Το OPLAN DEU αποκαλύπτει τη μεγαλύτερη γερμανική πολεμική προετοιμασία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, η Γερμανία έχει εκπονήσει ένα άκρως απόρρητο επιχειρησιακό σχέδιο 1.200 σελίδων, το οποίο φέρει τον κωδικό OPLAN DEU (Operationsplan Deutschland) και περιγράφει με απόλυτη λεπτομέρεια τα βήματα που θα ακολουθηθούν σε περίπτωση πολεμικής σύγκρουσης με τη Ρωσία. Για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, το Βερολίνο καταρτίζει μια πλήρη στρατηγική άμυνας, η οποία προβλέπει ακόμη και τη μετακίνηση έως 800.000 στρατιωτών του ΝΑΤΟ προς την ανατολική πρώτη γραμμή. Το σχέδιο αξιοποιεί κάθε διαθέσιμο μέσο υποδομής της χώρας — από σιδηροδρομικά δίκτυα και οδικούς άξονες μέχρι λιμάνια και ποτάμια — και οργανώνει τη ροή δυνάμεων, τον εφοδιασμό, την προστασία, τις ενδιάμεσες στάσεις και την επιχειρησιακή αναδιάταξη μιας γιγαντιαίας δύναμης. Η λεπτομέρεια με την οποία περιγράφονται οι διαδρομές και οι κρίσιμες υποδομές δείχνει ότι η Γερμανία δεν αντιμετωπίζει πλέον τη ρωσική απειλή ως θεωρητικό σενάριο, αλλά ως πιθανότητα με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα.
Ένα σχέδιο που αφορά ολόκληρη την κοινωνία – η Γερμανία επιστρέφει σε λογική Ψυχρού Πολέμου
Η WSJ επισημαίνει ότι το OPLAN DEU συντάχθηκε στη βάση μιας νέας φιλοσοφίας: η άμυνα δεν είναι πια αποκλειστικό καθήκον του στρατού, αλλά ολόκληρης της κοινωνίας. Δημόσιες υπηρεσίες, κρίσιμες υποδομές, μεγάλες επιχειρήσεις, νοσοκομεία και τοπικοί φορείς εντάσσονται σε ένα ενιαίο πλαίσιο επιχειρησιακής ετοιμότητας, το οποίο θυμίζει την εποχή του Ψυχρού Πολέμου αλλά είναι πλήρως προσαρμοσμένο στις σημερινές απειλές. Η Γερμανία καλείται να αντιμετωπίσει εκτεταμένα προβλήματα υποδομών, θεσμικούς περιορισμούς και μια άμυνα που συρρικνώθηκε επί δεκαετίες. Οι συντάκτες του σχεδίου υπογραμμίζουν ότι η επιτυχία του απαιτεί την κινητοποίηση ενός ολόκληρου κράτους, από τη δημόσια διοίκηση και τους δήμους μέχρι τις επιχειρήσεις ενέργειας και μεταφορών.
Οι γερμανικές εκτιμήσεις για ρωσική ετοιμότητα έως το 2029 και ο κίνδυνος νωρίτερης κλιμάκωσης
Ανώτατοι Γερμανοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι η Ρωσία θα διαθέτει πλήρη ετοιμότητα για πιθανή επίθεση κατά κρατών-μελών του ΝΑΤΟ έως το 2029. Παράλληλα, η αυξημένη δραστηριότητα ρωσικών υπηρεσιών σε ευρωπαϊκό έδαφος — από δολιοφθορές και κυβερνοεπιθέσεις μέχρι παραβιάσεις εναέριου χώρου και επιχειρήσεις κατασκοπείας — τροφοδοτεί φόβους ότι η Μόσχα θα μπορούσε να κινηθεί νωρίτερα. Την ίδια στιγμή, αναλυτές προειδοποιούν ότι μια πιθανή ανακωχή στην Ουκρανία, την οποία πιέζουν οι ΗΠΑ, θα απελευθερώσει ρωσικούς πόρους και χρόνο, επιτρέποντας στη Μόσχα να ανασυνταχθεί και να προετοιμάσει νέα επιθετική ενέργεια εναντίον της Ευρώπης. Σε αυτό το σκηνικό, η δημιουργία ενός λεπτομερούς σχεδίου άμυνας θεωρείται απαραίτητη για να σταλεί μήνυμα αποτροπής.
Ο στόχος των Γερμανών: η αποτροπή του πολέμου μέσω απόλυτης προετοιμασίας
Ένας από τους υψηλόβαθμους αξιωματικούς που συνέταξαν το σχέδιο δήλωσε στη WSJ ότι «ο στόχος δεν είναι ο πόλεμος, αλλά η αποτροπή του, αποδεικνύοντας ότι μια επίθεση εναντίον μας δεν μπορεί να πετύχει». Η λογική της αποτροπής θα λειτουργήσει μόνο εάν η Ευρώπη προβάλλει συνθέτη ισχύ, επιχειρησιακή ετοιμότητα και σαφή βούληση άμυνας. Οι συντάκτες του σχεδίου εκτιμούν ότι μια ανθεκτική Ευρώπη, που δεν παρουσιάζει αδύναμα σημεία, μπορεί όχι μόνο να περιορίσει τις πιθανότητες πολεμικής σύγκρουσης, αλλά και να ενισχύσει τη σταθερότητα στην ήπειρο. Το OPLAN DEU, επομένως, δεν είναι σχέδιο επίθεσης ή κλιμάκωσης, αλλά εργαλείο στρατηγικής αποτροπής που βασίζεται στην ισχύ, στην οργάνωση και στην προετοιμασία.
Γραφειοκρατία, ελλείψεις και «νομοθεσία ειρήνης» αποτελούν το μεγαλύτερο εμπόδιο
Η εφαρμογή του OPLAN DEU σκοντάφτει σε σημαντικές δυσκολίες. Το γερμανικό σύστημα προμηθειών παραμένει βαρύ και δύσκαμπτο, η νομοθεσία προστασίας δεδομένων περιορίζει ακόμη και βασικές λειτουργίες συντονισμού, οι υποδομές έχουν μείνει πίσω για δεκαετίες και το θεσμικό πλαίσιο εξακολουθεί να αντανακλά μια εποχή όπου η χώρα θεωρούσε τον πόλεμο αδιανόητο. Ο υφυπουργός Άμυνας Νιλς Σμιντ ήταν χαρακτηριστικός: «Πρέπει να ξαναμάθουμε όσα ξεμάθαμε. Χρειαζόμαστε ακόμη και συνταξιούχους για να μας δείξουν πώς λειτουργούσαν τα πράγματα τότε». Η πρόκληση για τη Γερμανία δεν είναι μόνο στρατηγική ή στρατιωτική, αλλά βαθιά πολιτική και κοινωνική.
