Νέα κρίση στην διεύθυνση της The Washington Post. Η διαδοχή της Σάλι Μπάζμπι από τον Ρόμπερτ Γουίνετ ακυρώθηκε έπειτα από «εξέγερση» του προσωπικού που πιθανόν να αποτελεί μοιραίο πλήγμα στην εξουσία του διευθύνοντος συμβούλου του δημοσιογραφικού οργανισμού σερ Γουίλιαμ Λιούις.
Η σχεδιασμένη ανάληψη (των διευθυντικών) καθηκόντων του Γουίνετ μετά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές ματαιώθηκε.
Στο τέλος της εβδομάδας ο εκδότης της βρετανικής The Daily Telegraph- γνωστή ως The Telegraph, σκέτο- Κρις Έβανς ενημέρωσε το προσωπικό της εφημερίδας πως τελικώς ο Γουίνετ θα παραμείνει στο δυναμικό της και δεν θα ταξιδέψει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ο εκδότης της Washington Post και ο αναπληρωτής της The Telegrah βρίσκονται μέσα σε κλίμα αμφισβήτησης για ζητήματα ηθικής ακεραιότητας πάνω στη δουλειά, στο ρεπορτάζ. Υπάρχουν υπόννοιες για άντληση στοιχείων με αθέμιτες μεθόδους.
Η νέα κρίση, αναδεικνύει, ταυτοχρόνων ένα ενδιαφέρον χάσμα ηθικής ανάμεσα στην αμερικανική και τη βρετανική δημοσιογραφία.
Όταν στις αρχές Ιουνίου ανακοινώθηκε πως ο Γουίνετ θα διαδεχόταν την Μπάζμπι, η είδηση τράβηξε την προσοχή των αμερικανικών ΜΜΕ. Τα πρωτοσέλιδα τους εστίασαν στην δουλειά του Γουίνετ όταν εργαζόταν ως ρεπόρτερ στους The Sunday Times. Ο Γουίνετ φέρεται αναμεμιγμένος σε παράνομη άντληση στοιχείων από τα απομνημονεύματα του Τόνι Μπλέρ που θα κυκλοφορούσαν ως βιβλίο σύντομα εκείνη την περίοδο.
Η είδηση έγινε γνωστή όταν ως ύποπτος είχε συλληφθεί το 2010 από την αστυνομία του Λονδίνου ο επίδοξος ηθοποιός Τζον Φόρντ. Ο Φόρντ τότε, αντιμέτωπος με ποινική δίωξη, ζήτησε να τηλεφωνήσει σε έναν δημοσιογράφο των Sunday Times για να τον ξελασπώσει, τον οποίον, όπως είπε στις Αρχές, τον γνώριζε και τον εμπιστευόταν επειδή είχαν συνεργαστεί επανειλημμένως.
Παράνομη άντληση στοιχείων και υποκλοπές
Στα απομνημονεύματα του ο Φόρντ, κατονομάζει τον Γουίνετ αναφέροντας ότι τον έφερε σε επαφή με δικηγόρο, συζήτησαν την εξασφάλιση ενός μη ανιχνεύσιμου τηλεφώνου για τις μεταξύ τους μελλοντικές επικοινωνίες και τού έκανε λόγο για την «αξιοθαύμαστη ομερτά» της βρετανικής δημοσιογραφίας, θέλοντας να τον καθησυχάσει και διαβεβαιώσει ότι οι κρυφές προσπάθειες του δεν θα αποκαλύπτονταν λόγω δημοσιογραφικού απορρήτου.
Ο Γουίνετ δεν απάντησε σε μια μεγάλη λίστα «επίμονων» ερωτήσεων, αλλά και ο Φορντ, ο οποίος προηγουμένως αρνήθηκε να δώσει συνέντευξη, δεν απάντησε σε ερωτήματα σχετικά με τα προσχέδια των επίμαχων κεφαλαίων του βιβλίου του, όπως αναφέρει σε σχετικό ρεπορτάζ της η ίδια η Washington Post.
Στη δίνη της αμφισβήτησης βρίσκεται και ο εκδότης της Washngton Post, σερ Λιούις, με ισχυρισμούς για υποκλοπές. Το Σάββατο οι New York Times είχαν θέμα ότι ο Λιούις ως διευθυντής των Sunday Times το 2004 είχε αναθέσει σε έναν ρεπόρτερ να γράψει μια ιστορία για έναν επιφανή επιχειρηματία, με στοιχεία τα οποία κατά τον δημοσιογράφο ήταν προϊόντα τηλεφωνικών υποκλοπών. Επρόκειτο για τον Στιούαρτ Ρόουζ, σημερινό μέλος της Βουλής των Λόρδων.
Ο Λιούις επίσης συνυπέγραφε ένα ρεπορτάζ στους Sunday Times το Φεβρουάριο του 2004 σχετικά με τις εσωτερικές νομικές διαμάχες στην Μαντσεστερ Γιουνάιτεντ, τον ίδιο μήνα που ένα τιμολόγιο- έγινε γνωστό από την ιστοσελίδα ερευνητικής δημοσιογραφίας το 2018- δείχνει ότι ο Φορντ πληρώθηκε για μια ιστορία για την «Μάντσεστερ».
Πρώην δημοσιογράφος των Sunday Times που δέχθηκε να μιλήσει στους New York Times για εσωτερικά ζητήματα των Sunday Times υπό τον όρο της ανωνυμίας, είπε ότι στο επίμαχο θέμα είχε συνεργαστεί με τον Λιούις νεαρός τότε αθλητικογράφος ο οποίος όμως δεν είχε στην κυριότητα του τις αποκαλύψεις που βρέθηκαν στο επίκεντρο της ιστορίας.
«Επιθέσεις» κατά του Λιούις και παρέμβαση του Μπέζος
Το προσωπικό της Washington Post ξεσηκώθηκε εναντίον του Λιούις- δεν είναι η πρώτη φορά- και τον αμφισβητεί ευθέως.
Η κρίση προκάλεσε την παρέμβαση του ιδιοκτήτη της Post, πολυεκατομμυριούχου Τζέφ Μπέζος. «Ξέρω ότι έχετε μάθει όσα κυκλοφορούν για τον Γουίλ και θέλω να πω ευθέως το εξής: τα δημοσιογραφικά πρότυπα και η ηθική της Post παραμένουν αναλλοίωτα», έγραψε σε μέιλ εσωτερικής κυκλοφορίας ο Μπέζος- περιήλθε στην κατοχή του το CNN – είχε αποδέκτες τους επικεφαλής του δημοσιογραφικού οργανισμού, υποδηλώνοντας τη στήριξη του στον Λιούις. Όχι όμως ρητά. Στο μεταξύ το ηθικό στην Post έχει καταρρεύσει, οι δημοσιογράφοι- και όχι μόνον εκείνοι- εμφανίζονται θορυβημένοι, εκφράζουν την απογοήτευση τους για την στάση του Λιούις και ανησυχούν- αναφέρει το CNN- για την πορεία της εφημερίδας στο μέλλον υπο την ηγεσία του.