για τις πολεμικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο είναι καθαρή και εκφράστηκε στην τελευταία συνάντηση του πρωθυπουργού με τον καγκελάριο Σολτς. Παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα, ειδικά το κατοχικό δάνειο, και προσβλέπουμε σε συζήτηση και επίλυση με τη γερμανική κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες και τις νομικές εκκρεμότητες. Το ότι δεν έχουμε βρει λύση δεν σκιάζει τις ελληνογερμανικές σχέσεις και προοπτικές. Ολες οι άλλες ερμηνείες είναι εκ του πονηρού και δεν απηχούν την πραγματικότητα».
Το ένα μετά το άλλο τα κόμματα αποδοκίμασαν έντονα τις άθλιες και επονείδιστες δηλώσεις Σκέρτσου.
Την ηθική επιταγή του ήρωα Μανώλη Γλέζου «ακόμα και ένα ευρώ να ήταν, έχουμε υποχρέωση να το διεκδικήσουμε» θύμισε ο Αλ. Τσίπρας, ενώ στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνεται μεταξύ άλλων: «Είναι απαράδεκτο και ανιστόρητο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να απαξιώνει τον διαχρονικό αγώνα της Ελλάδας για τις γερμανικές αποζημιώσεις ως δευτερεύον και παρωχημένο ζήτημα, δίνοντας μήνυμα παραίτησης από τη διεκδίκησή τους, και μάλιστα επειδή αποτελούν “ζήτημα του παρελθόντος”». Οπως τονίζεται, «κάθε μέρα που περνάει γίνεται πιο ξεκάθαρο πόσο η παραμονή της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην εξουσία υπονομεύει και τα εθνικά συμφέροντα», ενώ επισημαίνει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ ρητά περιέλαβε τη διεκδίκηση στο κυβερνητικό του πρόγραμμα για την εξωτερική πολιτική, τονίζοντας ότι θα πρέπει να εκπονηθεί εθνική στρατηγική σε αυτή τη βάση».
Εξίσου αυστηρά, ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Δημήτρης Μάντζος σημειώνει ότι «έχουμε υποχρέωση να αγωνιστούμε ώστε να υπάρξει δίκαιη ικανοποίηση του αιτήματος» και προσθέτει: «Η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου -παρά τη σημερινή άτακτη αναδίπλωση- δείχνει την επιδερμική, υποχωρητική προσέγγιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Αλήθεια, έτσι εννοεί ο κ. Σκέρτσος τη “σωστή πλευρά της Ιστορίας”; Δεν μας αξίζει μια χώρα φοβική, που δεν διεκδικεί και παραχωρεί συνεχώς έδαφος στη διεθνή διπλωματία». Για το ΠΑΣΟΚ, εξήγησε, «η διεκδίκηση των αποζημιώσεων από τις θηριωδίες των ναζί αποτελεί διαχρονικό εθνικό αίτημα. Εχουμε υποχρέωση να αγωνιστούμε με κάθε πολιτικό και νομικό μέσο, ώστε να υπάρξει επιτέλους δίκαιη ικανοποίηση αυτού του αιτήματος, με σεβασμό και ιστορική συνείδηση από την πλευρά της γερμανικής κυβέρνησης».
Σύμφωνα με το ΚΚΕ, «η προσπάθεια του κυβερνητικού εκπροσώπου να ανασκευάσει τις απαράδεκτες δηλώσεις του για το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων και επανορθώσεων, χαρακτηρίζοντάς τες τώρα ως “ανοικτό θέμα”, αποτελεί πρόκληση και προεκλογική κοροϊδία. Οπως, επίσης, υποκριτική είναι και η στάση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, που ως κυβερνήσεις δεν διεκδίκησαν ποτέ ουσιαστικά το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, τις τεράστιες καταστροφές στις υποδομές από τα γερμανικά κατοχικά στρατεύματα, τις αποζημιώσεις των θυμάτων των ναζιστικών εγκλημάτων, τους πολιτιστικούς θησαυρούς που εκλάπησαν εκείνη την περίοδο».
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κυριάκος Βελόπουλος υπογράμμισε ότι ο Α. Σκέρτσος «κινείται στα όρια της εθνικής μειοδοσίας» και σχολίασε: «Ο ελληνικός λαός πεινάει, υπαίτιοι είναι οι Γερμανοί και ο Σκέρτσος χαρίζει ένα τρισεκατομμύριο στους απογόνους των Βησιγότθων! Θα συνεχίσουμε τον αγώνα για να πάρουμε τα λεφτά και την αξιοπρέπειά μας πίσω».
Εξαιρετικά οξύς ήταν και ο Θ. Πετράκος από το ΜέΡΑ25, που χαρακτήρισε «άθλια, ασεβή, ανιστόρητη και δουλοπρεπή» τη δήλωση Σκέρτσου και ζήτησε «να τον αποπέμψει ο Μητσοτάκης». Μεταξύ άλλων, επεσήμανε: «Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι πρέπει να “ξεγράψουμε” το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων, διότι “πρέπει να κοιτάμε μπροστά και όχι πίσω”. Η δήλωση αυτή αποτελεί την πιο άθλια και δουλοπρεπή δήλωση που έχει πει ποτέ κυβερνητικός παράγοντας, και προφανώς αυτή η δήλωση εκφράζει και τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη, γιατί, αν δεν τον εκφράζει, θα τον είχε ήδη αποπέμψει».
Τα συστημικά ΜΜΕ εξαφάνισαν με προκλητικό τρόπο την αποκάλυψη
Στην υπηρεσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για ακόμη μια φορά και μάλιστα με προκλητικό τρόπο οι συστημικές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες, που πρωταγωνιστούν στις επιχορηγήσεις από κάθε είδους λίστες. Αυτή τη φορά πέρασαν στα ψιλά την αποκάλυψη της «δημοκρατίας» για την απαράδεκτη, ανιστόρητη και απαξιωτική στάση του κυβερνητικού εκπροσώπου Ακη Σκέρτσου, ο οποίος ουσιαστικά χάρισε τις πολεμικές επανορθώσεις στους Γερμανούς.
Με τη γνωστή τακτική τους, πρώτα αγνόησαν την αποκάλυψη της «δημοκρατίας» και στη συνέχεια, όταν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναγκάστηκε μετά τη γενική κατακραυγή να βγάλει επανορθωτική ανακοίνωση, τη δημοσίευσαν.
Και πάλι όμως δημοσίευσαν την αντίδραση Σκέρτσου χωρίς να κάνουν τον κόπο να εξηγήσουν τους λόγους που προκάλεσαν αυτήν την απάντηση του Ακη Σκέρτσου. Μια τόσο σημαντική είδηση δεν την αναπαρήγαγαν ως όφειλαν και τελικά την εξαφάνισαν στη ροή της επικαιρότητας, έτσι ώστε να μην μπορεί κανείς από τους αναγνώστες τους να μάθει τι ακριβώς είπε ο κ. Σκέρτσος.
Στα κάγκελα οι σύλλογοι ζητούν να δώσει εξηγήσεις ο Μητσοτάκης
Ευθέως «προδοτική» χαρακτηρίζει τη στάση Σκέρτσου η Επιτροπή Διεκδίκησης Γερμανικού Χρέους (Ελληνοκαναδικό Κογκρέσο και Ιδρυμα Δελιβάνη), υπογραμμίζοντας εμφατικά ότι μετά την πρωτοφανή στα μεταπολεμικά χρονικά δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου, που εξέφρασε απροθυμία διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα την οποία ανέδειξε, όπως επισημαίνει, η «δημοκρατία», ο πρωθυπουργός «οφείλει εξηγήσεις».
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης «καλείται άμεσα να διαλευκάνει αν η τοποθέτηση αυτή αποτελεί προσωπικό ολίσθημα του κ. Σκέρτσου ή επίσημη κυβερνητική θέση» υπογραμμίζει και προσθέτει:
«Στην πρώτη περίπτωση οφείλει να τον αποπέμψει, διότι μια τέτοια δήλωση αντίκειται στην πάγια εθνική θέση, που αποτυπώνεται στο ομόφωνο ψήφισμα της Ελληνικής Βουλής (17 Απριλίου 2019), περί υποχρέωσης της Ελλάδας να διεκδικήσει το γερμανικό χρέος (δηλαδή τις επανορθώσεις, τις αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο).
»Στη δεύτερη περίπτωση που η δήλωση Σκέρτσου αποτελεί επίσημη κυβερνητική θέση, ο πρωθυπουργός οφείλει να δώσει εξηγήσεις στον ελληνικό λαό για αυτή την αδικαιολόγητη αλλαγή στάσης, που αντιτίθεται στο εθνικό συμφέρον. Ειδικά τώρα που σοβεί βαθιά οικονομική κρίση στην Ελλάδα, η αναγνώριση του ελληνικού χρέους και η παραίτηση από τα χρέη της Γερμανίας προς την Ελλάδα είναι προδοτικές. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση, ευλόγως διερωτάται κανείς για ποιον δουλεύουν η Ν.Δ., ο νυν πρωθυπουργός της χώρας και η κυβέρνησή του».
Από την πλευρά του, το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας παρατηρεί ότι η πρωτοφανής και κατάπτυστη δήλωση συνιστά για το γερμανικό κράτος «έναν απροσδόκητο και ιδανικό μοχλό στήριξης της ενορχηστρωμένης εκστρατείας που έχει ξεκινήσει πρόσφατα με συγκεκριμένες δράσεις, προκειμένου να πείσει τους απογόνους των θυμάτων να ξεχάσουν τις αποζημιώσεις και να αρκεστούν σε πράξεις ελεημοσύνης, τις οποίες η Γερμανία έχει ήδη θέσει σε εφαρμογή». Καλεί, μάλιστα, τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη να λάβει υπόψη ότι «η δήλωση αυτή, αν δεν υπάρξει άμεση και ρητή επανόρθωση, θα αξιοποιηθεί από τη γερμανική πλευρά σε διεθνή φόρα εις βάρος των εθνικών μας δικαίων».
Ο δικηγόρος Σαράντος Θεοδωρόπουλος, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και υποψήφιος του ΜέΡΑ25 στην Α’ Αθηνών, δήλωσε καυστικά: «Ο κ. Σκέρτσος να βγάλει τη γερμανική στολή από το μπαούλο του, να την αερίσει από τη ναφθαλίνη και να τη φορέσει για να ξέρουμε με ποιον έχουμε να κάνουμε. Ο Μανώλης Γλέζος μας έμαθε ότι οι οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα (επανορθώσεις, αναγκαστικό δάνειο, κλεμμένοι πολιτιστικοί θησαυροί, αποζημιώσεις των θυμάτων της θηριωδίας κ.λπ.) είναι νομικά ενεργές και απολύτως βάσιμες, όπως τονίζει και ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος».
Σε κοινό ήθος και ο Γιάννης Χατζηαντωνίου, από τη Γραμματεία του Εθνικού Συμβουλίου επιτίθεται στον κυβερνητικό εκπρόσωπο με σκληρές εκφράσεις, ζητώντας από τον πρωθυπουργό να τον αποπέμψει.
Mοναδικός του καημός να μη θίξει το Βερολίνο
Στα πόσα χρόνια παραγράφεται η ιστορία της Ελλάδας κατά τον Σκέρτσο; Τα καμένα χωριά και οι εκατοντάδες χιλιάδες βασανισμένοι νεκροί πότε ακριβώς έχασαν το «δικαίωμα» να δικαιωθούν; Το 2019, που κατάφερε να χωθεί σε μια κυβέρνηση ο ίδιος;
Η πολιτική ανικανότητα του Σκέρτσου είναι πλέον διαπιστωμένη από τις απερίγραπτες γκάφες του, με ρυθμό πολυβόλου, κάθε φορά που ανοίγει το στόμα του. Τώρα, όμως, κατάφερε να ξεπεράσει ακόμα και τα δικά του στάνταρ. Πλέον, όσα λέει είναι ξεκάθαρα επικίνδυνα για τα συμφέροντα της χώρας.
Η μοναδική… καούρα του χθες, μετά τον σάλο που προκάλεσαν οι δηλώσεις του, τις οποίες ανέδειξε η «δημοκρατία», ήταν μην τυχόν θιγεί το Βερολίνο! Γι’ αυτό, αντί να απολογηθεί στον ελληνικό λαό, ο οποίος τον «φορτώθηκε» και τον πληρώνει χωρίς να τον έχει ψηφίσει ποτέ, ο Σκέρτσος έσπευσε να δικαιολογηθεί στον… καγκελάριο, δηλώνοντας ότι η μη λύση για τις αποζημιώσεις «δεν σκιάζει τις ελληνογερμανικές σχέσεις και προοπτικές».
Λες και η Ελλάδα είναι που σκιάζει αυτές τις σχέσεις, όχι η Γερμανία, που κατέστρεψε δύο φορές τον μισό πλανήτη.
Ο Σκέρτσος δεν παραιτήθηκε. Ο Μητσοτάκης δεν τον έδιωξε. Ο ουρανοκατέβατος στην πολιτική Σκέρτσος, όμως, δεν βρήκε την τσίπα να ζητήσει χθες έστω μια συγγνώμη για τις γελοίες και ανιστόρητες δηλώσεις που έκανε στο περιφερειακό κανάλι. Είναι το πρώτο πολιτικό πρόσωπο στη χώρα όλες αυτές τις δεκαετίες που ουσιαστικά μας… νουθέτησε «να μην αναλωνόμαστε σε ζητήματα τα οποία αφορούν το παρελθόν».
Αν ήταν υπουργός στο Ισραήλ ο Σκέρτσος θα τολμούσε ποτέ να πει για το Ολοκαύτωμα «νομίζω ότι πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά και όχι προς τα πίσω – μιλάτε για μια υπόθεση που έγινε πριν από 75 χρόνια στον Β’ Παγκόσμιο»; Θα αναφερόταν υποτιμητικά «σε μια υπόθεση», αν απευθυνόταν στους πολίτες, π.χ., του Ισραήλ κι όχι της Ελλάδας;
Και την επόμενη μέρα ο πρωθυπουργός του θα τον κρατούσε ακόμα ως κυβερνητικό εκπρόσωπο; Να τον κάνει τι;
Τελικά, τι ακριβώς εκπροσωπεί ο Σκέρτσος; Και γιατί τον έχει ακόμα δίπλα του ο Μητσοτάκης, ο οποίος τον επιβάλλει κάθε φορά σε υψηλόβαθμα πόστα;
Το πιο ανατριχιαστικό στην τηλεοπτική συζήτηση για τις αποζημιώσεις ήταν όταν ο εμβρόντητος δημοσιογράφος κατέληξε «καταλαβαίνω από την απάντησή σας ότι δεν πρέπει να περιμένουμε κάποια σχετική κίνηση» και ο Σκέρτσος απλά μειδίασε, συναινώντας σιωπηρά.
Η ιστορική αλήθεια της χώρας γι’ αυτόν τον τύπο είναι μια… ντεμοντέ υπόθεση. Δηλαδή, τα Καλάβρυτα, το Δίστομο, το Κομμένο, ο λιμός των Αθηνών, οι μαζικές εκτελέσεις, η κλοπή του πλούτου της χώρας από τη Γερμανία.
Είναι… μπανάλ, κατά τον άνθρωπο που εκφράζει τη γραμμή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, να απαιτούμε αποζημιώσεις από μια χώρα που μας κατέστρεψε. Η υποχρέωση της Γερμανίας έχει… παραγραφεί.
Αλήθεια, στα πόσα χρόνια παραγράφεται η ιστορία της Ελλάδας κατά τον Σκέρτσο; Τα καμένα χωριά απ’ άκρη σ’ άκρη και οι εκατοντάδες χιλιάδες βασανισμένοι νεκροί πότε ακριβώς έχασαν το «δικαίωμα» να δικαιωθούν; Το 2019, που κατάφερε να χωθεί σε μια κυβέρνηση ο Σκέρτσος;
Κατά τον εκπρόσωπο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, τώρα προέχουν οι δήθεν… επενδύσεις. Σαν να μας είπε, με αυτή την αλλόκοτη σύνδεση, ότι το ένα (αποζημιώσεις) αναιρεί το άλλο (επενδύσεις).
H Γερμανία, όμως, όπως πολύ καλά ξέρουμε στην Ελλάδα, είναι φειδωλή στις αποζημιώσεις για τα εγκλήματά της, αλλά πολύ πιο γενναιόδωρη στις μίζες για τα συμφέροντά της. Από το σκάνδαλο Siemens γνωρίζουμε σε βάθος πια τι εστί γερμανική… επένδυση σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου. Η μίζα, άλλωστε, για δουλειές στο εξωτερικό είχε θεσμοθετηθεί επίσημα από τη γερμανική Βουλή.
Ο Σκέρτσος δεν κάνει σόλο καριέρα. Η δουλειά κάθε κυβερνητικού εκπροσώπου είναι να εκφράζει δημόσια τις θέσεις της κυβέρνησης. Με αυτήν ακριβώς την ιδιότητα μας αποκάλυψε, λίγες μέρες πριν από την κάλπη, ότι για το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων η θέση της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι «να κοιτάξουμε μπροστά και όχι προς τα πίσω».
Πρακτικά, ο Σκέρτσος «παραδέχθηκε» αυτό που γίνεται επί τέσσερα χρόνια: Η κυβέρνησή του δεν έκανε το παραμικρό από το 2019 μέχρι σήμερα, αν και τον Απρίλιο εκείνης της χρονιάς, πριν από τις εκλογές, και ο Μητσοτάκης είχε ταχθεί υπέρ του ψηφίσματος για τις αποζημιώσεις, που εγκρίθηκε από τη Βουλή με ευρύτατη πλειοψηφία.
Τότε, μάλιστα, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κατηγορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν έκανε τίποτα. Οταν όμως ο ίδιος έγινε πρωθυπουργός, το μείζον ζήτημα βάλτωσε εντελώς. Μόνο μία φορά ακούστηκε, στη συνάντησή του με τον Σολτς τον περασμένο Οκτώβριο. Ο Μητσοτάκης απλά είπε, για τα μάτια του κόσμου, «για εμάς είναι ανοιχτό το ζήτημα» κι έβγαλε την υποχρέωση.
Η μεγάλη εκκρεμότητα των γερμανικών αποζημιώσεων αποτελεί μια από τις πιο παγιωμένες ιστορικές αλήθειες σε αυτή τη χώρα. Μέχρι σήμερα, αυτό που χαρακτήριζε την κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν μια ατέλειωτη διαδοχή σκανδάλων και συγκαλύψεων. Τώρα, το πάει ακόμα πιο μακριά και «βάζει» τον Σκέρτσο, σαν το καναρίνι στο ορυχείο, να εξαπολύσει μια πρωτοφανή επίθεση κατά της αλήθειας, της μνήμης και των πάγιων εθνικών θέσεων.
Οι αποζημιώσεις είναι σημαντικές οικονομικά, πολιτικά, αλλά κυρίως υπαρξιακά γι’ αυτόν τον τόπο. Η αγωνία του Βερολίνου είναι να κοπεί «μαχαίρι» κάθε κουβέντα για μια διεκδίκηση την οποία η Γερμανία τρέμει. Αυτή η αγωνία είναι που καθρεφτίζεται στις δηλώσεις του εκπροσώπου της ελληνικής κυβέρνησης.
Βιογραφικό
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1976. Σπούδασε Δημοσιογραφία στο ΑΠΘ και έκανε μεταπτυχιακό στο «λόμπινγκ»(!) στο «Τζ. Ουάσινγκτον» των ΗΠΑ. Προέρχεται από την Κεντροαριστερά. Διετέλεσε διευθυντής γραφείου του ΥΠΟΙΚ Στουρνάρα το 2012-2014, διευθυντής γραφείου του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Πικραμμένου και γενικός διευθυντής του ΣΕΒ. Στις 9 Ιουλίου 2019 διορίστηκε, ως εξωκοινοβουλευτικός, υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και τον Αύγουστο 2021 αναβαθμίστηκε σε υπουργό Επικρατείας. Από χθες είναι υπηρεσιακός κυβερνητικός εκπρόσωπος μέχρι τις εκλογές.