Ο πρώην πρωθυπουργός «δείχνει» το Μέγαρο Μαξίμου για το κλίμα οξύτητας και παραδέχεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εγκλωβίστηκε στη στρατηγική του αντιπάλου
Σε ένα από τα πιο ηχηρά και αυτοκριτικά αποσπάσματα της «Ιθάκης», ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτηρίζει πλέον «λάθος» τη σκληρή αντιπαράθεση που είχε αναπτυχθεί την περίοδο 2015-2019 γύρω από τη σύζυγο του Κυριάκου Μητσοτάκη, Μαρέβα Γκραμπόφσκι. Με καυστικό τρόπο, ο πρώην πρωθυπουργός υποστηρίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρασύρθηκε σε αυτό το πεδίο εξαιτίας του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος – όπως λέει – μεθόδευσε το κλίμα οξύτητας και το χρησιμοποίησε ως πολιτικό όπλο.
Στο βιβλίο του αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Καλλιεργώντας, ωστόσο, συνειδητά αυτό το κλίμα οξύτητας, σε βαθμό μανίας, ο Μητσοτάκης και οι σπόνσορες του κατάφεραν δύο πράγματα. Το πρώτο ήταν ότι η επανάληψη κάθε συκοφαντίας, με δεδομένη την απόλυτη κυριαρχία του στα ΜΜΕ, άφηνε σε ένα μέρος της κοινής γνώμης τους λεκέδες της».
Στη συνέχεια παραδέχεται ότι το επιθετικό κλίμα λειτούργησε σαν παγίδα μέσα στην οποία παγιδεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ:
«Το δεύτερο ήταν ότι μας παρέσυρε σε λάθη. Σε κατάσταση πολιορκίας και υπό το κράτος της οργής, υιοθετήσαμε μια τακτική ανάδειξης σκανδάλων, που αφορούσαν όχι μόνο τον Μητσοτάκη, αλλά και την επιχειρηματική δραστηριότητα της συζύγου του».
Ο Τσίπρας επιμένει ότι οι καταγγελίες δεν ήταν ατεκμηρίωτες, αλλά προέκυψαν από δημοσιογραφική έρευνα με στοιχεία. Παρ’ όλα αυτά, παραδέχεται πως η επιλογή αυτή τελικά έβλαψε την παράταξη:
«Δεν χρειάζεται να πω ότι όλες μας οι καταγγελίες προέκυψαν από δημοσιογραφικές αποκαλύψεις, που στηρίζονταν σε συγκεκριμένα στοιχεία. Σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν θα χρειάζονταν καταγγελίες. Θα αποτελούσαν από μόνες τους αντικείμενο διερεύνησης, ακόμα και λόγο αντικατάστασης του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης από το ίδιο του το κόμμα».
Ασκώντας μια από τις πιο σκληρές αυτοκριτικές του, παραδέχεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απομακρύνθηκε από το πολιτικό του αφήγημα και έχασε έδαφος σε ένα επικοινωνιακό περιβάλλον συντριπτικά εχθρικό:
«Ήταν σαν να είχαμε επιλέξει να παίξουμε στο δικό τους γήπεδο. Προφανώς, δεν έπρεπε να κλείνουμε τα μάτια μπροστά σε σκανδαλώδεις, ή τουλάχιστον ύποπτες, συμπεριφορές. Αλλά το δυνατό μας χαρτί δεν ήταν αυτό, ήταν η πολιτική. Το καθαρό μας πολιτικό πρόσωπο, οι ιδέες και το όραμά μας».
Ο πρώην πρωθυπουργός σημειώνει ότι το περιεχόμενο της πολιτικής αντιπαράθεσης σχεδόν «πνίγηκε» από τον επικοινωνιακό θόρυβο και τη χαμηλού επιπέδου σύγκρουση, η οποία – όπως λέει – ήταν το πεδίο που ευνοούσε απολύτως τη Νέα Δημοκρατία:
«Όλα αυτά έφτασαν να σκεπάζονται από τις φωνές, στις χαμηλού επιπέδου αντιπαραθέσεις στη Βουλή και στα τηλεοπτικά παράθυρα. Και αυτό μας έκανε τελικά ζημιά, γιατί οι αντίπαλοί μας είχαν πρωτοφανή επικοινωνιακή υπεροπλία».
Ιδιαίτερο βάρος δίνει στο γεγονός ότι το κλίμα της «μόνιμης καταγγελίας» οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ σε λάθη που – κατά τη δική του παραδοχή – ακύρωσαν το πολιτικό του δίκιο. Και φέρνει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την επίθεση του Παύλου Πολάκη στον Στέλιο Κυμπουρόπουλο, το 2019:
«Με την κεκτημένη ταχύτητα της καταγγελίας, οδηγηθήκαμε σε λάθη που εξαφάνιζαν το δίκιο μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου λάθους ήταν η άδικη επίθεση του Πολάκη στον υποψήφιο Ευρωβουλευτή της Ν.Δ. Κυμπουρόπουλο, λίγο πριν από τις ευρωεκλογές. Αυτό αντιμετωπίστηκε από τη Ν.Δ. ως μάννα εξ ουρανού».
